Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2011

ΝΑ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΟΥΜΕ ΤΗ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΖΥΓΟ ΤΗΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ


«Δώδεκα οργισμένες φωνές ακούγονταν, κι ήταν όλες όμοιες... Οι όψεις των πλασμάτων αυτών άλλαζαν, από του γουρουνιού στου ανθρώπου, από του ανθρώπου στου γουρουνιού, και πάλι από του γουρουνιού στου ανθρώπου, κι ήταν πια αδύνατο να ξεχωρίσεις ποιος ήταν ποιος».*
*Από τη ΦΑΡΜΑ ΤΩΝ ΖΩΩΝ του Τζορτζ Όργουελ

Στα τελευταία χρόνια, όλο και πιο πολλοί πολιτικοί αναλυτές - ο πρώτος που τόλμησε να διατυπώσει την άποψη αυτή ήταν ο Ιγνάσιο Ραμονέ - κάνουν λόγο για το τέλος της σοσιαλδημοκρατίας. 
Οι απανωτές εκλογικές αποτυχίες των παραδοσιακών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, που ώς τα τέλη της δεκαετίας του '80 κυριαρχούσαν στο ευρωπαϊκό πολιτικό σκηνικό,  η συνεχής διαρροή ψηφοφόρων προς όλες τις κατευθύνσεις - προς την άκρα δεξιά, τα φιλελεύθερα κόμματα, τους Πράσινους - η απουσία πολιτικών προγραμμάτων με σαφείς διαχωριστικές γραμμές από το φιλελευθερισμό, δείχνουν να επιβεβαιώνουν αυτή την άποψη.
Η θλιβερή υποταγή - ή, για την ακρίβεια, η ενθουσιώδης ταύτιση - των κυβερνήσεων Παπανδρέου, Θαπατέρο και Σόκρατες, των μόνων σοσιαλδημοκρατικών κυβερνήσεων που είχαν απομείνει, στις βάρβαρες αντικοινωνικές διαχειρίσεις της κρίσης που εκπόνησαν τραπεζίτες και Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, συνηγορεί κι αυτή στη διαπίστωση ότι «έφτασε το τέλος της Σοσιαλδημοκρατίας».
Οι άνθρωποι που εδώ και είκοσι χρόνια αναδεικνύονται στις ηγεσίες των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων σε όλη την Ευρώπη, είναι άνθρωποι με μεγάλες περιουσίες, με σπουδές σε πανάκριβα ιδιωτικά σχολεία και σε πανεπιστήμια στα οποία διδάσκεται αποκλειστικά και μόνον η ορθόδοξη φιλελεύθερη σκέψη.
Είτε βρίσκονται στην κυβέρνηση, είτε στην αντιπολίτευση έχουν πρωτοστατήσει στη συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους και στην εκχώρηση, έναντι ευτελούς τιμήματος συνήθως, στο όνομα του «περιορισμού του Κράτους», σε ιδιωτικά μονοπώλια, τομέων όπως είναι η ενέργεια, οι τηλεπικοινωνίες, οι δημόσιες μεταφορές. 
Σε θέματα ευρωπαϊκής πολιτικής πρωτοστάτησαν στη χωρίς όρους και κόκκινες γραμμές απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, στην υιοθέτηση ανελαστικών οικονομικών προδιαγραφών για τις ευρωπαϊκές οικονομίες, στη συνεχή μείωση της φορολογίας εισοδήματος και της αύξησης των κάθε λογής έμμεσων φόρων,  στη σύνταξη του φιλελεύθερου μανιφέστου που προκλητικά βαφτίστηκε «Ευρωπαϊκό Συνταγμα» και αποτέλεσε τη θρυαλίδα για την εκδήλωση της απέχθειας των ευρωπαϊκών λαών προς την ΕΕ, έπαιξαν πρωταρχικό ρόλο - την εποχή εκείνη τα σοσιαλιστικά κόμματα κυβερνούσαν σε περισσότερες από τις μισές ευρωπαΪκές χώρες - στην πιο προβληματική από όλες τις ευρωπαϊκές συνθήκες, στη Συνθήκη της Λισσαβώνας.
Οι εξαιρέσεις στον κανόνα αυτό είναι ελάχιστες, οι εξής δυο: ο Λιονέλ Ζοσπέν στη Γαλλία κι ο Κώστας Σημίτης στην Ελλάδα. Κι οι δυο όμως κυβέρνησαν κάτω από ιδιάζουσες συνθήκες. 
Ο πρώτος ηγήθηκε της μοναδικής μέχρι τώρα συγκυβέρνησης Σοσιαλιστών, Κομμουνιστών και Πράσινων. Η κυβέρνησή του, προσπάθησε, και σε σημαντικό βαθμό πέτυχε, με τίμημα την απομόνωση της Γαλλίας στην ΕυρωπαΪκή Ένωση, να φέρει σε πέρας το ήδη αποφασισμένο από την εποχή των Συνθηκών του Μάαστριχτ και του Άμστερνταμ πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, χωρίς να πλήξει το Κοινωνικό Κράτος. Δυστυχώς, το σημαντικό έργο της κυβέρνησης αυτής κανένα από τα κόμματα που συμμετείχαν σε αυτή δε θέλησε να το υπερασπιστεί, με αποτέλεσμα την πολιτική περιθωριοποίηση της Αριστεράς και τη Λεπενοποίηση της γαλλικής πολιτικής ζωής.
Ο δεύτερος κλήθηκε να φέρει σε πέρας ένα πρόγραμμα που, δεν ήταν αναγκαία σοσιαλδημοκρατικό, ήταν όμως ζωτικής σημασίας για όποια κοινωνική πρόοδο της ελληνικής κοινωνίας: τον εκσυγχρονισμό της κρατικής μηχανής. Το έργο του ακυρώθηκε από ένα λαϊκό κίνημα υπέρ της αντιμεταρρύθμισης, που έφερε στην κυβέρνηση τη Νέα Δημοκρατία κι οδήγησε τη χώρα σε χρεοκοπία με συνοπτικές διαδικασίες.
Την ίδια στιγμή που η σοσιαλδημοκρατία υποχωρεί ταχύτατα και περιορίζεται σε ρόλο θλιβερού κομπάρσου στο ευρωπαϊκό πολιτικό σκηνικό, αφήνοντας ένα πολιτικό κενό που εν μέρει μόνο καλύπτουν τα Πράσινα κόμματα - ένα μεγάλο μερος του παραδοσιακού λαϊκού εκλογικού σώματος των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων εχει στραφεί στην ευρωφοβική Άκρα Δεξιά, ενώ ένα μικρότερο έχει στραφεί σε νεόκοπα κομμουνιστικά κόμματα - η ανάγκη της αναγέννησης μιας μεταρρυθμιστικής Αριστεράς, αυτό που επί δεκαετίες πρέσβευε η Σοσιαλδημοκρατία, είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαία για να λειτουργήσει ως ανάχωμα στον καλπάζοντα  εκβαρβαρισμό των πολιτικών ηθών στην Ευρώπη.
Όνειρα θερινής νυκτός; Όχι απαραίτητα. 
Γιατί σήμερα, στη Νότιο Αμερική, με εξαίρεση τη Χιλή, όπου μετά το πραξικόπημα του 1973 το Σοσιαλιστικό Κόμμα υπέστη σοσιαλφιλελεύθερη μετάλλαξη, και την Κολομβία, όπου ο 50ετής εμφύλιος πόλεμος δεν αφήνει πολλά περιθώρια σε μετριοπαθείς φωνές, κυβερνούν κόμματα και συνασπισμοί οι οποίοι εφαρμόζουν, αλλού με περισσότερη κι αλλού με μικρότερη επιτυχία, αναδιανεμητικά σοσιαλδημοκρατικά προγράμματα παλαιάς κοπής, με έμφαση στην ανάπτυξη μέσω του περιορισμού των κοινωνικών ανισοτήτων.
Το ενδιαφέρον είναι ότι κανένα από τα κόμματα αυτά δεν έχει σοσιαλδημοκρατική παράδοση. Στην Αργεντινή κυβερνά η σοσιαλδημοκρατική τάση των Περονιστών, στη Βραζιλία, στην Ουρουγουάη και στην Παραγουάη, πολιτικές συμμαχίες με κομμουνιστική παράδοση, στη Βολιβία, στο Εκουαδόρ και στο Περού, τον τόνο δίνουν κόμματα που δημιουργήθηκαν από τα κινήματα των Ινδιάνων. 
Ακόμα κι ο Τσάβες, που όπου σταθεί κι όπου βρεθεί δε χάνει ευκαιρία να δείξει την απέχθειά του στον κοινοβουλευτισμό, στις παρυφές της σοσιαλδημοκρατίας κινείται, αν λάβει κανεις υπ' όψιν ότι η οικονομία της χώρας είναι κυρίως ιδιωτική κι ότι ο πρώην συνταγματάρχης Πρόεδρος, έχει σεβαστεί πάντα τη λαϊκή ετυμηγορία, ακόμα και στις πιο δυσάρεστες γι αυτόν αποφάσεις.
Αλλά και στην Κεντρική Αμερική, εκτός από την πρόσφατη επανάκαμψη των Σαντινίστας στην εξουσία στη Νικαράγουα, το Μέτωπο Φαραμπούντο Μαρτί, που το 2009 κέρδισε κοινοβουλευτικές και προεδρικές εκλογές,  εφαρμόζει το δικό του μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα.
Ακόμα πιο βόρεια, στον Καναδά, το Νέο Δημοκρατικό Κόμμα αναδείχτηκε στις εκλογές της 2ας Μαΐου 2011 δεύτερη πολιτική δύναμη, αυξάνοντας το ποσοστό του από 18,2% σε 30,6% και στέλνοντας το Φιλελεύθερο Κόμμα, που μέχρι τώρα εναλλάσσονταν στην εξουσία με τους Συντηρητικούς, στην ήσσονα αντιπολίτευση.
Το ενδιαφέρον είναι ότι κανένα από τα παραπάνω κόμματα δεν είναι μέλος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, με πιθανή εξαίρεση τους Σαντινίστας, που από το 1979 έχουν στενές σχέσεις μαζί της. 
Το εξ ίσου ενδιαφέρον, και καθόλου τυχαίο, είναι ότι η υπό σοσιαλδημοκρατική διακυβέρνηση σήμερα Βραζιλία, προβληματίζεται, ως ανερχόμενη παγκόσμια δύναμη, για το πώς θα βοηθήσει την Ευρώπη, όπως ακριβώς πριν 30 χρόνια η σοσιαλδημοκρατική Ευρώπη αναζητούσε τρόπους για να βοηθήσει την κυβερνώμενη από τους μαθητές του Φρήντμαν Βραζιλία να βρει το δρόμο προς την ανάπτυξη.
Τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα οδηγούνται, κι αυτό είναι σαφές, με μαθηματική ακρίβεια, στην πολιτική περιθωριθοποίηση και στον ταχύ ή αργό θάνατο. Η ανάγκη όμως για μια μεταρυθμιστική Αριστερά είναι στην Ευρώπη όσο ποτέ μεγάλη. Ένα μέρος του ρόλου της τον παίζουν ήδη τα Πράσινα Κόμματα. Όμως αυτά ούτε μπορούν, ούτε και επιθυμούν να καλύψουν όλο το εύρος των κοινωνικών δυνάμεων που στο παρελθόν στήριξαν τη σοσιαλδημοκρατία. Το Αριστερό Κόμμα στη Γαλλία, η Δημοκρατική Αριστερά στην Ελλάδα, το Λαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα στη Δανία είναι κόμματα που μπορούν να παίξουν αυτό το ρόλο (το Λαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα τον παίζει με σχετική επιτυχία εδώ και είκοσι τουλάχιστον χρόνια), αρκεί να επιδείξουν πολιτική φαντασία και τόλμη. Μένει να δούμε ανάλογες προσπάθειες και στην υπόλοιπη Ευρώπη, πλην της Γερμανίας, όπου οι σοσιαλδημοκράτες κατόρθωσαν, όπως φαίνεται, να ανακτήσουν, μέρος τουλάχιστον, της επικοινωνίας τους με τις γερμανικές λαϊκές τάξεις.

Γιάννης Χρυσοβέργης



1 σχόλιο:

Συντακτική Ομάδα είπε...

πολύ ενδιαφέρον, το αναρτώ και 'γω.
http://www.e-flou.gr/