Τρίτη 11 Ιουλίου 2017

ΦΟΡΟΣ ΤΙΜΗΣ ΣΤΟ ΝΙΚΟ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗ ΚΑΙ ΣΤΟ ΜΟΥΣΤΑΦΑ ΑΚΙΝΤΖΙ

Τίποτα δεν αποδίδει καλύτερα τα όσα διαδραματίστηκαν στις συνομιλίες Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, από το παρακείμενο σκίτσο του ECONOMIST.
Ανεξάρτητα από τις πικρίες που μοιραία γέννησε η αποτυχία ο Νίκος Αναστασιάδης κι ο Μουσταφά Ακιντζί τόλμησαν να δοκιμάσουν τις αντοχές της κοινότητάς του ο καθένας, αλλά, κάποιες φορές, και τις κόκκινες γραμμές που έθεταν αντιστοίχως Ελλάδα και Τουρκία.


«Δεν πρόκειται πλέον να γίνει άλλη σοβαρή προσπάθεια για λύση του Κυπριακού από πολιτικούς της δικής μας γενιάς», δήλωσε επιγραμματικά μετά από τη διαπίστωση του ναυαγίου στο Κρανς Μοντανά ο Μουσταφά Ακιντζί. Αν λάβουμε υπ' όψιν ότι πρόκειται για τη δεύτερη αποτυχία μέσα σε δεκαπέντε χρόνια μάλλον έχει δίκιο.
Οι δυο Κύπριοι ηγέτες εργάστηκαν για περισσότερο από ένα χρόνο για μια βιώσιμη λύση του Κυπριακού μόνοι τους κι ενάντια σε όλους (βλ. ΑΡΑΓΕ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΤΑΙ ΚΑΝΕΙΣ ΓΙΑ ΛΥΣΗ ΣΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ; ).
Οι συνομιλίες σημείωσαν απίστευτη πρόοδο σε θέματα που ακόμα και στο πλαίσιο του Σχεδίου Ανάν - της διαπραγμάτευσης η οποία αναμφίβολα είχε προχωρήσει περισσότερο από κάθε προηγούμενη- ήταν ταμπού και είχαν παραπεμφθεί σε μετέπειτα συμφωνίες (π.χ. περιουσιακό). 
Όταν όμως ήρθε η συζήτηση στο θέμα της Ασφάλειας και των εγγυήσεων, θέματα στα οποία εμπλέκονταν άμεσα ή έμμεσα όχι μόνο η Αθήνα και η Άγκυρα αλλά και όλοι οι ενδιαφερόμενοι διεθνείς παίκτες εκεί τα πράγματα σκόνταψαν.
Ο λόγος ήταν ότι, πέρα από τα αντίθετα προς τη λύση συμφέροντα του καθενός από τους εξωκυπριακούς παράγοντες, τα δυο αυτά ζητήματα άπτονταν των φόβων της κάθε κοινότητας.
Είναι αδύνατο να νιώσουν ασφαλείς οι Ελληνοκύπριοι με θεσμοθετημένη την παρουσία των τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων στο νησί.
Είναι αδύνατο να νιώσουν ασφαλείς οι Τουρκοκύπριοι χωρίς παρουσία τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων στο νησί.
Η επίλυση αυτού του προβλήματος θα μπορούσε να καταστεί εφικτή μόνο αν η Αθήνα και η Άγκυρα επιθυμούσαν μια λύση κι αν ο διαμεσολαβητής του ΟΗΕ αντί να προσπαθεί να εκβιάσει καταστάσεις επιδείκνυε περισσότερη φαντασία.
Η δήλωση του αντιπροέδρου της τουρκικής κυβέρνησης Τογρούλ Τουρκές σε ΜΜΕ της χώρας του την παραμονή της έναρξης των συνομιλιών στην Ελβετία («η τουρκική κυβέρνηση συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις αυτές επειδή βρέθηκε με το πιστόλι στον κρόταφο») αλλά και οι έντονες αντιδράσεις του Νίκου Κοτζιά στις πιεστικές προσπάθειες του εκπροσώπου του ΟΗΕ να κουβαλήσει τους δυο πρωθυπουργούς στις διαπραγματεύσεις, είναι ενδεικτικές του πόσο ζορίστηκαν οι κυβερνήσεις Ελλάδας και Τουρκίας.
Διότι μόνο κυβερνήσεις που θα αισθάνονταν σίγουρες για την ικανότητά τους να πείσουν την κοινωνία τους θα μπορούσαν να υπερβούν πάγιες μαξιμαλιστικές τους θέσεις τεσσάρων και πλέον δεκαετιών. 
Πώς όμως η ελληνική κυβέρνηση η οποία κάθε έξι μήνες αποδέχεται τα νέα εξωφρενικά μέτρα λιτότητας, που κατά παράβαση των προηγουμένως συμφωνηθέντων αξιώνουν οι δανειστές της χώρας, θα συγκρουστεί με την εδραιωμένη πεποίθηση της ελληνικής κοινωνίας ότι «δίκαιη λύση» του Κυπριακού είναι μονάχα αυτή που περιορίζει τους Τουρκοκύπριους σε ρόλο μειονότητας με περιορισμένα δικαιώματα;
Πώς η τουρκική κυβέρνηση, που συμπεριφέρεται σαν παγιδευμένο θηρίο, βλέπει παντού ίντριγκες και συνωμοσίες και εισπράττει απανωτές αποτυχίες στην εξωτερική της πολιτική, κυρίως για το κουρδικό ζήτημα, θα συγκρουστεί με την εδραιωμένη πεποίθηση της τουρκικής κοινωνίας ότι το Κυπριακό «λύθηκε» το 1974;
Στην Κύπρο εδώ κι εξήντα τουλάχιστον χρόνια συγκρούονται ο ελληνικός κι ο τουρκικός εθνικισμός και, σε αυτή τη σύγκρουση, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι έγιναν εμπροσθοφυλακές των δυο εθνικισμών.
Ο στόχος της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα ήταν σαφής σε ευρύ τμήμα του ελληνικού πολιτικού φάσματος, συμπεριλαμβανομένης και της Αριστεράς,η οποία είχε πρωτοστατήσει στην Ελλάδα στην υποστήριξη  της ένοπλης δράσης της αντικομμουνιστικής ΕΟΚΑ, μέχρι το 1967, οπότε, εν μέσω των αναταράξεων που έχει δημιουργήσει ο πόλεμος των Έξι Ημερών* ο Μακάριος, ο οποίος ήδη από το 1961 είχε παίξει ουσιαστικό ρόλο στη δημιουργία του Κινήματος των Αδεσμεύτων** αλλάζει αιφνίδια πολιτική γραμμή, μετατρέπεται σε υπέρμαχο της ανεξαρτησίας της Κύπρου και προσεγγίζει τη Μόσχα.
Η αποτροπή της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα ήταν εξ αρχής ζωτικής σημασίας στόχος για την Τουρκία που στις αρχές της δεκαετίας του 1950 ασφυκτιούσε από την ελληνική περικύκλωση, μετά την παραχώρηση της Δωδεκανήσου στο ελληνικό Κράτος.
Αν σε αυτό προστεθεί η επιτηδευμένη τόνωση των αντιθέσεων Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων στη διάρκεια της βρετανικής αποικιακής διοίκησης έχουμε ένα κουβάρι που μοιάζει κάθε μέρα περισσότερο με γόρδιο δεσμό.
Αυτό το κουβάρι προσπάθησαν να ξετυλίξουν οι Νίκος Αναστασιάδης και Μουσταφά Ακιντζί και συγκρούστηκαν με εθνικές εμμονές ένθεν κακείθεν. Γι αυτό κι αξίζουν το σεβασμό όλων των ανθρώπων σε Ελλάδα, Κύπρο και Τουρκία, που ονειρεύονται ένα μέλλον χωρίς το φόβο του πολέμου με το γείτονα.

Γιάννης Χρυσοβέργης

Σημειώσεις για νεώτερους
*Πόλεμος των Έξι Ημερών:Στις 5 Ιουνίου 1967 το Ισραήλ εξαπέλυσε αιφνιδιαστική επίθεση εναντίον των αεροπορικών δυνάμεων της Αιγύπτου, φοβούμενο, όπως υποστήριξε, άμεση εισβολή από την Αίγυπτο. Η υπεροχή στον αέρα (κατέστρεψε τα περισσότερα αιγυπτιακά αεροσκάφη) υπήρξε το καθοριστικό ισραηλινό όπλο. Σε απάντηση η Ιορδανία επιτέθηκε στη δυτική Ιερουσαλήμ και τη Νετάνια, αλλά η ισραηλινή απάντηση ήταν άμεση. Στο τέλος του πολέμου το Ισραήλ είχε κερδίσει τον έλεγχο της ανατολικής Ιερουσαλήμ, της Λωρίδας της Γάζας, της Δυτικής Όχθης, των υψιπέδων του Γκολάν και της χερσονήσου του Σινά.
**Κίνημα των Αδεσμεύτων: Ιδρύθηκε από τους ηγέτες της Γιουγκοσλαβίας Γιοσίπ Μπροζ (Τίτο), τον αρχιεπίσκοπο Μακάριο, της Ινδίας Γιαβαχαρλάλ Νεχρού και της Αιγύπτου Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ. Σκοπός του κινήματος, σύμφωνα με τη διακήρυξη της Αβάνας (1978) είναι να διασφαλίσει «την εθνική ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα και την ασφάλεια των αδέσμευτων χωρών στον αγώνα τους ενάντια στον ιμπεριαλισμό, την αποικιοκρατία, το ρατσισμό και όλες τις μορφές ξένης επιθετικότητας, κατοχής, κυριαρχίας, ανάμειξης ή ηγεμονίας, καθως και εναντίον των μεγάλων δυνάμεων και των συνασπισμών ισχύος. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1970 έπαιξε σημαντικό διεθνή ρόλο.


Πέμπτη 6 Ιουλίου 2017

Ο ΑΡΚΑΣ, ΤΟ ΘΗΡΙΟ ΚΙ ΟΙ «ΠΑΡΑΙΤΗΘΕΙΤΕ»

Η απόφαση του ΑΡΚΑ να καταστήσει εαυτόν δημόσια φωνή του γνωστού - άγνωστου νεοφιλελεύθερου «κινήματος» ΠΑΡΑΙΤΗΘΕΙΤΕ, προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις, χαράς οι πιο λίγες, οργής κι απογοήτευσης οι πιο πολλές.
Κι επειδή πολλές από αυτές κατά το κοινώς λεγόμενο «ξεφεύγουν» είναι ίσως σκόπιμο να υπενθυμίσουμε ότι οι όποιες πολιτικές απόψεις ενός καλλιτέχνη δεν είναι δυνατόν να ακυρώνουν την καλλιτεχνική του αξία.

Πολλά έχουν γραφτεί τις τελευταίες μέρες για την απόφαση του γνωστού και αγαπητού σε όλους ΑΡΚΑ να γίνει ο προπαγανδιστής του «κινήματος» ΠΑΡΑΙΤΗΘΕΙΤΕ, που μια φορά το χρόνο, κατά τα τέλη του Ιούνη, διοργανώνει μια αποτυχημένη διαδήλωση στην Πλατεία Συντάγματος αξιώνοντας την παραίτηση της κυβέρνησης.
Πιο εμβληματικό, καθώς προκάλεσε πλήθος δευτερογενών αντιδράσεων -πιθανώς και λόγω του ονόματος της συντάκτριας -  ήταν αυτό της Έλενας Ακρίτα στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ στις 1 Ιουλίου (παραθέτω την αναπαραγωγή του από τον τοίχο του Παναγιώτη Δημητρά  https://www.facebook.com/panayote/posts/10154985200377968 ).
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα νέα σκίτσα του ΑΡΚΑ, μαυρόασπρα όσα έχω δει, πράγμα που ενδεχομένως να έχει και τη δική του σημειολογική σημασία, δεν έχουν τη σπιρτάδα του λόγου των πρωταγωνιστών του που δεκαετίες τώρα συντροφεύουν τη ζωή μας. Όμως αυτό είναι δικό του πρόβλημα, όχι δικό μας.
Όλα αυτά τα χρόνια ο ΑΡΚΑΣ είχε καθιερωθεί ως ένας σκιτσογράφος - φιλόσοφος, που μέσω των μη συμβατικών πρωταγωνιστών του σχολιάζει επιγραμματικά μικρές και μεγάλες καθημερινές στιγμές του μέσου ανθρώπου, με διαχρονικό χαρακτήρα. Και σε αυτό ήταν και είναι απαράμιλλος. 
Τα δηκτικά σχόλια των πρωταγωνιστών του, υποστηριζόμενα από ένα δουλεμένο σκίτσο, μένουν αξέχαστα στον αναγνώστη και γίνονται με τη σειρά τους τροφή για σκέψη.
Η πολιτική γελοιογραφία ποτέ μέχρι τώρα δεν τον είχε προσελκύσει, δικαίως πιθανότατα αν κρίνουμε από τα πρώτα δείγματα γραφής του σε αυτό τον τομέα.
Η πολιτική γελοιογραφία ασχολείται με το εφήμερο κι ο στόχος της είναι να προκαλέσει το αυθόρμητο γέλιο του αναγνώστη. Αν δε συμβεί αυτό είναι αποτυχημένη.
Πέντε χρόνια μετά είναι ακατανόητη αν δε συνοδεύεται από μια επεξηγηματική παράγραφο του τι, του πώς και του γιατί, σε αντίθεση με τα μέχρι τώρα σκίτσα του ΑΡΚΑ που διαβάζονται με την ίδια ευχαρίστηση από τρεις διαδοχικές γενιές.
Στον ρόλο του πολιτικού γελοιογράφου ο ΑΡΚΑΣ είναι εντελώς αποτυχημένος. Το σκίτσο του δε βγάζει γέλιο το κείμενο αφήνει το πρόσωπο ανέκφραστο. Κι ο λόγος είναι ότι στερείται παντελώς φαντασίας, ή, για να είμαστε ακριβέστεροι, διαθέτει λιγότερη φαντασία από τη ντουντούκα του Σωματείου Οικοδόμων και Συναφών Επαγγελμάτων.
Όμως αυτό απλώς σηματοδοτεί μια καλλιτεχνική αποτυχία του ΑΡΚΑ σε ένα είδος που ποτέ μέχρι τώρα δεν είχε δοκιμάσει κι απ' ό,τι δείχνει η μέχρι τώρα δουλειά του σε αυτό είχε απόλυτο δίκιο.
Σε τελική ανάλυση ο άλλος ΑΡΚΑΣ, αυτός που τόσα χρόνια είχαμε συνηθίσει, ποτέ δε μας είχε μιλήσει για τις απόψεις του για την πολιτική, πλην πιθανώς ενός στενού κύκλου προσωπικών του φίλων.
Το ότι εξαίφνης εμφανίζεται ως νεοφιλελεύθερος ταλιμπάν δε σημαίνει ότι δεν ήταν πάντα τέτοιος ή ότι δεν έγινε με την πάροδο του χρόνου (όπως πολλοί «σκληροπυρηνικοί αριστεροί» έπραξαν άλλωστε στις τελευταίες δεκαετίες).
Και το μείζον ερώτημα είναι: Θα μας άρεσε λιγότερο όλα αυτά τα χρόνια ο ΑΡΚΑΣ αν ξέραμε πως ήταν πάντοτε - ή επρόκειτο να γίνει - ένας ταλιμπάν του νεοφιλελευθερισμού; Νομίζω πως στην ερώτηση αυτή οι περισσότεροι από εμάς θα απαντούσαμε όχι.
Για τον ίδιο λόγο που οι λάτρεις του κινηματογράφου δεν έπαψαν να εκτιμούν τη Λένι Ρήφενστααλ παρά το γεγονός ότι ουδέποτε απαρνήθηκε το ναζισμό, για τον ίδιο λόγο που οι λάτρεις του ποιοτικού τραγουδιού συνέχισαν να ακούν Εντίτ Πιαφφ και μετά τη γερμανική κατοχή, παρά τις αμφιλεγόμενες σχέσεις της με Γερμανούς.
Με την έννοια αυτή θεωρώ υπερβολικά τα σχόλια της μορφής «ο Αρκάς μας πρόδωσε». Δε μας πρόδωσε γιατί ποτέ δεν είχε ταυτιστεί με μια ιδεολογία.
Είναι δικαίωμα του ΑΡΚΑ να ψηφίζει ό,τι θέλει και να προπαγανδίζει την ψήφο του. Όμως ο ΑΡΚΑΣ πολιτικός γελοιογράφος θα ξεχαστεί πριν καλά-καλά το καταλάβει κι ο ίδιος. Ο άλλος, ο ΑΡΚΑΣ ο σκιτσογράφος-φιλόσοφος είναι διαχρονικός.

Γιάννης Χρυσοβέργης