Ενώ η κυβέρνηση πανηγυρίζει για τη «θετική» δήλωση των 17 για την Ελλάδα και για τις επικείμενες επισκέψεις στην Ελλάδα των Ολάντ και Μόντι, η ίδια της η υπόσταση κρέμεται από μια κλωστή.
Παρά την αισιοδοξία, ως προς την επιβίωση του κυβερνητικού συνασπισμού του παραπλεύρως σκίτσου, τα πράγματα δεν είναι τόσο ρόδινα για την κυβέρνηση.
Η αντιπαράθεσή της με την Τρόικα εξ αιτίας των βάρβαρων απαιτήσεων της τελευταίας - οι οποίες όμως είναι εντελώς εντός του πνεύματος του Μημονίου Νο2, που οι δυο από τους τρεις εταίρους υπερψήφισαν τον περασμένο Φεβρουάριο - πρέπει να λήξει εντός της εβδομάδας.
Και τα περιθώρια ελιγμών δεν είναι πολλά. Δεν είναι δυνατόν να υποχωρήσει άνευ όρων η Τρόικα, γιατί αυτό θα εκλαμβάνονταν επικοινωνιακά ως ήττα της, και θα αύξανε τις κοινωνικές πιέσεις στην κυβέρνηση για σκληρότερη διαπραγμάτευση, πράγμα που δεν επιθυμούν οι δανειστές.
Ούτε είναι δυνατόν να γίνουν αποδεκτά τα μισά από όσα ζητάει και να μην έχει αυτό επιπτώσεις στην κυβέρνηση. Η στάση που τήρησε η ΔΗΜΑΡ - και ως ένα σημείο και το ΠΑΣΟΚ - με την οποία απορρίπτεται το σύνολο των απαιτήσεων της Τρόικας με τη δέσμευση να μην ψηφιστούν τα εν λόγω μέτρα όταν θα έρθουν στη Βουλή, την υποχρεώνει να μη δεχθεί τίποτα λιγότερο από τη χωρίς όρους υποχώρηση της Τρόικας.
Κι αν η στάση που έχει κρατήσει ως τώρα το κόμμα του Φώτη Κουβέλη επιβραβεύεται από το εκλογικό σώμα - με την έννοια ότι είναι το μοναδικό από τα τρία του κυβερνώντος συνασπισμού που δεν έχει απώλειες εκλογικής επιρροής σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις - τυχόν υπαναχώρησή του στο συγκεκριμένο θέμα θα του δημιουργήσει ανυπέρβλητο πρόβλημα συνοχής της κοινοβουλευτικής του ομάδας.
Επίσης η καταψήφιση από μέρους της ΔΗΜΑΡ των όποιων εργασιακών μέτρων θα έχει δυο άμεσες συνέπειες. Η πρώτη είναι ότι δεν θα μπορέσει η κυβέρνηση να περάσει από τη Βουλή τα μέτρα με τη μορφή του νομοσχεδίου με ένα μόνο άρθρο. Η δεύτερη είναι ότι θα ανοίξει η όρεξη διάφορων «ευαισθητοποιημένων» βουλευτών της ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ και του ΠΑΣΟΚ με αποτέλεσμα, πέραν των εργασιακών, να τίθενται σε κίνδυνο και άλλες ρυθμίσεις.
Τυχόν δε εμμονή του Αντώνη Σαμαρά σε ψήφιση ενός νομοσχεδίου ενός άρθρου εξωθεί τη ΔΗΜΑΡ σε έξοδο από την κυβέρνηση. Γεγονός που θα οδηγήσει στην κατάρρευση της κυβέρνησής του, είτε άμεσα, είτε σε πολύ σύντομο διάστημα.
Από την άλλη, μια συμφωνία με την Τρόικα κουτσουρεμένη από τη Βουλή ισοδυναμεί με ακύρωσή της. Διότι στην περίπτωση αυτή είτε θα ξαναρχίσει η διαπραγμάτευση από την αρχή με άγνωστο χρονικό ορίζοντα, είτε δε θα εισπραχθεί η δόση των 31,5 δισεκατομμυρίων ευρώ. Γιατί η «θετική» δήλωση του Eurogroup για την Ελλάδα στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής, απαιτεί ρητά την προηγούμενη ύπαρξη συμφωνίας με την Τρόικα.
Σε περίπτωση δε μη καταβολής, ή έστω, τμηματικής καταβολής, της δόσης των 31,5 δισεκατομμυρίων ευρώ τινάζεται στον αέρα η επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, στην οποία έχει βασιστεί - κακώς κατά την άποψη του υπογράφοντος - κάθε ελπίδα για επανεκκίνηση της οικονομίας. Με συνακόλουθο αποτέλεσμα τον πολλαπλασιασμό της ύφεσης, που ήδη έχει ξεπεράσει τα όρια αντοχής της κοινωνίας.
Σε αυτό το πλαίσιο οι επικείμενες επισκέψεις των Φρανσουά Ολάντ και Μάριο Μόντι είναι αμφίβολο αν έχουν να προσφέρουν στον Αντώνη Σαμαρά κα΄τι παραπάνω από μερικά μονάχα ενθαρρυντικά χτυπήματα στην πλάτη χωρίς αντίκρυσμα. Είναι δε αμφίβολο αν θα προλάβουν να πραγματοποιηθούν.
Γιάννης Χρυσοβέργης
Γιάννης Χρυσοβέργης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου