Έφυγε την Παρασκευή, πλήρης ημερών, η εκδότρια Ιωάννα Χατζηνικολή.
Για το πλούσιο και αξιολογότατο εκδοτικό της έργο έχουν ήδη γραφτεί αρκετά.
Θέλω να γράψω μονάχα μερικά πράγματα από την προσωπική μας συνεργασία και γνωριμία.
Και να ευχηθώ να γεννάει η κοινωνία μας συνεχώς εκδότιες σαν την Ιωάννα Χατζηνικολή.
Που με την προσωπική τους δουλειά και το δικό τους αισθητικό κριτήριο δίνουν ένα ιδιαίτερο χρώμα στην παραγωγή του κοινωνικού αγαθού που ονομάζεται βιβλίο.
Γνώρισα την Ιωάννα Χατζηνικολή στα μέσα της δεκαετίας του '80, στην αρχή της σταδιοδρομίας μου ως μεταφραστή. Είχα μόλις συγκρουστεί με εκδότη - δεν υπάρχει λόγος να αναφερθώ στο πρόσωπό του, άλλωστε έχει πάψει πλέον να υπάρχει ως εκδότης - ο οποίος αθετούσε συστηματικά και απροσχημάτιστα την προφορική μας συμφωνία για τον τρόπο πληρωμής της πρώτης μου λογοτεχνικής μετάφρασης (Η επί της γης Βασιλεία, του Αλέχο Καρπεντιέρ), ήμουν πανευτυχής που είχα ανακτήσει το χειρόγραφό μου, αλλά με το ηθικό αρκετά στραπατσαρισμένο από τη σύγκρουσή μου με τον εν λόγω κύριο και τα όσα απαξιωτικά είχε πει για την εργασία μου (αργότερα έμαθα πως δε μιλούσε ξένες γλώσσες).
Με προτροπή μιας φίλης μου απευθύνθηκα στην Ιωάννα Χατζηνικολή. Κοίταξε τη μετάφραση, μου είπε πως τη θεωρούσε καλή, αλλά ήταν έξω από το σχεδιασμό της και ότι θα φρόντιζε να το προωθήσει σε κάποιον άλλο εκδότη.
Έφυγα από το γραφείο της, που τότε ήταν στην οδό Σόλωνος λίγο πιο κάτω από τη Νομική, ανακουφισμένος, όχι τόσο από την υπόσχεσή της να μιλήσει για το βιβλίο με άλλους εκδότες, όσο από την εγκάρδια υποδοχή και την ευχάριστη συζήτηση που είχαμε.
Λίγους μήνες αργότερα με πήραν τηλέφωνο από τις εκδόσεις Νεφέλη και συμφωνήσαμε να εκδοθεί το βιβλίο.
Δυο χρόνια αργότερα έλαβα στο Παρίσι, όπου ζούσα τότε, ένα τηλεφώνημα από την Ιωάννα Χατζηνικολή. «Ζει στο Παρίσι ένας Αργεντινός συγγραφέας, ο Χουάν Χοσέ Σάερ», μου είπε. «Πάρ' τον τηλέφωνο, πήγαινε να τον δεις κι αν σε ενδιαφέρει θα ήθελα να το μεταφράσεις», πρόσθεσε.
Η συνάντηση με τον, μακαρίτη πλέον, Χουάν Χοσέ Σάερ έγινε ένα απόγευμα. Ήπιαμε έναν καφέ, πήγαμε να μαζέψουμε την κόρη του από το σχολείο και καταλήξαμε στο σπίτι του όπου ήπιαμε τρία μπουκάλια κρασί χωρίς να μιλήσουμε καθόλου για το βιβλίο.
Την άλλη μέρα την πήρα τηλέφωνο και της απάντησα: «θα το μεταφράσω». Επρόκειτο για ένα από τα σημαντικότερα και πιο πολυδιαβασμένα βιβλία του, με τίτλο «Ουδείς, ουδέν, ουδέποτε», με θέμα μια ελλειπτική εικόνα της Αργεντινής στη διάρκεια της τελευταίας δικτατορίας.
Για άγνωστους λόγους, το βιβλίο αυτό, που πολυδιαβάστηκε και βραβεύτηκε στο εξωτερικό, στην Ελλάδα πήγε άπατο. Η μετάφραση ήταν εξαιρετικά δύσκολη και παραδόθηκε με τέσσερις περίπου μήνες καθυστέρηση. Ήταν τέτοια η κατάθλιψη που απέπνεε - την κατάθλιψη της αργεντινής κοινωνίας επιδίωκε να δώσει άλλωστε ο συγγραφέας και το είχε πετύχει με εκπληκτικό τρόπο - που η μετάφραση είχε καταστεί ηράκλειος άθλος.
«Και γιατί δε μου το είπες πιο πριν;», με ρώτησε η Ιωάννα Χατζηνικολή όταν εμφανίστηκα καθυστερημένος με τα χειρόγραφα ανά χείρας. «Το πρόβλημα θα το είχα εγώ, όχι εσύ», με αποστόμωσε.
Δεν έτυχε να ξανασυνεργαστούμε με την Ιωάννα Χατζηνικολή. Όμως κάθε φορά που ο δρόμος μου με έφερνε από τη Ζωοδόχου Πηγής, που στο μεταξύ είχε μεταφερθεί ο εκδοτικός της οίκος, είχα την ευκαιρία να έχω μια ευχάριστη συζήτηση μαζί της.
Σε μια από αυτές τις συζητήσεις μου είχε αποκαλύψει ότι ήταν ανηψιά του Νίκου Τσιφόρου. «Αυτά τα κακοαναθρεμένα μυξιάρικα, για τα οποία διάβαζες στα ευθυμογραφήματα στο Ρομάντζο, ήμουν εγώ και τα ξαδέλφια μου», μου είπε.
Μου διηγήθηκε επίσης πως οι υπόλοιποι μεγάλοι της οικογένειας δεν ήθελαν να αφήνουν το Νίκο Τσιφόρο πολύ με τα πιτσιρίκια, για να μην «τα χαλάσει», με την αθυροστομία του. «Εμάς όμως μας άρεσαν οι ιστορίες που μας διηγούνταν», μου είχε πει.
Για τελευταία φορά τη συνάντησα στο δρόμο, μια Κυριακή πρωί, πριν από ένα χρόνο ακριβώς. Είχε πάντα το ίδιο γνώριμο κέφι της, που την έκανε μια ευχάριστη παρέα.
Δε θέλω να γράψω κοινοτοπίες περί πιο φτωχού εκδοτικού χώρου, αν και το πιστεύω, και άλλα τέτοια που ταιριάζουν σε δεκάρικους επικηδείων. Θέλω μονάχα να ελπίζω ότι η κοινωνία αυτή θα γεννάει πάντα εκδότες σαν την Ιωάννα Χατζηνικολή.
Γιάννης Χρυσοβέργης
Δε θέλω να γράψω κοινοτοπίες περί πιο φτωχού εκδοτικού χώρου, αν και το πιστεύω, και άλλα τέτοια που ταιριάζουν σε δεκάρικους επικηδείων. Θέλω μονάχα να ελπίζω ότι η κοινωνία αυτή θα γεννάει πάντα εκδότες σαν την Ιωάννα Χατζηνικολή.
Γιάννης Χρυσοβέργης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου