Οι αθλητικοί συντάκτες τον χαρακτήρισαν έναν από τους καλύτερου μέσους όλων των εποχών. Όμως υπήρξε κατι πολύ περισσότερο από μεγάλος ποδοσφαιριστής. Υπήρξε ένας παθιασμένος άνθρωπος.
Τον πρωτοείδαμε στα γήπεδα στα τέλη της δεκαετίας του '70, μπήκε στη ζωή μας ταυτόχρονα με την έγχρωμη τηλεόραση.
Αντίθετα όμως από την τηλεόραση, που όσο πολύ κολάει κανείς μαζί της τόσο πιο μαυρόασπτρη γίνεται η ζωή του, ο Σόκρατες ομόρφαινε τη ζωή.
Το ποδόσφαιρο που έπαιζε ήταν κάτι πρωτόγνωρο για Βραζιλιάνο ποδοσφαιριστή. Δεν ήταν το φανταιζί ποδόσφαιρο που είχαν δοξάσει ο Πελέ, ο Ζαϊρζίνιο, ο Ριβελίνο, ο Κάρλος Αλμπέρτο κι οι άλλοι παίκτες εκείνης της χρυσής Εθνικής Βραζιλίας που, πήρε τα τρία από τα τέσσερα παγκόσμια κύπελα από το 1958 ως το 1970. Είχε μια γοητευτική απλότητα, παρόμοια με αυτή του ποδοσφαίρου των ιπτάμενων Ολλανδών εκείνης της εποχής. Αλλά ήταν διαφορετικό από το ολλανδικό.
Χρόνια μετά, έμαθα τις άλλες πτυχές της ζωής του. Κάπου στα τέλη της δεκαετίας του '70 ή στις αρχές της δεκαετίας του '80 η ομάδα του η Κορίνθιανς, πήγαιεν από το κακό στο χειρότερο. πρωτοστατούντος του Σόκρατες οι παίκτες ανέλαβαν τη διοίκηση της ομάδας, απολύοντας τον πρόεδρο και τον προπονητή. Οι αποφάσεις για την τακτική στους αγώνες λαμβάνονταν συλλογικά, η ενδεκάδα και οι αλλαγές αποφασίζονταν από τους ίδιους τους παίκτες. Και έγινε το απίστευτο. Η ομάδα, από εκεί που είχε τον υποβιβασμό βέβαιο διέπρεψε.
Ο Σόκρατες ξεκίνησε αργά την επαγγελματική ποδοσφαιρική του σταδιοδρομία στα 25 του χρόνια, κι αυτό γιατί δεν ήθελε να εγκαταλείψει τις σπουδές της ιατρικής. Βαθύτατα πολιτικοποιημένος και στρατευμένος στην Αριστερά, φρόντιζε να προκαλεί το ποδοσφαιρικό κατεστημένο με τις κατά καιρούς δηλώσεις του.
«Χάρη στο ποδόσφαιρο γνώρισα όλο τον κόσμο», δήλωνε το 2010 σε μια του συνέντευξη στο BBC. «Γνώρισα αυτούς που υποφέρουν αλλά κι αυτούς που τα έχουν όλα. Χάρη στην αγάπη των ανθρώπων μπορώ να μιλήσω για λογαριασμό αυτών που δεν έχουν φωνή. Αν ήμουν με αυτούς της άλλης πλευράς κανείς δε θα ενδιαφέρονταν για το τι λέω».
Οι αγαπημένες του προσωπικότητες δεν ήταν οι Θεοί του βραζιλιανού ποδοσφαίρου, αλλ ο Τσε Γκεβάρα κι Φιντέλ Κάστρο.
Όπως κάθε άνθρωπος όμως όμως είχε και τις αδυναμίες του.Κι η δική του ήταν το πιοτό. Που δεν το έπινε αλλά «τον έπινε». Και του στέρησε τη ζωή στα 57 του χρόνια τα χαράματα της Κυριακής 4 Δεκεμβρίου.
Γιάννης Χρυσοβέργης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου