Οι καταιγιστικές αλλαγές στην εκλογική νομοθεσία, στις οποίες επιδίδεται το δίδυμο Σαμαρά - Βενιζέλου θα ήταν για σπαρταριστά γέλια αν δεν συνιστούσαν απόδειξη της προκλητικής περιφρόνησης και των δυο προς τους Δημοκρατικούς θεσμούς.
Ακόμα πιο ανησυχητική όμως είναι η απουσία αντιδράσεων από μέρους της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε μέτρα και μεθοδεύσεις που φλερτάρουν με τη συνταγματική εκτροπή.
Η απέχθεια του Αντώνη Σαμαρά προς τους δημοκρατικούς θεσμούς ήταν γνωστή από το 1983, όταν, επικεφαλής των ΚΕΝΤΑΥΡΩΝ - μιας παραστρατιωτικά οργανωμένης δύναμης κρούσης της ΟΝΝΕΔ - φρόντιζε να μείνει η επίσκεψη Αβέρωφ - τότε Προέδρου της ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ για τους νεότερους - αξέχαστη στους Πελοποννήσιους και ιδίως στους Καλαματιανούς. Επί τρεις ημέρες οι Κένταυροι έσπαγαν τις βιτρίνες όσων καταστημάτων είχαν τολμήσει να μην κολλήσουν στην προθήκη τους τη φωτογραφία του Ευάγγελου Αβέρωφ Τοσίτσα.
Μας την υπενθύμισε στις αρχές της δεκαετίας του '90 όταν, πριν ακόμα συγκροτήσει με χρήματα του υπουργείου Εξωτερικών το κόμμα του, την αλήστου μνήμης ΠΟΛΑΝ, είχε συγκροτήσει το περιβόητο ΔΙΚΤΥΟ 21, που φρόντιζε να απολύονται οι «ανθέλληνες», δημοσιογράφοι οι οποίοι αμφισβητούσαν την «μια, μοναδική και, φυσικά, ελληνική και μόνο ελληνική Μακεδονία».
Και φυσικά, έσπευσε να το διαλαλήσει σε όλους τους τόνους, από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε την ηγεσία της ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ. Με έναν πολιτικό λόγο ρατσιστικό, ακραία εθνικιστικό, μισαλλόδοξο, υστερικό (αλήθεια πόσοι θυμούνται τις απειλές του για παραπομπή στο ειδικό δικαστήριο του τότε Πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου;).
Άλλο τόσο γνωστή σε όλους είναι και η εξουσιολαγνεία του Ευ. Βενιζέλου. Και είναι τόση, που μπροστά της κανένας συμβιβασμός δεν είναι ανεπίτρεπτος, καμιά πολιτική συμμαχία δεν είναι παρά φύσιν. Σίγουρα πολλοί λίγοι τον θυμούνται, ως συνδικαλιστή της προσκείμενης στην ΕΔΗΚ (Ένωση Δημοκρατικού Κέντρου) Δημοκρατικής Πορείας, να βγάζει στα φοιτητικά αμφιθέατρα πύρινους λόγους κατά του «ολετήρα του ελληνισμού», όπως αποκαλούσε τότε τον Ανδρέα Παπανδρέου. Για να σπεύσει, δέκα χρόνια αργότερα, «νέος καθηγητής του συνταγματικού Δικαίου» ων, να προσφέρει συνταγματική κάλυψη σε, τουλάχιστον προβληματικές θεσμικά, ενέργειες του Α. Παπανδρέου, την εποχή που ο τελευταίος προσπαθούσε αντί πάσης θυσίας να κουκουλώσει το σκάνδαλο Κοσκωτά. Και ανταμείφθηκε πλουσιοπάροχα με μια ταχύτατης εξέλιξης πολιτική σταδιοδρομία.
Ήταν εντελώς φυσικό, από τη στιγμή που συναντήθηκαν οι δυο αυτοί «Ηρακλείς της Δημοκρατίας», να επιδοθούν σε ένα χωρίς προηγούμενο κρεσέντο αντιδημοκρατικών μεθοδεύσεων.
Έτσι είδαμε την κατάχρηση της προσφυγής σε πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, είδαμε να κλείνει η Δημόσια τηλεόραση της χώρας «διότι δεν προέβαλλε το εθνικόν έργον του Πρωθυπουργού», είδαμε να επιβάλλονται φόροι με υπουργικές αποφάσεις, και να ψηφίζονται νόμοι με αναδρομική ισχύ.
Αυτό όμως που συμβαίνει με τις ευρωεκλογές και τις αυτοδιοικητικές εκλογές δεν έχει το ταίρι του. Στην αρχή οι κυβερνώντες επιδίωξαν, κατά παράβαση του γράμματος της σχετικής νομοθεσίας, να αναβάλουν τις αυτοδιοικητικές εκλογές ως τα τέλη του 2015. Ακολούθως, παραβιάζοντας το πνεύμα του νόμου, αποφάσισαν οι ευρωεκλογές να συμπέσουν με το δεύτερο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών, ευελπιστώντας, προφανώς, σε υψηλή αποχή λόγω του ότι δεύτερος γύρος δε θα λάβει χώρα σε όλους τους δήμους. Τα τελευταία τους επιτεύγματα ήταν η καθιέρωση της σταυροδοσίας στις ευρωεκλογές και η μεθόδευση της απαγόρευσης της ψήφου των ετεροδημοτών στις αυτοδιοικητικές εκλογές στον τόπο κατοικίας τους. Και φυσικά η ακύρωση του νόμου του 2010 που επέτρεπε σε ομογενείς και νόμιμους μετανάστες να ψηφίζουν στις Δημοτικές Εκλογές, αν και το τελευταίο απλώς αποτελούσε εφαρμογή μιας κατάφωρα ενάντιας στην Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και της ΕΣΔΑ απόφασης του Δ' Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, προς τέρψιν των νεοναζιστικών αποβρασμάτων.
Όλα αυτά αναμφίβολα παραπέμπουν σε πρακτικές χωρών με «μακρά δημοκρατική παράδοση», όπως η Ταϋλάνδη, η Ζιμπάμπουε, η Αίγυπτος, η Γεωργία, η Ουκρανία, η Λευκορωσία κ.λ.π.
Στην Ελλάδα, σε κάθε περίπτωση, τέτοια κατάσταση είχαμε να ζήσουμε από τις εκλογές του 1956 και του 1958, όπου το εκλογικό σύστημα κόβονταν και ράβονταν για την επίτευξη δυο σκοπών: την εξασφάλιση της πολιτικής κυριαρχίας της ΕΡΕ, ακόμα κι αν ήταν μειοψηφία και την κοινοβουλευτική περιθωριοποίηση της ΕΔΑ.
Απέναντι σε αυτό το αντικοινοβουλευτικό όργιο οι χλιαρές έως ανύπαρκτες αντιδράσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης τουλάχιστον προβληματίζουν. Διότι, ανεξαρτήτως
του αν τα ηγετικά στελέχη του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης
πιστεύουν πως στις αυτοδιοικητικές εκλογές και στις ευρωεκλογές θα
καταγάγουν περιφανή νίκη, υποχρέωσή τους είναι να αναδείξουν αυτό το
αντικοινοβουλευτικό και αντιδημοκρατικό όργιο, να το καταγγείλουν, να
καλέσουν τους πολίτες σε αντίδραση, να αξιώσουν τη λογοδοσία των
υπεύθυνων.
Και οι εξηγήσεις για την παράδοξη αυτή συμπεριφορά είναι δυο: είτε είναι πεπεισμένοι πως, ανεξάρτητα από τις εκλογικές μεθοδεύσεις, οι οποίες αποσκοπούν μονάχα στη φαλκίδευση του εκλογικού αποτελέσματος, θα πετύχουν περιφανή νίκη, είτε τα δημοκρατικά τους αντανακλαστικά είναι πολύ υποτονικά και αδυνατούν να κατανοήσουν τη σημασία της προστασίας των κοινοβουλευτικών θεσμών.
Αν ισχύει το πρώτο η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είναι επικίνδυνα αφελής. Διότι το επόμενο βήμα των κυβερνώντων, αν δεν υπάρξει αντίδραση, θα είναι η μεθόδευση εκλογών βίας και νοθείας, στο πρότυπο αυτών του 1961.
Αν ισχύει το δεύτερο τα πράγματα είναι ακόμα πιο σοβαρά. Διότι σε αυτή την περίπτωση, τα ασθενή δημοκρατικά αντανακλαστικά συνεπάγονται ασθενή πίστη στη Δημοκρατία και, κατά συνέπεια, επίσης ροπή σε αυταρχικές πολιτικές επιλογές.
Γιάννης Χρυσοβέργης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου