Τον Μάρκες τον έχω περί πολλού. Η μάλλον τυχαία γνωριμία μου με τον τρόπο γραφής του, διαβάζοντας τα «εκατό χρόνια μοναξιάς», επέδρασε καταλυτικά στο να αποφασίσω να μάθω ισπανικά. Και μέσω του έργου του Μάρκες πήρα μια γεύση από το λογοτεχνικό κίνημα του «μαγικού ρεαλισμού», που έφερε τη λατινοαμερικάνικη λογοτεχνία στο επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος, από τη δεκαετία του’60 και μετά. Η παλιά μου δασκάλα η Μαρίνα επέμενε στην κατηγοριοποίηση του μαγικού ρεαλισμού σε δυο εκδοχές (realismo maravilloso και realismo mágico), όμως αυτά είναι «ψιλά γράμματα» για το θέμα που πάω να θίξω.
Τον Μπόρχες στην αρχή δεν τον πήγαινα, λόγω των σχέσεών του με δικτατορικά καθεστώτα της δεκαετίας του’70 (βράβευση από τη χούντα του Πινοτσέτ και αρχική στήριξη προς το καθεστώς Βιντέλα, στην Αργεντινή). Όμως ένας άλλος δάσκαλός μου, ο Πέδρο, που είναι «φαν» του εν λόγω συγγραφέα, με εισήγαγε στο έργο του και με έκανε να γοητευτώ από τα οξυδερκή του δοκίμια και από τους πλούσιους νοημάτων συμβολισμούς που συναντάει κανείς στα διηγήματά του και σε κάποια ποιήματά του. Ο Μπόρχες δεν εντάσσεται στη σχολή του μαγικού ρεαλισμού, όμως «είναι μια σχολή από μόνος του», όπως λέει ένα φίλος μου.
Δεν έχω διαβάσει ποτέ ένα μυθιστόρημα του Γιόσα, παρά μόνο αποσπάσματα. Ξέρω ότι στα πρώτα κυρίως έργα του, της δεκαετίας του’60, έβγαζε έναν καταγγελτικό λόγο ενάντια στην καταπίεση, στη διαφθορά και στο μιλιταρισμό που χαρακτήριζαν το καθεστώς της χώρας του (Περού), όπως και πολλών άλλων χωρών. Αυτό το στοιχείο, και ίσως ακόμα περισσότερο η σύνθετη αφηγηματική του τεχνική, τον έκανε να έχει κι’αυτός τους θαυμαστές του. Εγώ όμως δεν πείθομαι από αυτά τα δεδομένα και, με τα δικά μου τα ερασιτεχνικά κριτήρια, τον βάζω μια σκάλα παρακάτω από τους δυο προαναφερθέντες.
Εκτός αυτού, έχω δυσφορήσει με τις πολιτικές θέσεις του θέσεις, κυρίως από το ’70 και μετά. Διότι το να παίρνεις τις αποστάσεις σου από έναν δικτάτορα, το βρίσκω εύλογο (ακόμα και αν αυτός ο δικτάτορας είναι ο Φιντέλ Κάστρο). Το να μιλάς όμως με κολακευτικά λόγια για μια πολιτικό όπως η Μάργκαρετ Θάτσερ, που διέλυσε το κράτος προνοίας και που δήλωνε ότι «δεν υπάρχει κοινωνική ευθύνη, παρά μόνο ατομικό συμφέρον», ή είναι ιδεολογικός κρετινισμός ή υστερόβουλες κολακείες απέναντι σε έναν εκπρόσωπο της κυρίαρχης τάξης. Και έχω την αίσθηση ότι η υστεροβουλία δεν έλειψε από τον Γιόσα. Όλα αυτά τα ταξίδια και η παραμονή σε Αγγλία και Αμερική, οι διαλέξεις σε έγκυρα αγγλοσαξωνικά πανεπιστήμια, η υποστήριξη της στρατιωτικής επέμβασης στο Ιράκ και η υποψηφιότητα για την προεδρία του Περού, με δεξιά στήριξη και πρόγραμμα, νομίζω πως αυτό υποδηλώνει: καλλιέργεια σχέσεων με μια ελίτ, που έχει τον τρόπο να επηρεάζει καταστάσεις και να επιβραβεύει τους εκλεκτούς της. Και η επιβράβευση ήλθε τελικά, με το Νόμπελ λογοτεχνίας που του απονεμήθηκε για το 2010. Οι κόποι δεν πήγαν χαμένοι.
Σκληρή κρίση, το δίχως άλλο, που όμως στηρίζεται σε δεδομένα από το βίο και την πολιτεία του συγγραφέα. Και που ωστόσο μπορεί να ανασκευαστεί αν καταδειχθεί ότι το λογοτεχνικό του έργο είναι πολύ υψηλότερης αξίας από όσο νομίζω. Όποιος έχει να πει κάτι επ’αυτού, ας πάρει το λόγο.
Γιώργος Αιμ. Σκιάνης
Τον Μπόρχες στην αρχή δεν τον πήγαινα, λόγω των σχέσεών του με δικτατορικά καθεστώτα της δεκαετίας του’70 (βράβευση από τη χούντα του Πινοτσέτ και αρχική στήριξη προς το καθεστώς Βιντέλα, στην Αργεντινή). Όμως ένας άλλος δάσκαλός μου, ο Πέδρο, που είναι «φαν» του εν λόγω συγγραφέα, με εισήγαγε στο έργο του και με έκανε να γοητευτώ από τα οξυδερκή του δοκίμια και από τους πλούσιους νοημάτων συμβολισμούς που συναντάει κανείς στα διηγήματά του και σε κάποια ποιήματά του. Ο Μπόρχες δεν εντάσσεται στη σχολή του μαγικού ρεαλισμού, όμως «είναι μια σχολή από μόνος του», όπως λέει ένα φίλος μου.
Δεν έχω διαβάσει ποτέ ένα μυθιστόρημα του Γιόσα, παρά μόνο αποσπάσματα. Ξέρω ότι στα πρώτα κυρίως έργα του, της δεκαετίας του’60, έβγαζε έναν καταγγελτικό λόγο ενάντια στην καταπίεση, στη διαφθορά και στο μιλιταρισμό που χαρακτήριζαν το καθεστώς της χώρας του (Περού), όπως και πολλών άλλων χωρών. Αυτό το στοιχείο, και ίσως ακόμα περισσότερο η σύνθετη αφηγηματική του τεχνική, τον έκανε να έχει κι’αυτός τους θαυμαστές του. Εγώ όμως δεν πείθομαι από αυτά τα δεδομένα και, με τα δικά μου τα ερασιτεχνικά κριτήρια, τον βάζω μια σκάλα παρακάτω από τους δυο προαναφερθέντες.
Εκτός αυτού, έχω δυσφορήσει με τις πολιτικές θέσεις του θέσεις, κυρίως από το ’70 και μετά. Διότι το να παίρνεις τις αποστάσεις σου από έναν δικτάτορα, το βρίσκω εύλογο (ακόμα και αν αυτός ο δικτάτορας είναι ο Φιντέλ Κάστρο). Το να μιλάς όμως με κολακευτικά λόγια για μια πολιτικό όπως η Μάργκαρετ Θάτσερ, που διέλυσε το κράτος προνοίας και που δήλωνε ότι «δεν υπάρχει κοινωνική ευθύνη, παρά μόνο ατομικό συμφέρον», ή είναι ιδεολογικός κρετινισμός ή υστερόβουλες κολακείες απέναντι σε έναν εκπρόσωπο της κυρίαρχης τάξης. Και έχω την αίσθηση ότι η υστεροβουλία δεν έλειψε από τον Γιόσα. Όλα αυτά τα ταξίδια και η παραμονή σε Αγγλία και Αμερική, οι διαλέξεις σε έγκυρα αγγλοσαξωνικά πανεπιστήμια, η υποστήριξη της στρατιωτικής επέμβασης στο Ιράκ και η υποψηφιότητα για την προεδρία του Περού, με δεξιά στήριξη και πρόγραμμα, νομίζω πως αυτό υποδηλώνει: καλλιέργεια σχέσεων με μια ελίτ, που έχει τον τρόπο να επηρεάζει καταστάσεις και να επιβραβεύει τους εκλεκτούς της. Και η επιβράβευση ήλθε τελικά, με το Νόμπελ λογοτεχνίας που του απονεμήθηκε για το 2010. Οι κόποι δεν πήγαν χαμένοι.
Σκληρή κρίση, το δίχως άλλο, που όμως στηρίζεται σε δεδομένα από το βίο και την πολιτεία του συγγραφέα. Και που ωστόσο μπορεί να ανασκευαστεί αν καταδειχθεί ότι το λογοτεχνικό του έργο είναι πολύ υψηλότερης αξίας από όσο νομίζω. Όποιος έχει να πει κάτι επ’αυτού, ας πάρει το λόγο.
Γιώργος Αιμ. Σκιάνης
3 σχόλια:
Γιώργο κι εγώ δεν έχω διαβάσει Γιόσα κι έτσι δεν έχω γνώμη, γενικά με κουράζουν οι λατινοαμερικάνοι συγγραφείς, μηδέ του Μάρκες εξαιρουμένου, πιστεύω ότι δεν έχουν το βάθος που βρίσκει κανείς στους ευρωπαίους συγγραφείς, κυρίως στους ρώσους που για μένα είναι απαράμιλοι, τέλος πάντων... Τα Νόμπελ απονέμονται και με άλλα κριτήρια, πέραν της δύναμης του έργου του δημιουργού...
Κ.Λ.
Γιώργο κι εμένα η διαδρομή μου στα ισπανόφωνα γράμματα άρχισε μ' εκείνη την κακής ποιότητας μετάφραση των 100 χρόνων μοναξιάς του Μάρκες - λίγα χρόνια αργότερα ο εκδότης επανεξέδοσε το βιβλίο με τη μετάφραση διορθωμένη από την Κλαίτη Μπαράχας.
Ο Μπόρχες δεν είναι τόσο του γούστου μου, γιατί οι συμβολισμοί του με κουράζουν.
Τα αποσπάσματα του έργου του Γιόσα που έχω διαβάσει με συγκίνησαν πολύ λιγότερο από τα έργα των Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, Χούλιο Κορτάσαρ, Κάρλος Φουέντες, Μιγκέλ Άνχελ Αστούριας, Χουάν Ρούλφο, Μανουέλ Σκόρσα, Οκτάβιο Πας, Αλέχο Καρπεντιέρ, αλλά και των νέοτερων Ιζαμπέλ Αλιέντε, Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο ΙΙ, Λουίς Σεπούλβεδα κ.λ.π.
Βέβαια δεν παύει η κρίση μου να είναι ετεροβαρής μιας και πλήρες έργο του Γιόσα δεν έχω διαβάσει.
Σε σχέση με τον Οκτάβιο Πας πάντως, του οποίου επίσης δεν έχω διαβάσει πλήρες έργο και ο οποίος επίσης ξεκίνησε από την Αριστερά για να μετακινηθεί προς τα Δεξιά, τον θεωρώ σαφώς υποδεέστερο.
Και ίσως δεν είναι τυχαίο ότι από τη γενιά των συγγραφέων του μαγικού ρεαλισμού είναι ο τελευταίος που τιμάται με Νόμπελ (προηγήθηκαν τα Νόμπελ των Αστούριας, Μάρκες και Πας).
Όμως, σε κάθε περίπτωση, το γεγονός ότι τέσσερις συγγραφείς της γενιάς του μαγικού ρεαλισμού έχουν βραβευθεί με Νόμπελ Λογοτεχνίας είναι ενδεικτικό.
Γιάννης Χρυσοβέργης
Να κλείσουμε τη συζήτηση επισημαίνοντας ότι το έργο του Βάργκας Γιόσα δεν εντάσσεται στο κίνημα του μαγικού ρεαλισμού, παρότι ήταν σύγχρονος του Μάρκες και των άλλων και, ειδικά με τον Μάρκες, έχει προσωπική γνωριμία και έχει σχολιάσει το έργο του στη διδακτορική του διατριβή. Αυτή η συνύπαρξη φανταστικού και πραγματικού που χαρακτηρίζει το μαγικό ρεαλισμό, σε τρόπο που το πρώτο να αποτελεί συστατικό στοιχείο του δεύτερου, δεν μου φαίνεται να χαρακτηρίζει το έργο του Γιόσα.
Γιώργος
Δημοσίευση σχολίου