Κυριακή 27 Μαΐου 2012

ΜΗΝ ΠΕΤΡΟΒΟΛΑΤΕ ΤΗΝ CHRISTINE LAGARDE

Μέσα στον ορυμαγδό των οργίλων αντιδράσεων, που ακολούθησαν τις δηλώσεις της γενικής διευθύντριας του ΔΝΤ στη βρετανική εφημερίδα GUARDIAN περί Ελλάδος και Νίγηρα, ένα μόνο πράγμα δεν ειπώθηκε: ότι τα παιδιά του Νίγηρα έχουν ανάγκη από μια ευκαιρία για να ζήσουν και σίγουρα όχι από τη συμπάθεια της, αποτυχημένης ως υπουργού του Νικολά Σαρκοζύ, κυρίας Lagarde. 
Γιατί, σε ό,τι αφορά στην Ελλάδα, μάλλον πικρές αλήθειες είπε, αν και εν μέρει μόνο είχε δίκιο.

Η Christine Lagarde είπε πικρές αλήθειες γιατί το 2004, ο Κώστας Καραμανλής κέρδισε τις εκλογές υποσχόμενος να καταργήσει το ΣΔΟΕ και το ΑΣΕΠ. Και πήρε ένα από τα υψηλότερα ποσοστά που έχει πετύχει ποτέ το κόμμα του μεταπολιτευτικά, 45,48%. 
Κι επειδή τήρησε τις υποσχέσεις του επανεξελέγη το 2007. Για να καταρρεύσει η κυβέρνησή του δυο χρόνια αργότερα, έχοντας όμως αυξήσει, σε πέντε χρόνια, το δημόσιο χρέος κατα 120 δισεκατομμμύρια ευρώ και τους δημόσιους υπαλλήλους κατά 120.000, μέσω των γαλάζιων συνεντεύξεων.
Η Christine Lagarde είπε πικρές αλήθειες γιατί επί δυο ολόκληρα χρόνια η κυβέρνηση Παπανδρέου δεν έκανε τίποτα απολύτως για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και, της δίδυμης αδελφής της, της εισφοροδιαφυγής
Την ίδια στιγμή μείωσε κατ' επανάληψη μισθούς και συντάξεις κι αύξησε κατ' επανάληψη το ΦΠΑ, στραγγαλίζοντας την αγορά. Επίσης αύξησε εξωφρενικά τους φόρους που πληρώνουν αυτοί που δεν μπορούν να φοροδιαφύγουν. Το αποτέλεσμα ήταν ο υπερδιπλασιασμός των ανέργων, 400.000 άνθρωποι απλήρωτοι επί μήνες, εκατοντάδες χιλιάδες υποαπασχολούμενοι ενάντια στη θέλησή τους, πολλές χιλιάδες ελεύθερων επαγγελματιών με μηδενικό πραγματικό εισόδημα.
Η Christine Lagarde είπε πικρές αλήθειες γιατί η κυβέρνηση Παπαδήμου, την ίδια στιγμή που μείωνε κι αυτή μισθούς και συντάξεις, στερούσε από το δημόσιο ταμείο πολύτιμα έσοδα μεταφέροντας τρεις μήνες μετά την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων
Με αποτέλεσμα, είτε υπάρξει είτε δεν υπάρξει κυβέρνηση από τις κάλπες της 17ης Ιουνίου, να είναι αμφίβολο αν τον Ιούλιο  το Δημόσιο θα είναι σε θέση να πληρώσει μισθούς και συντάξεις.
Είναι καιρός να καταλάβουν όλοι οι πολιτικοί σχηματισμοί που μάχονται για κοινωνική δικαιοσύνη, και ιδίως ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΔΗΜΑΡ που αργά ή γρήγορα θα κληθούν - εφ' όσον βέβαια επιβιώσει το κοινοβουλερυτικό σύστημα - να αναλάβουν κυβερνητικές ευθύνες ότι δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνική δικαιοσύνη χωρίς αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και της εισοφροδιαφυγής.
Και για να τις αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά πρέπει να πάψουν να πιπιλάνε την καραμέλα της φοροδιαφυγής του μεγάλου κεφαλαίου και να δουν το ζήτημα στην πραγματική του διάσταση. Και φυσικά να ενοχλήσουν ένα μέρος της εκλογικής τους πελατείας.
Γιατί είναι άλλο πράγμα η αδικαιολόγητα χαμηλή φορολόγηση των διανεμομένων κερδών των επιχειρήσεων, πράγμα που συμβαίνει στην Ελλάδα, και άλλο πράγμα η φοροδιαφυγή. Το πρώτο είναι ανήθικο μεν, νόμιμο δε. Το δεύτερο εκτός από ανήθικο είναι και παράνομο. Κι η διαφορά αυτή είναι ουσιώδης.
Στη φοροδιαφυγή προσφέυγουν κυρίως, σε διαφορετικούς βαθμούς ανάλογα με τις συνθήκες,  μικρές και μεσαίες εμπορικές επιχειρήσεις και μικροί και μεγάλοι ελεύθεροι επαγγελματίες. Και βέβαια πρωταθλητές της είναι τα κυκλώματα της παράλληλης οικονομίας και των κάθε λογής λαθρεμπορίων.
Για την αντιμετώπισή της χρειάζονται τρια πράγματα. Συστηματικοί έλεγχοι στη διακίνηση αγαθών και υπηρεσιών, αλλαγή στη σχετική νομοθεσία ώστε οι όποιες δικαστικές προσφυγές κατά των αποφάσεων των ελεγκτών να τελεσιδικούν γρήγορα, αλλαγές στο σύστημα είσπραξης των προστίμων ώστε να ελαχιστοποιηθεί η συναλλαγή φοροφυγάδων με τους δημόσιους λειτουργούς.
Όλα αυτά απουσιάζουν από τα προγράμματα των κομμάτων της Αριστεράς γεννώντας εύλογες αμφιβολίες για το αν πράγματι είναι διατεθειμένα να συγκρουστούν με την πλειάδα των μικρών και μεγάλων συμφερόντων που συνιστούν το τέρας της φοροδιαφυγής.
Εδώ όμως τελειώνουν τα δίκια της κυρίας Lagarde. Γιατί το ΔΝΤ του οποίου προΐσταται, μολονότι είναι ο μοναδικός από τους τρεις οργανισμούς της Τρόικα που έχει αναφερθεί στη φοροδιαφυγή, έχει δείξει πολύ περισσότερη ζέση στην επιμονή του για μειώσεις μισθών, συντάξεων και φορολογίας επιχειρήσεων, αποκρατικοποιήσεις όσο-όσο και απελευθέρωση απολύσεων, παρά για τη μείωση της γραφειοκρατίας ή της φορδιαφυγής.

Γιάννης Χρυσοβέργης

5 σχόλια:

Μιχάλης Μουτούσης είπε...

Το «η κυβέρνηση Παπανδρέου για 2 χρόνια δεν έκανε τίποτα για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής & εισφοροδιαφυγής» είναι ανακριβές. Η περίπτωση Σπινέλλη, ένος τίμιου και πάρα πολύ εργατικού ανθρώπου που έκανε φοβερή δουλειά και πάνω στη φ/δ και στην ει/φ/δ επί ΠΑΣΟΚ, δείχνει ξεκάθαρα πόσο δύσκολη υπόθεση είναι, πόσο περίπλοκη και πόσο καιρό θα πάρει. Όποιος λέει ότι «ο ΓΑΠ δεν έκανε τίποτα, εμείς (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, κλπ) έχουμε την πολιτική βούληση) απλά στερείται ρεαλισμού.

Ανώνυμος είπε...

Αγαπητέ Γιάννη,

συμφωνώ με τις εκτιμήσεις σου. Το ζήτημα όμως της φοροδιαφυγής είναι πιο πολύπλοκο απ' όσο φαίνεται. Θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι οι μικρές επιχειρήσεις έχουν πολλά βάρη που συρρικνώνουν ή εξαφανίζουν το πραγματικό κέρδος. Μερικά από αυτά είναι:

α) η υποχρέωση που έχουν να αποδίδουν το ΦΠΑ πωλήσεων και η φορολόγηση του κέρδους των επιχειρήσεων, ανεξάρτητα από το ότι μπορεί να μην πληρώθηκαν ποτέ λόγω ακάλυπτων επιταγών ή γενικά λόγω αδυναμίας του αγοραστή να εξοφλήσει ή που καθυστερούν να εξοφληθούν πέραν του τριμήνου στο οποίο αποδίδεται ο ΦΠΑ (τέτοιες πωλήσεις είναι κατά κανόνα αυτές προς πρόσωπα του δημοσίου).

β) Η συνεχής ανάγκη για μετρητά προς το δημόσιο που τις οδηγεί στις τράπεζες για προεξόφληση μεταχρονολογημένων επιταγών ή δάνεια, πράγμα που εξαφανίζει το κέρδος λόγω των εξόδων και των τόκων.

γ) Τα διάφορα χαράτσια εκτός των κυρίων φόρων που πρέπει να πληρώνουν όπως το τέλος επιτηδεύματος, η περαίωση, ο φόρος μισθωτών υπηρεσιών, η φορολογική συσκευή κ.ά.

δ) Οι υπερβολικοί τόκοι και τα πρόστιμα καθυστερήσεων πληρωμών προς το δημόσιο τη στιγμή που το δημόσιο που καθυστερεί επί χρόνια να πληρώσει τις υποχρεώσεις του όχι μόνο δεν πληρώνει τόκους αλλά κάνει και κρατήσεις.

ε) Τα εξοντωτικά πρόστιμα για αστείες παρατυπίες στον ΚΦΣ και η επίμονη απαίτηση των ελεγκτών για λάδωμα.

δ) Οι συνεχείς αλλαγές του φορολογικού συστήματος και η δαιδαλώδης νομοθεσία που, εκτός των άλλων, οδηγεί σε υπερβολικές αμοιβές προς τους λογιστές και σε συχνά λάθη που πληρώνονται ακριβά.

στ) Οι πολλές, άχρηστες και εξαιρετικά δαπανηρές γραφειοκρατικές απαιτήσεις της γραφειοκρατίας για την αδειοδότηση ή την επιδότηση, τα λαδώματα που απαιτούν οι υπηρεσίες και η τεράστια καθυστέρηση ή η οριστική απόρριψη της καταβολής τυχόν επιχορηγήσεων.

Όλα αυτά αναγκάζουν και τον πιο έντιμο και υπεύθυνο επιχειρηματία να αναζητεί τρόπους να αποκρύψει ένα μέρος των εισροών για να εξισορροπήσει τις απώλειες. Αν δε το κάνει -και μερικοί από υπερβολική εντιμότητα δεν το κάνουν- τότε έχει μια προβληματική επιχείρηση που πνίγεται στα χρέη και οδεύει στο κλείσιμο. Αρκετοί από αυτούς που χρωστούν στο δημόσιο βεβαιωμένα χρέη ανήκουν σ' αυτή την κατηγορία. Φυσικά υπάρχουν -και είναι η πλειοψηφία- αυτοί που αποκρύπτουν μεγαλύτερο μέρος ή και σχεδόν όλες τις εισπράξεις τους.

Κατά τη γνώμη μου λοιπόν για να σταματήσει η φοροδιαφυγή και η εισφοροδιαφυγή πρέπει πρώτα να ακυρωθεί όλο το υπάρχον φορολογικό σύστημα και να φτιαχτεί, εκ του μηδενός, ένα απλό και δίκαιο που θα έχει σκοπό αφενός την είσπραξη των φόρων και αφετέρου την βιωσιμότητα των επιχειρήσεων (διότι από μια επιχείρηση που οδηγείς στο κλείσιμο δε μπορείς να εισπράξεις τίποτα). Αυτό θα πρέπει να συνοδευτεί με μια σειρά από ρυθμίσεις στην αγορά και στη νομοθεσία των επιχειρήσεων για να λυθούν όλα τα προβλήματα που περιέγραψα παραπάνω και άλλα που δεν έχω περιγράψει. Τότε, όταν δε θα έχει κανείς λόγο να κρύβει εισοδήματα εκτός από την απληστία του, θα περιοριστεί και η συνενοχή στην κοινωνία, θα απαιτούν όλοι να παίρνουν αποδείξεις και θα στραβοκοιτούν όποιον φοροδιαφεύγει (τώρα τον κοιτούν συγκαταβατικά).

Αριστείδης Παπαδάκης

Ανώνυμος είπε...

Αγαπητέ Γιάννη
Οι Α.Ε. και Ε.Π.Ε. φορολογούνται με 20% στα κέρδη. Σε περίπτωση διανομής κερδών στους μετόχους-εταίρους έχουν υποχρέωση παρακράτησης 25% επιπλέον. Άρα τα διανεμόμενα κέρδη έχουν φορολογηθεί με 45%. Σου φαίνεται ότι είναι απαράδεκτα χαμηλό αυτό το 45%, που είναι και ο υψηλότερος συντελεστής στην κλίμακα φορολογίας εισοδήματος;

Άτακτος Λόγος είπε...

Προς Μιχάλη Μουτούση.
Ο Διομήδης Σπινέλλης αποπέμφθηκε Μιχάλη. Υποχρεώθηκε σε παραίτηση τον Οκτώβριο του 2011. Από το όποιο έργο του δεν απέμεινε τίποτα. Η ευθύνη γι αυτό είναι της κυβέρνησης Παπανδρέου.
Προς Αριστείδη Παπαδάκη.
Έχεις δίκιο ως προς τα απίστευτα εμπόδια που καλείται να υπερκεράσει μια μικρή, και όχι μόνο επιχείρηση. Αν εξαιρέσουμε αυτά που είναι συνυφασμένα με τη γραφειοκρατία και τη διαφθορά, που είναι και τα σημαντικότερα, τα υπόλοιπα είναι μέρος της επιχειρηματικότητας.
Σε κάθε περίπτωση δεν δέχομαι ο επιχειρηματίας ή ο ελεύθερος επαγγελματίας να δηλώνει πως επιλέγει τη φοροδιαφυγή «επειδή το Κράτος είναι διεφθαρμένο και το φορολογικό σύστημα άδικο». Είναι θέμα ατομικής και συλλογικής ευθύνης η αλληλεγγύη και καταγγελία των διεφθαρμένων κρατικών υπαλλήλων, η διεκδίκηση ενός εύλογου και δίκαιου συστήματος φορολόγησης. Αλλά όταν η υπαρκτή διαφθορά χρησιμοποιείται ως άλλοθι για τη φοροδιαφυγή τότε στην καλύτερη περίπτωση έχουμε λάθος.
Προς Ανώνυμο.
Έχεις δίκιο. Πρόκειται για παραδρομή, οφειλόμενη στην αξίωση των επιχειρηματικών ενώσεων να καταργηθεί η προοδευτική φορολόγηση των μερισμάτων, ανάλογα με το συνολικό εισόδημα του μετόχου.

Γιάννης Χρυσοβέργης

Άτακτος Λόγος είπε...

Και κάτι ακόμα προς τους τρεις προλαλήσαντες.
Δεν ήταν στις προθέσεις μου να δώσω την εντύπωση πως θεωρώ την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής εύκολη υπόθεση. Πιστεύω ακριβώς το αντίθετο.
Κι αγωνία μου είναι ότι τα κόμματα της Αριστεράς, μέσα από εύκολες γενικεύσεις, επιδιώκουν ακριβώς να αποφύγουν αυτά τα δύσκολα.
Τα πράγματα είναι διαφορετικά σε ό,τι αφορά στην κριτική μου προς το ΠΑΣΟΚ. Αυτό έχει κυβερνήσει κατ' επανάληψη. Και στην περίοδο της διακυβέρνησης Σημίτη οι επιδόσεις του ήταν αποδεδειγμένα πολύ καλύτερες στο φοροεισπρακτικό σκέλος. Ούτε αυτές τις επιδόσεις δεν πέτυχε. Πολύ περισσότερο που γι' αυτό ο πήχυς ήταν σαφώς ψηλότερα γιατί όφειλε να έχει διδαχτεί από τα λάθη του στο παρελθόν.

Γιάννης Χρυσοβέργης