Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2025

ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ: Ο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ ΤΡΑΓΟΥΔΟΠΟΙΟΣ... ΜΕ ΟΡΟΥΣ ΜΑΡΚΕΤΙΝΓΚ ΦΥΣΙΚΑ 



Ενώ η Ελλάδα αποχαιρετάει το Διονύση Σαββόπουλο, τα ΜΜΕ κατακλύζονται, όπως είναι φυσικό, από βιογραφικά άρθρα κι αποσπάσματα από παλαιότερες συνεντεύξεις του που διαπνέονται, στην πλειονότητά τους, από ένα αγιογραφικό πνεύμα.
Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι ο Διονύσης Σαββόπουλος υπήρξε ένας προικισμένος, ιδιοφυής θα έλεγα, τραγουδοποιός κι ένας από τους κύριους εκφραστές των εξεγερμένων νέων των δεκαετιών του '60 και του '70.
Δεν υπάρχει επίσης η παραμικρή αμφιβολία ότι εμβληματικοί καλλιτέχνες που συνεργάστηκαν μαζί του τον αγάπησαν βαθιά.
Υπήρξε επίσης αναμφίβολα ένας πολύ καλός γνώστης των κανόνων του μάρκετινγκ και συνάμα απίστευτα διορατικός, σε σημείο που προέβλεπε την εξέλιξη του κοινού του πριν αυτή να γίνει ορατή δια γυμνού οφθαλμού.
Και θα ήταν πολύ άδικο αν δεν του πιστώναμε μερικά διαμαντάκια της ελληνικής δισκογραφίας.

                            Ο δικός μου Σαββόπουλος

...Ο πατέρας μου ο Μπάτης,
ήρθε απ' τη Σμύρνη το '22,
κι έζησε πενήντα χρόνια
σ' ένα κατώι μυστικό...
...Σ' αυτόν τον τόπο όσοι αγαπούνε
τρώνε βρώμικο ψωμί
κι οι πόθοι τους ακολουθούνε
υπόγεια διαδρομή...

Όταν το 1975 πρωτάκουσα αυτούς τους στίχους  από το ΖΕΪΜΠΕΚΙΚΟ τραγουδισμένο από τη Σωτηρία Μπέλου με χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα. Ήρθαν αμέσως στο νου μου τα κατεδαφισμένα Κουντουριώτικα, όπου μεγάλωσε η μητέρα μου και στα σοκάκια των οποίων έπαιζα με τους φίλους της πρώιμης παιδικής ηλικίας κι όλοι εκείνοι οι γέροι χωρίς ηλικία που αναπολούσαν τη Μικρασία. 

Λάτρεψα αυτό το τραγούδι, όπως λάτρεψα και  τη θανάσιμη μοναξιά του Αλέξη Ασλάνη και το μακρύ ζεϊμπέκικο για το Νίκο που έμελλε να κυκλοφορήσει το 1979 στη ΡΕΖΕΡΒΑ, και με συγκλόνισαν η Δημοσθένους λέξις και η Θητεία από την υπέροχη ταινία του Παντελή Βούλγαρη Happy Day .

Αγάπησα τους Δεκαπέντε, τη συγκέντρωση της ΕΦΕΕ,  το Βιετνάμ γιε-γιε, την Παράγκα και το σαν τον Καραγκιόζη και τραγούδησα πολλές φορές  το ΚΙΛΕΛΕΡ, τον Άγγελο Εξάγγελο, το τι έπαιξα στο Λαύριο αλλά και τη  Συννεφούλα, τα κορίτσια που πηγαίνουν δυο-δυο και τόσα άλλα.

Τα χρόνια του κονφορμισμού και του συντηρητισμού

Ο Σαββόπουλος που εγώ αγάπησα τελείωσε με τη ΡΕΖΕΡΒΑ. Λίγα χρόνια αργότερα κυκλοφόρησαν τα «Τραπεζάκια έξω» που σηματοδοτούν τη στροφή του προς τον κονφορμισμό. Ο στίχος κι η μουσική στα τραγούδια αυτά, αλλά και σ' όλα όσα έγραψε από τότε και μετά, μου θύμιζε αυτό που λίγα χρόνια αργότερα ο αξέχαστος Λουκιανός Κηλαϊδόνης θα περιέγραφε στις οδηγίες προς νέον συνθέτη.

Πρώτα βρίσκουμε τα λόγια

με μεγάλη προσοχή

αφού κι άλλοι γράφουν χρόνια

κι ίσως τα 'χουνε πει...

Όμως η στροφή αυτή μόνο τυχαία δεν ήταν. Είχε δει έγκαιρα ότι το μεγαλύτερο μέρος του πολυπληθούς του ακροατηρίου είχε αρχίσει να «τακτοποιείται», να κάνει οικογένεια, να «βρίσκει μια δουλίτσα».

Έπειτα ήρθε η στροφή προς τη θρησκεία και η αγάπη του για το πολυτονικό σύστημα γραφής, την εποχή ακριβώς που κάποιοι διανοούμενοι -ου μην αλλά και αδιανόητοι- της Αριστεράς -ή τουλάχιστον ως τέτοιοι μας πλασάρονταν- ανακάλυπταν την «απελευθέρωση» που προσφέρει η Ορθοδοξία.

Ακολούθησαν οι «Κωλοέλληνες» στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του '80, ακριβώς την εποχή που το ίδιο ακριβώς μέρος του ακροατηρίου του είχε αρχίσει να σιχαίνεται «τους πλεμπαίους του ΠΑΣΟΚ» -οι οποίοι, σημειωτέον,  είχαν πάψει πλέον να είναι πλεμπαίοι και ξενυχτούσαν καθημερινά στα σκυλάδικα πολυτελείας- προσπερνώντας όμως το γεγονός ότι αν λίγδωσε το άντερό του οφείλονταν σε αυτούς ακριβώς τους «πλεμπαίους».

Την ίδια εποχή  κυκλοφορεί και το «Κούρεμα» για να μας πει πόσο περήφανος ήταν που ο γιος του πήγε φαντάρος -αυτός που υπήρξε ο πρώτος διδάξας του τρελόχαρτου για την αποφυγή της στράτευσης- . Είναι ακριβώς η εποχή που κάποιοι άλλοι -ο Μιχάλης Μαραγκάκης κι ο Θανάσης Μακρής- έκαναν πολυήμερες απεργίες πείνας για την αναγνώριση του δικαιώματος στην άρνηση στράτευσης για λόγους συνείδησης. Έτσι συνέχισε η πορεία του Διονύση Σαββόπουλου μέχρι το τέλος της ζωής του και πήγε χέρι-χέρι με την πολιτική του συντηρητικοποίηση. 

Εδώ οφείλω μια διευκρίνιση. Ποτέ δε με ενόχλησε η πολιτική μετατόπιση των ανθρώπων προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση. Είχα την τύχη να γνωρίσω ανθρώπους που μετατοπίστηκαν από την Αριστερά προς συντηρητικές θέσεις σεβόμενοι όμως πάντα το παρελθόν τους και καθιστώντας σαφές πως το «τώρα» τους το όφειλαν σε αυτό που υπήρξαν κάποτε.

Εκείνο που πάντα με ενοχλούσε ήταν οι οβιδιακές μεταμορφώσεις των ανθρώπων, οι οποίοι δεν αισθάνονται την παραμικρή ανάγκη να εξηγήσουν πώς από τη μια θέση έφτασαν να υποστηρίζουν το εντελώς αντίθετο.

Κι ο Σαββόπουλος υπήρξε ένας από τους μαιτρ των οβιδιακών μεταμορφώσεων με αποκορύφωμα, κάποια στιγμή στη δεκαετία του '90, να αποκηρύξει το άλμπουμ «10 χρόνια Κομμάτια», να αλλοιώσει το στίχο των «δεκαπέντε» και να απαγορέψει την αναπαραγωγή της αρχικής έκδοσης. Ευτυχώς η απαγόρευση αυτή κράτησε πολύ λίγο κι ελάχιστοι πλέον τη θυμούνται μιας και, ως άριστος γνώστης των κανόνων του μάρκετινγκ που ήταν, συνειδητοποίησε ότι δεν υπήρχε λόγος να απεμπολήσει εκείνο το μέρος του κοινού του που δεν είχε υποκύψει στις σειρήνες της κονφορμιστικής συντηρητικοποίησης.

Ο Σαββόπουλος κι η λογοκλοπή

Όπως πολλοί άλλοι τραγουδοποιοί, ο Διονύσης Σαββόπουλος κατηγορήθηκε κατ' επανάληψη για λογοκλοπή.

Η πρώτη φορά ήταν στη διάρκεια της Χούντας όταν τελεσίδικη απόφαση Δικαστηρίου έκρινε ότι οι στίχοι της εμπορικής του επιτυχία «Ντιρλαντά» δεν ήταν  δημοτικό τραγούδι, όπως αυτός ισχυρίζονταν, αλλά είχαν συγκεκριμένο δημιουργό, έναν Καλύμνιο ψαρά.

Βέβαια η απόφαση ήταν σολομώντεια, καθώς δεν του καταλόγιζε πρόθεση κι επίσης είχαμε δικτατορία κι ο Σαββόπουλος ήταν ο εκπρόσωπος των «γιεγιέδων» των νέων με τα μακριά μαλλιά και τα τζιν παντελόνια, τους οποίους η χούντα, αλλά και το σύνολο σχεδόν της κοινωνίας, αντιπαθούσαν σφόδρα, πολύ δε περισσότερο οι, ούτως ή άλλως υπερσυντηρητικοί, δικαστές.

Η επόμενη φορά που κατηγορήθηκε για λογοκλοπή ήταν όταν κυκλοφόρησε το «Άγγελος Εξάγγελος», του οποίου η μουσική κι οι στίχοι ήταν του Μπομπ Ντύλαν. Το θέμα που τακτοποιήθηκε σχετικά σύντομα, καθώς επίσημα ο Σαββόπουλος διεκδίκησε μονάχα την ελληνική διασκευή του στίχου.

Κατηγορήθηκε επίσης για λογοκλοπή στο τραγούδι του «η συννεφούλα». Επ' αυτού ουδείς μπορεί να του δώσει άδικο καθώς  η συλλογή «το Φορτηγό» του Σαββόπουλου κυκλοφόρησε το 1966, ενώ η ιταλική ταινία Il corsaro Nero, με μουσική των αδελφών Ντε Άντζελις, γυρίστηκε δέκα χρόνια αργότερα.


Γιάννης Χρυσοβέργης