Ανεξάρτητα από την όποια εγκυρότητα των όσων καταγγέλλει ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος σχετικά με την απόδραση - εντός ή εκτός εισαγωγικών - του Χριστόδουλου Ξηρού και το «βαρύγδουπο» μήνυμα του τελευταίου, γεγονός αδιαμφισβήτητο είναι ότι ένα ολοένα αυξανόμενο τμήμα της κοινωνίας δείχνει συμπάθεια σε πρακτικές πολιτικής βίας.
Πράγμα που χαροποιεί την κυβέρνηση, η οποία βλέπει σε μια κλιμάκωση της πολιτικής βίας την τελευταία σανίδα σωτηρίας της, αλλά που στην Αριστερά θέτει σοβαρά ερωτήματα, στα οποία η προβοκατορολογία δεν συνιστά πρόσφορη απάντηση.
Η απόδραση του Χριστόδουλου Ξηρού συνέβη με τρόπο που γέννησε εύλογα ερωτηματικά, είτε για την επιχειρησιακή ικανότητα της Αστυνομίας, είτε για σκόπιμες παραλείψεις.
Ερωτηματικά που επέτεινε η κατάθεση της διευθύντριας των Φυλακών Κορυδαλλού στην ένορκη διοικητική εξέταση που διατάχθηκε εκ των υστέρων, η οποία αποκάλυψε, προσκομίζοντας τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία, πως είχε στείλει σήμα για την επικείμενη χορήγηση άδειας στον Ξηρό, μια μέρα πριν, τόσο στην Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία, όσο και στο Αστυνομικό Τμήμα της Νέας Καλλικράτειας.
Ερωτηματικά που ανέδειξε, με σαφή δόση υπερβολής, και η επιστολή Γιωτόπουλου, που δημοσιεύτηκε στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ και στην οποία, ούτε λίγο ούτε πολύ, καταγγέλλεται ο Ξηρός ως χαφιές.
Ερωτηματικά που εντείνονται από το γεγονός ότι διατάχθηκε ένορκη διοικητική εξέταση για το γεγονός ότι ο Χριστόδουλος Ξηρός έλαβε άδεια - ασχέτως αν την είχε λάβει εντελώς νόμιμα - αλλά όχι για τις ενδεχόμενες παραλείψεις των αστυνομικών αρχών.
Η υστερική κυβερνητική τρομολαγνεία, που, ούτε λίγο ούτε πολύ, απειλεί το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης για υπόθαλψη - τουλάχιστον - τρομοκρατίας, θα ήταν άξια καγχασμού μονάχα, αν δεν ήταν μέρος μιας πολιτικής καθημερινότητας που κινείται στο όριο της συνταγματικής νομιμότητας. Δυστυχώς πρέπει να εκληφθεί ως σοβαρή απειλή κατά της συνταγματικής νομιμότητας.
Πολύ πιο σοβαρή όμως είναι η αμήχανη προβοκατορολογία της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Είναι προφανές ότι το «πολιτικό μήνυμα» του Χριστόδουλου Ξηρού την κάνει να αισθάνεται άβολα, καθώς μεταφέρει τη μπάλα στο αγαπημένο γήπεδο της κλίκας του Αντώνη Σαμαρά: αυτό του περιορισμού των ατομικών ελευθεριών και των συνταγματικών εγγυήσεων.
Είναι όμως εξ ίσου προφανές ότι η «επίσημη», αλλά και η «εξωκοινοβουλευτική» αριστερά, κομμουνιστική τε και αντιεξουσιαστική, αισθάνονται για ένα πρόσθετο λόγο άβολα: βλέπουν μια ολοένα αυξανόμενη μερίδα του πληθυσμού να επικροτεί την πολιτική βία, πράγμα που σημαίνει ότι ένα μέρος αυτών των ανθρώπων, αργά ή γρήγορα, θα περάσουν από την υποστήριξη της βίας στην άσκησή της.
Και νιώθουν άβολα γιατί - ανεξαρτήτως των «επαναστατικών» εκκλήσεων για λαϊκή εξέγερση - οι μεν «επαναστάτες» δεν έχουν καμιά στρατηγική εξέγερσης, οι δε «κοινοβουλευτικοί» εξαντλούν την αντιπολίτευσή τους σε πύρινους λόγους στη Βουλή.
Και όπως είχαμε επισημάνει ήδη από την εποχή του πρώτου Μνημονίου (βλ.ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ; ΕΧΩ ΤΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΜΟΥ ΗΣΥΧΗ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΨΗΦΟΦΟΡΟΥΣ ΜΟΥ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΟΥΣ) και οι μεν και οι δε αποδείχτηκαν ανίκανοι να εκπονήσουν μια στρατηγική κοινωνικών αγώνων με σαφείς και ρεαλιστικές διεκδικήσεις, κόκκινες γραμμές, και κινητοποίηση των πολιτών σε προοπτική μακροχρόνιου αγώνα.
Εντελώς φυσιολογικά ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων απογοητεύτηκε εξ αιτίας ακριβώς αυτής της απουσίας πολιτικής προοπτικής και τώρα βλέπει με ολοένα μεγαλύτερη συμπάθεια τους διάφορους «Γκάρυ Κούπερ», που αποφασίζουν να «σώσουν» την κοινωνία ακόμα και ενάντια στη θέλησή της.
Είναι προφανές πως το σκηνικό αυτό οδηγεί σε μια διολίσθηση προς έναν άτυπο εμφύλιο πόλεμο, όπως αυτός που έζησε η Ιταλία στη δεκαετία του 1970.
Είναι επίσης προφανές, πως ο μόνος τρόπος για να αποτραπεί αυτό το ευκταίο, για το Σαμαρά και την παρέα του, σενάριο, απευκταίο όμως για κάθε εχέφρονα πολίτη, είναι έστω και την ύστατη στιγμή, ο ΣΥΡΙΖΑ να πάρει διαζύγιο από την εισαγγελική πολιτική που εισήγαγε στην Αριστερά ο Νίκος Κωνσταντόπουλος και, εδώ και 25 συναπτά έτη, κατατρέχει την Αριστερά, και να προσπαθήσει να κινητοποιήσει τους πολίτες γύρω από απτά, ζέοντα κοινωνικά προβλήματα: την εξασφάλιση ενός πιάτου φαγητού κάθε μέρα για τις εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπων που δεν το έχουν - να θυμίσουμε σε όσους θα μορφάσουν κατηγορώντας μας για υπερβολή ότι 70.000 περίπου άνθρωποι τρέφονται καθημερινά στα συσσίτια της Εκκλησίας κι άλλοι τόσοι σε αυτά των Δήμων και των ΜΚΟ, ενώ δεκάδες χιλιάδες ανθρώπων τρέφονται χάρη στα κοινωνικά παντοπωλεία κάθε λογής και ότι άγνωστος αριθμός ανθρώπων δεν έχει πρόσβαση στη βοήθεια αυτών των πρωτοβουλιών - περίθαλψη στους περισσότερους από τρία εκατομμύρια ανασφάλιστους, και αποτελεσματική προστασία των ανθρώπων που κινδυνεύουν να χάσουν τα σπίτια τους.
Μονάχα μέσα από τέτοιες πολιτικές πρωτοβουλίες θα κατορθώσει η Αριστερά να χτίσει - αν δεν είναι πλέον αργά - έναν πειστικό πολιτικό αντίλογο στην πολιτική βία.
Μονάχα μέσα από τέτοιες πρωτοβουλίες θα κατορθώσει να φρενάρει τη διολίσθηση ακόμα μεγαλύτερης μερίδας συμπολιτών μας - επίσης αν δεν είναι πλέον αργά - προς τη συμπάθεια απέναντι στους νεοναζί της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ.
Γιάννης Χρυσοβέργης
1 σχόλιο:
Mόνο που η εξασφάλιση ενός πιάτου φαγητού κάθε μέρα, δεν μπορεί να βασίζεται επί μακρόν ούτε στον ανθρωπισμό ούτε στη φιλανθρωπία. Μπορεί να βασιστεί μόνο στην εκπόνηση ενός σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης. Κάποιοι φαίνεται όμως ότι μια χαρά βολεύονται στην βολική θέση της καταγγέλλουσας αξιωματικής αντιπολίτευσης…
Και βέβαια, κάθε μέρα που ξημερώνει πρέπει να εκλαμβάνεται ως μια μέρα σοβαρής απειλής κατά της συνταγματικής νομιμότητας∙ τα πυροτεχνήματα περί του κινδύνου της τρομοκρατίας και η απόδραση τρομοκρατών ή «τρομοκρατών» δεν μπορούν πια, καθόλου να κρύβουν αυτήν τη θλιβερή πραγματικότητα.
Δημοσίευση σχολίου