Βαρύτατη ήττα για τα κόμματα του κυβερνώντος συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών - Ελεύθερων Δημοκρατών, αλλά και για το αντιπολιτευόμενο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα επεφύλασσαν οι ψηφοφόροι στις εκλογές του Ομόσπονδου κρατιδίου της Ρηνανίας - Βορείου Βεστφαλίας, το μεγαλύτερο σε πληθυσμό της Γερμανίας.
Σύμφωνα με τα επίσημα αποτελέσματα το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα συγκεντρώνει ποσοστό 34,6% και αναδεικνύεται με βραχεία κεφαλή πρώτο κόμμα. Το ποσοστό αυτό όμως είναι η χειρότερη επίδοση του κόμματος στην περιοχή από την ίδρυση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας το 1949.
Ακολουθεί κατά πόδας το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα με 34,5% ποσοστό που συνιστά επίσης τη χειρότερη επίδοση των τελευταίων πενήντα χρόνων στην περιοχή.
Θρήνος και οδυρμός στους Ελεύθερους Δημοκράτες, οι οποίοι συγκεντρώνουν μόλις 6,7%, ποσοστό χειρότερο από αυτό που προέβλεπαν οι δυσμενέστερες γι αυτούς δημοσκοπήσεις. Κι όλα αυτά όταν, πριν λίγους μόλις μήνες, το κόμμα αυτό είχε επιτύχει σε πανεθνικό επίπεδο το υψηλότερο ποσοστό της ιστορίας του, 14,6%.
Χαρές και πανηγύρια από την άλλη στους Πράσινους οι οποίοι, με άνοδο τριών περίπου ποσοστιαίων ,μονάδων και ποσοστό 12,5% αναδεικνύονται σε κύριο ρυθμιστή των τοπικών τεκταινομένων.
Πλατιά χαμόγελα και στο Αριστερό Κόμμα, το οποίο, με ποσοστό 5,6% επιτυγχάνει το στόχο του να μπει στο τοπικό κοινοβούλιο.
Μετά το αποτέλεσμα αυτό τα πολιτικά δεδομένα στη Γερμανία αλλάζουν ριζικά. Τα ενδεχόμενα σενάρια σχηματισμού τοπικής κυβέρνησης είναι τέσσερα: μεγάλος συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών - Σοσιαλδημοκρατών, συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών - Ελεύθερων Δημοκρατών - Πράσινων, συνασπισμός Σοσιαλδημοκρατών - Πράσινων -Αριστερού Κόμματος και συνασπισμός Σοσιαλδημοκρατών - Πράσινων, με αποχή του Αριστερού Κόμματος στην ψηφοφορία για παροχή ψήφου εμπιστοσύνης.
Το πρώτο σενάριο έχει πιθανότητες υλοποίησης μόνο σε περίπτωση αποτυχίας οιουδήποτε άλλου, διότι πρόκξειται για τη λύση που λιγότερο επιθυμούν οι Σοσιαλδημοκράτες, μετά την τραυματική για την πολιτική τους αξιοπρέπεια ήττα του περασμένου φθινοπώρου στις εθνικές εκλογές.
Το δεύτερο σενάριο έχει ελάχιστες πιθανότητες υλοποίησης, λόγω της απόλυτης διαφωνίας των Πράσινων στην επανεκκίνηση του γερμανικού προγράμματος πυρηνικών σταθμών, αλλά και στην πρόθεση των άλλων δυο πιθανών εταίρων τους για μείωση των δαπανών για την παιδεία και την υγεία.
Το τρίτο σενάριο έχει επίσης μικρές πιθανότητες επιτυχίας, πρωτίστως λόγω του υστερικού αντικομμουνισμού των Πράσινων και μεγάλης μερίδας της εκλογικής βάσης των Σοσιαλδημοκρατών.
Το τέταρτο σενάριο, υπό αυτές τις συνθήκες, συγκεντρώνει περισσότερες πιθανότητες πραγματοποίησης.
Σε κάθε περίπτωση ο κυβερνών συνασπισμός χάνει την απόλυτη πλειοψηφία στην Άνω Βουλή (μικρές πιαθνότητες να τη διατηρήσει έχει στην περίπτωση συνεργασίας Χριστιανοδημοκρατών - Ελεύθερων Δημοκρατών - Πράσινων). Κι αυτό θέτει εν αμφιβόλω την υλοποίηση του εκλογικού προγράμματος δραστικών περικοπών των κοινωνικών δαπανών που ευαγγελίζεται η γερμανική κυβέρνηση.Ωστόσο η απώλεια της πλεοψηφίας δε συνεπάγεται αυτόματα κυβερνητική κρίση στη Γερμανία. Ο Χέλμουτ Κολ κυβέρνησε για χρόνια χωρίς να διαθέτει πλειοψηφία στην Άνω Βουλή. Αντιθέτως ο Γκέρχαρντ Σρέντερ προκήρυξε εκλογές ευθύς μόλις έχασε την πλειοψηφία στην Άνω Βουλή το 2005 (πάλι λόγω της Ρηνανίας - Βορείου Βεστφαλίας).
Πέραν όλων των άλλων από τις χθεσινές εκλογές προκύπτουν μερικά συμπεράσματα.
Το πρώτο είναι ότι η Αριστερά έχει μπει για τα καλά στο πολιτικό παιγνίδι στη Γερμανία και κανείς πλέον δε δικαιούται να την αγνοεί στους όποιους πολιτικούς σχεδιασμούς του.
Το δεύτερο είναι ότι από την απώλεια της επιρροής των κυβερνώντων κομμάτων δεν ωφελούνται οι Σοσιαλδημοκράτες. Αντιθέτως, συνεχίζουν να έχουν απώλειες, τόσο προς τα δεξιά (Πράσινους, οι οποίοι σε πολλά κοινωνικά θέματα προσεγγίζουν τις απόψεις των Ελεύθερων Δημοκρατών), όσο και προς τα Αριστερά (Αριστερό Κόμμα).
Τοτ ελευταίο συμπέρασμα, που μπορεί να θεωρηθεί αυθαίρετο αλλά αν ρίξει κανείς μια ματιά στις θέσεις που έχουν πα΄ρει τα γερμανικά κόμματα έναντι της ελληνικής κρίσης ισχύει απόλυτα, είναι πως, ότι κι αν γίνει στη Γερμανία, δε θα έχει καμιά, βραχυπρόθεσμη τουλάχιστον, επίπτωση στην Ελλάδα. Ούτε θετική,ούτε, πολύ περισσότερο, πιο αρνητική.
Γιάννης Χρυσοβέργης
Σύμφωνα με τα επίσημα αποτελέσματα το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα συγκεντρώνει ποσοστό 34,6% και αναδεικνύεται με βραχεία κεφαλή πρώτο κόμμα. Το ποσοστό αυτό όμως είναι η χειρότερη επίδοση του κόμματος στην περιοχή από την ίδρυση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας το 1949.
Ακολουθεί κατά πόδας το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα με 34,5% ποσοστό που συνιστά επίσης τη χειρότερη επίδοση των τελευταίων πενήντα χρόνων στην περιοχή.
Θρήνος και οδυρμός στους Ελεύθερους Δημοκράτες, οι οποίοι συγκεντρώνουν μόλις 6,7%, ποσοστό χειρότερο από αυτό που προέβλεπαν οι δυσμενέστερες γι αυτούς δημοσκοπήσεις. Κι όλα αυτά όταν, πριν λίγους μόλις μήνες, το κόμμα αυτό είχε επιτύχει σε πανεθνικό επίπεδο το υψηλότερο ποσοστό της ιστορίας του, 14,6%.
Χαρές και πανηγύρια από την άλλη στους Πράσινους οι οποίοι, με άνοδο τριών περίπου ποσοστιαίων ,μονάδων και ποσοστό 12,5% αναδεικνύονται σε κύριο ρυθμιστή των τοπικών τεκταινομένων.
Πλατιά χαμόγελα και στο Αριστερό Κόμμα, το οποίο, με ποσοστό 5,6% επιτυγχάνει το στόχο του να μπει στο τοπικό κοινοβούλιο.
Μετά το αποτέλεσμα αυτό τα πολιτικά δεδομένα στη Γερμανία αλλάζουν ριζικά. Τα ενδεχόμενα σενάρια σχηματισμού τοπικής κυβέρνησης είναι τέσσερα: μεγάλος συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών - Σοσιαλδημοκρατών, συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών - Ελεύθερων Δημοκρατών - Πράσινων, συνασπισμός Σοσιαλδημοκρατών - Πράσινων -Αριστερού Κόμματος και συνασπισμός Σοσιαλδημοκρατών - Πράσινων, με αποχή του Αριστερού Κόμματος στην ψηφοφορία για παροχή ψήφου εμπιστοσύνης.
Το πρώτο σενάριο έχει πιθανότητες υλοποίησης μόνο σε περίπτωση αποτυχίας οιουδήποτε άλλου, διότι πρόκξειται για τη λύση που λιγότερο επιθυμούν οι Σοσιαλδημοκράτες, μετά την τραυματική για την πολιτική τους αξιοπρέπεια ήττα του περασμένου φθινοπώρου στις εθνικές εκλογές.
Το δεύτερο σενάριο έχει ελάχιστες πιθανότητες υλοποίησης, λόγω της απόλυτης διαφωνίας των Πράσινων στην επανεκκίνηση του γερμανικού προγράμματος πυρηνικών σταθμών, αλλά και στην πρόθεση των άλλων δυο πιθανών εταίρων τους για μείωση των δαπανών για την παιδεία και την υγεία.
Το τρίτο σενάριο έχει επίσης μικρές πιθανότητες επιτυχίας, πρωτίστως λόγω του υστερικού αντικομμουνισμού των Πράσινων και μεγάλης μερίδας της εκλογικής βάσης των Σοσιαλδημοκρατών.
Το τέταρτο σενάριο, υπό αυτές τις συνθήκες, συγκεντρώνει περισσότερες πιθανότητες πραγματοποίησης.
Σε κάθε περίπτωση ο κυβερνών συνασπισμός χάνει την απόλυτη πλειοψηφία στην Άνω Βουλή (μικρές πιαθνότητες να τη διατηρήσει έχει στην περίπτωση συνεργασίας Χριστιανοδημοκρατών - Ελεύθερων Δημοκρατών - Πράσινων). Κι αυτό θέτει εν αμφιβόλω την υλοποίηση του εκλογικού προγράμματος δραστικών περικοπών των κοινωνικών δαπανών που ευαγγελίζεται η γερμανική κυβέρνηση.Ωστόσο η απώλεια της πλεοψηφίας δε συνεπάγεται αυτόματα κυβερνητική κρίση στη Γερμανία. Ο Χέλμουτ Κολ κυβέρνησε για χρόνια χωρίς να διαθέτει πλειοψηφία στην Άνω Βουλή. Αντιθέτως ο Γκέρχαρντ Σρέντερ προκήρυξε εκλογές ευθύς μόλις έχασε την πλειοψηφία στην Άνω Βουλή το 2005 (πάλι λόγω της Ρηνανίας - Βορείου Βεστφαλίας).
Πέραν όλων των άλλων από τις χθεσινές εκλογές προκύπτουν μερικά συμπεράσματα.
Το πρώτο είναι ότι η Αριστερά έχει μπει για τα καλά στο πολιτικό παιγνίδι στη Γερμανία και κανείς πλέον δε δικαιούται να την αγνοεί στους όποιους πολιτικούς σχεδιασμούς του.
Το δεύτερο είναι ότι από την απώλεια της επιρροής των κυβερνώντων κομμάτων δεν ωφελούνται οι Σοσιαλδημοκράτες. Αντιθέτως, συνεχίζουν να έχουν απώλειες, τόσο προς τα δεξιά (Πράσινους, οι οποίοι σε πολλά κοινωνικά θέματα προσεγγίζουν τις απόψεις των Ελεύθερων Δημοκρατών), όσο και προς τα Αριστερά (Αριστερό Κόμμα).
Τοτ ελευταίο συμπέρασμα, που μπορεί να θεωρηθεί αυθαίρετο αλλά αν ρίξει κανείς μια ματιά στις θέσεις που έχουν πα΄ρει τα γερμανικά κόμματα έναντι της ελληνικής κρίσης ισχύει απόλυτα, είναι πως, ότι κι αν γίνει στη Γερμανία, δε θα έχει καμιά, βραχυπρόθεσμη τουλάχιστον, επίπτωση στην Ελλάδα. Ούτε θετική,ούτε, πολύ περισσότερο, πιο αρνητική.
Γιάννης Χρυσοβέργης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου