Το ρητορικό(;) αυτό ερώτημα με απασχολεί εδώ και μέρες. Στα 25 χρόνια που παρακολουθώ συστηματικά το διεθνή τύπο ποτέ μέχρι τώρα δεν είχα δει να τίθεται εν αμφιβόλω η πίστη στο μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η αιτία ή, ακριβέστερα, η αφορμή; Μα φυσικά η διαχείριση της ελληνικής χρεοκοπίας. Η οποία απαιτεί τη δημιουργία ανύπαρκτων, μέχρι στιγμής, πολιτικών εργαλείων. Στη δημιουργία των οποίων αντιδρά πεισμόνως μια ομάδα Κρατών - μελών της Ευρωζώνης με επικεφαλής τη Γερμανία.
Για τις συλλογικές ευθύνες της ελληνικής κοινωνίας έχω γράψει κατ' επανάληψη. Όπως και για το δίκιο, από ηθική άποψη, των Γερμανών. Όμως αυτή τη στιγμή τρία είναι τα ενδεχόμενα:
Για τις συλλογικές ευθύνες της ελληνικής κοινωνίας έχω γράψει κατ' επανάληψη. Όπως και για το δίκιο, από ηθική άποψη, των Γερμανών. Όμως αυτή τη στιγμή τρία είναι τα ενδεχόμενα:
- Η αποδοχή της πρότασης της ελληνικής κυβέρνησης για ισχυρή πολιτική στήριξη της Ελλάδας, ώστε να μειωθούν τα επιτόκια δανεισμού στην ελεύθερη αγορά.
- Η πρόσφυγή της Ελλάδας - είτε άμεσα είτε σε συνεργασία με την ΕΕ - στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
- Η κήρυξη στάσης πληρωμών από την Ελλάδα.
Στο σύνολό τους τις τελευταίες ημέρες οι σοβαροί πολιτικοί αναλυτές επισημαίνουν ότι τυχόν υπερίσχυση της δεύτερης ή της τρίτης λύσης σημαίνει αυτόματα το θάνατο του ευρώ και, μεσοπρόθεσμα ή και βραχυπρόθεσμα, το θάνατο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως πολιτικού οργανισμού.
Νεοφιλελεύθερη ιδεολογική τύφλωση που οδηγεί στο δόγμα «αν η πραγματικότητα δε συμφωνεί με τη θεωρία τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα»; Ή, όπως πολλοί προσάπτουν στη Γερμανίδα Καγκελάριο, κοντόφθαλμος λαϊκισμός;
Αυτή τη στιγμή οι αντιδράσεις στην πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης, πέραν της Γερμανίας, προέρχονται επίσης από την Ολλανδία και από τη Φιλανδία. Τι το κοινό έχουν οι τρεις αυτές χώρες; Και των τριών η οικονομία, επωφελείται από τη φτηνή, λόγω ισχυρού ευρώ, αγορά πρώτων υλών και την πώληση των παραγομένων προϊόντων και υπηρεσιών κυρίως εντός της Ευρωζώνης, σε σταθερό νόμισμα. Υπάρχει όμως και ένα δεύτερο κοινό στοιχείο μεταξύ Γερμανίας και Ολλανδίας. Και στις δυο χώρες σημαντική μερίδα των πολιτών - 40% σύμφωνα με προχθεσινή δημοσκόπηση στη Γερμανία και περίσσότεροι από 25% στην Ολλανδία - τάσσονται υπέρ της αποχώρησης των χωρών τους από το ευρώ και της επαναφοράς των εθνικών νομισμάτων. Κι αυτό σε δυο χώρες που επί δεκαετίες η Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση επείχε θέση εθνικής ιδεολογίας. Σε δυο χώρες οι κυβερνήσεις των οποίων απέφευγαν επιμελώς να ψέγουν τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα για τις όποιες νομοθετικές πρωτοβουλίες τους απορρύθμισης του κοινωνικού Κράτους.
Είναι προφανές ότι τα αίτια της πολιτικής μικρόνοιας των ηγεσιών αυτών των χωρών βρίσκονται στην αλλαγή στάσης των κοινωνιών έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των θεσμών της. Μιας Ένωσης η οποία, όπως αποδεικνύει και η με εκθετικό ρυθμό μειούμενη συμμετοχή των πολιτών στις εκλογές για την ανάδειξη των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, διέρχεται, πανευρωπαϊκά, κρίση νομιμοποίησης στη συνείδηση των πολιτών. Κι αυτό είναι και το σημαντικότερο πρόβλημα.
Όλες οι ευρωπαϊκές συνθήκες, από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και μετά, αποσκοπούσαν στη δημιουργία μιας κατά το δυνατό ευρύτερης και απορρυθμισμένης αγοράς, σύμφωνης προς το νεοφιλελεύθερο δόγμα. Ταυτοχρόνως οι πολιτκές ηγεσίες στερούσαν από τους πολίτες το στοιχειώδες δημοκρατικό δικαίωμα της απόφασης για την ευρωπαϊκή οικονομική πολιτική. Το μοναδικό θεσμικό όργανο της Ένωσης που εκλέγεται με καθολική ψηφορορία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μέχρι πρόσφατα είχε μονάχα διακοσμητικό ρόλο και, ακόμα και μετά τις συνθήκες της Νίκαιας και της Λισσαβώνας, δεν έχει δικαίωμα να αποφασίζει για την Ευρωπαϊκή Οικονομική πολιτική.
Η ταφόπλακα στη νομιμοποίηση των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων τέθηκε από το διαβόητο «Ευρωσύνταγμα», ένα τερατούργημα που φιλοδοξούσε να καταστήσει συνταγματικές αρχές της Ένωσης, οι οποίες θα άλλαζαν μόνο με ομοφωνία των εθνικών κυβερνήσεων, όλο το εμπορικό δίκαιο που είχε παραχθεί επί 45 χρόνια. Η απόριψή του από τους Γάλλους και τους Ολλανδούς πολίτες νομιμοποίησε ιδεολογικά τον αντιευρωπαϊσμό. Η, τυχόν, αποδοχή του θα είχε οδηγήσει στην απόλυτη αδυναμία λήψης πολιτικών αποφάσεων και στην απόλυτη δικτατορία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Απέναντι σε αυτή την απονομιμοποίηση των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων στη συνείδηση του μέσου πολίτη, που, από το ένα Κράτος - μέλος στο άλλο λαμβάνει περισσότερο ή λιγότερο ακραίες εκφάνσεις, πολύ φοβούμαι ότι δεν υπάρχουν πλέον τρόποι αντίδρασης.
Κι όπως ο σερβικός παραλογισμός στο Κόσοβο, ήδη από τη δεκαετία του '80, συγκρυστάλλωνε όλες τις παθογένειες της γιουγκοσλαβικής κοινωνίας, έτσι και τώρα, η ελληνική κρίση γίνεται αφορμή για να έρθουν στο προσκήνιο οι παθογένειες που προκάλεσε στην Ευρωπαϊκή Ένωση ο νεοφιλελεύθερος δογματισμός.
Οι απέλπιδες προσπάθειες του Παπανδρέου, του Φερχώυγκεν, του Σαρκοζύ, ακόμα και του Μπαρόσο που τις τελευταίες ημέρες αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι τον περιμένει η μοίρα του Άντε Μάρκοβιτς (τελευταίος ομοσπονδιακός Πρωθυπουργός της Γιουγκοσλαβίας) ή του Γκορμπατσώφ, είναι αμφίβολο αν θα σώσουν, την τελευταία στιγμή, την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Και το πιο ενδιαφέρον είναι ότι στην άρχουσα τάξη της Γερμανίας, της Ολλανδίας και της Φιλανδίας, υπάρχει πλέον η τάση να θεωρείται ως δεδομένος ο έλεγχος της Νότιας Ευρώπης. Και πως πρέπει να κατακτηθεί η νέα ενδοχώτρα: η Ρωσία. Για την κατάκτηση της αγοράς της οποίας το ευρώ,εξαιρετικά ακριβό αυτή τη στιγμή, είναι εμπόδιο.
Γιάννης Χρυσοβέργης
Νεοφιλελεύθερη ιδεολογική τύφλωση που οδηγεί στο δόγμα «αν η πραγματικότητα δε συμφωνεί με τη θεωρία τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα»; Ή, όπως πολλοί προσάπτουν στη Γερμανίδα Καγκελάριο, κοντόφθαλμος λαϊκισμός;
Αυτή τη στιγμή οι αντιδράσεις στην πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης, πέραν της Γερμανίας, προέρχονται επίσης από την Ολλανδία και από τη Φιλανδία. Τι το κοινό έχουν οι τρεις αυτές χώρες; Και των τριών η οικονομία, επωφελείται από τη φτηνή, λόγω ισχυρού ευρώ, αγορά πρώτων υλών και την πώληση των παραγομένων προϊόντων και υπηρεσιών κυρίως εντός της Ευρωζώνης, σε σταθερό νόμισμα. Υπάρχει όμως και ένα δεύτερο κοινό στοιχείο μεταξύ Γερμανίας και Ολλανδίας. Και στις δυο χώρες σημαντική μερίδα των πολιτών - 40% σύμφωνα με προχθεσινή δημοσκόπηση στη Γερμανία και περίσσότεροι από 25% στην Ολλανδία - τάσσονται υπέρ της αποχώρησης των χωρών τους από το ευρώ και της επαναφοράς των εθνικών νομισμάτων. Κι αυτό σε δυο χώρες που επί δεκαετίες η Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση επείχε θέση εθνικής ιδεολογίας. Σε δυο χώρες οι κυβερνήσεις των οποίων απέφευγαν επιμελώς να ψέγουν τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα για τις όποιες νομοθετικές πρωτοβουλίες τους απορρύθμισης του κοινωνικού Κράτους.
Είναι προφανές ότι τα αίτια της πολιτικής μικρόνοιας των ηγεσιών αυτών των χωρών βρίσκονται στην αλλαγή στάσης των κοινωνιών έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των θεσμών της. Μιας Ένωσης η οποία, όπως αποδεικνύει και η με εκθετικό ρυθμό μειούμενη συμμετοχή των πολιτών στις εκλογές για την ανάδειξη των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, διέρχεται, πανευρωπαϊκά, κρίση νομιμοποίησης στη συνείδηση των πολιτών. Κι αυτό είναι και το σημαντικότερο πρόβλημα.
Όλες οι ευρωπαϊκές συνθήκες, από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και μετά, αποσκοπούσαν στη δημιουργία μιας κατά το δυνατό ευρύτερης και απορρυθμισμένης αγοράς, σύμφωνης προς το νεοφιλελεύθερο δόγμα. Ταυτοχρόνως οι πολιτκές ηγεσίες στερούσαν από τους πολίτες το στοιχειώδες δημοκρατικό δικαίωμα της απόφασης για την ευρωπαϊκή οικονομική πολιτική. Το μοναδικό θεσμικό όργανο της Ένωσης που εκλέγεται με καθολική ψηφορορία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μέχρι πρόσφατα είχε μονάχα διακοσμητικό ρόλο και, ακόμα και μετά τις συνθήκες της Νίκαιας και της Λισσαβώνας, δεν έχει δικαίωμα να αποφασίζει για την Ευρωπαϊκή Οικονομική πολιτική.
Η ταφόπλακα στη νομιμοποίηση των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων τέθηκε από το διαβόητο «Ευρωσύνταγμα», ένα τερατούργημα που φιλοδοξούσε να καταστήσει συνταγματικές αρχές της Ένωσης, οι οποίες θα άλλαζαν μόνο με ομοφωνία των εθνικών κυβερνήσεων, όλο το εμπορικό δίκαιο που είχε παραχθεί επί 45 χρόνια. Η απόριψή του από τους Γάλλους και τους Ολλανδούς πολίτες νομιμοποίησε ιδεολογικά τον αντιευρωπαϊσμό. Η, τυχόν, αποδοχή του θα είχε οδηγήσει στην απόλυτη αδυναμία λήψης πολιτικών αποφάσεων και στην απόλυτη δικτατορία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Απέναντι σε αυτή την απονομιμοποίηση των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων στη συνείδηση του μέσου πολίτη, που, από το ένα Κράτος - μέλος στο άλλο λαμβάνει περισσότερο ή λιγότερο ακραίες εκφάνσεις, πολύ φοβούμαι ότι δεν υπάρχουν πλέον τρόποι αντίδρασης.
Κι όπως ο σερβικός παραλογισμός στο Κόσοβο, ήδη από τη δεκαετία του '80, συγκρυστάλλωνε όλες τις παθογένειες της γιουγκοσλαβικής κοινωνίας, έτσι και τώρα, η ελληνική κρίση γίνεται αφορμή για να έρθουν στο προσκήνιο οι παθογένειες που προκάλεσε στην Ευρωπαϊκή Ένωση ο νεοφιλελεύθερος δογματισμός.
Οι απέλπιδες προσπάθειες του Παπανδρέου, του Φερχώυγκεν, του Σαρκοζύ, ακόμα και του Μπαρόσο που τις τελευταίες ημέρες αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι τον περιμένει η μοίρα του Άντε Μάρκοβιτς (τελευταίος ομοσπονδιακός Πρωθυπουργός της Γιουγκοσλαβίας) ή του Γκορμπατσώφ, είναι αμφίβολο αν θα σώσουν, την τελευταία στιγμή, την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Και το πιο ενδιαφέρον είναι ότι στην άρχουσα τάξη της Γερμανίας, της Ολλανδίας και της Φιλανδίας, υπάρχει πλέον η τάση να θεωρείται ως δεδομένος ο έλεγχος της Νότιας Ευρώπης. Και πως πρέπει να κατακτηθεί η νέα ενδοχώτρα: η Ρωσία. Για την κατάκτηση της αγοράς της οποίας το ευρώ,εξαιρετικά ακριβό αυτή τη στιγμή, είναι εμπόδιο.
Γιάννης Χρυσοβέργης
3 σχόλια:
Ενδιαφέρουσα ανάλυση Γιάννη.
Πράγματι, αν η υπερβολική αυτή αντίδραση της Γερμανίας δεν οφείλεται σε μικροπολιτικές για εσωτερική κατανάλωση που θα "λειανθούν" στη συνέχεια, αλλά σε σημαντικότερες "σκέψεις" για αποχώρηση από το ευρώ, τότε ανοίγουν οι ασκοί του αιόλου. Κι όχι μόνο για μας, αλλά για όλους!..
Πιστεύω ότι την τελευταία στιγμή οι Γερμανοί θα κάνουν πίσω. Υπάρχουν πλέον σημαντικές εσωτερικές αντιδράσεις απέναντι στην - σχεδόν - τυχοδιωκτική πολιτική της Μέρκελ και των Φιλελευθέρων.
Αυτό όμως δε σημαίνει ότι το πρόβλημα δεν θα επανέλθει σε μια επόμενη φάση, όταν θα πρέπει να στηριχτούν πολύ σημαντικότερες οικονομίες από τη δική μας...
Κώστας
Είναι πράγματι ενδιαφέρουσα η ανάλυση που κάνεις Γιάννη σχετικά με τον κομπασμό των Γερμανών και το νεοφιλελεύθερο δόγμα που προσπαθούν να μας επιβάλλουν. Ωστόσο, δεν είμαι σίγουρος εάν ο ολοκληρωτισμός τους είναι τόσο ολέθριος για την Ελλάδα. Αντιθέτως πιστεύω οτι κινδυνεύουμε περισσότερο απ' την ουτοπική ιδέα της ευρωπαικής οικογένειας , παρά απ' το ''Τραστ'' του Μπράουν, του Φίσερ και του Κράφτ.
Χαράλαμπος.
Να μου επιοοτρέψεις Χαράλαμπε να κάνω δυο παρατηρήσεις επί του σχολίου σου.
Η ιδέα της «ευρωπαϊκής οικογένειας» είναι τόσο ουτοπική, όσο ουτοπική φάνταζε πριν από 200 χρόνια η ιδέα του «έθνους».
Οι ίδιες ανάγκες που οδήγησαν την αστική τάξη να χτίσει, δια πυρός και σιδήρου, τα έθνη στην Ευρώπη, οι ίδιες ανάγκες την ωθούν σήμερα στην εφεύρεση νέων ευρύτερων κοινοτήτων.
Για να συγκροτηθούν τα έθνη κλήθηκαν οι διανοούμενοι της εποχής - παιδιά αστικών οικογενειών όλοι - να χτίσουν, με εργαλεία κάποια κοινά πολιτισμικά στοιχεία, εθνικούς μύθους.
Το «πρόβλημα» της «ευρωπαϊκής οικογένειας» είναι ότι οι δημιουργοί της δεν ενδιαφέρθηκαν εγκαίρως για τη δημιουργία, με την ίδια δοκιμασμένη μέθοδο με την οποία συγκροτήθηκαν οι εθνικές μυθολογίες, μια ευρωπαϊκή μυθολογία.
Υπάρχει όμως και κάτι άλλο. Το σοσιαλιστικό κίνημα αντέταξε στο «έθνος» την οικουμενικότητα (προλετάριοι όλου του κόσμου ενωθείτε). Το κουβάριασμα στο ασφυκτικό πλαίσιο του έθνους, σε μια εποχή που η εξέλιξη των παραγωγικών σχέσεων και των παραγωγικών δυνάμεων εμπλέκει το σύνολο του πλανήτη δεν είναι Αριστερή οπτική. Και η Αριστερά σήμερα αυτό κάνει, τουλάχιστον στην Ελλάδα.
Η δεύτερη παρατήρησή μου αφορά στη θέση σου ότι «οι Γερμανοί θέλουν να μας επιβάλουν το νεοφιλεύθερο δόγμα». Δε νομίζω ότι κανείς επιδιώκει να μας επιβάλλει το νεοφιλελεύθερο δόγμα. Αντιθέτως η συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας είναι στρατευμένη, σε βαθμό καρικατούρας, στο νεοφιλελευθερισμό. Διότι η πεμπτουσία του νεοφιλελευθερισμού είναι η εξάλειψη της φορολογίας εισοδήματος και η απόσυρση του Κράτους από κάθε μορφή κοινωνικής δραστηριότητας, πλην της καταστολής.
Αυτό ακριβώς πράττει η πολυαριμότατη μικρομεσαία αστική τάξη της «υπερήφανης Ελλάδας». Αρνείται να καταβάλει τους αναλογούντες φόρους εισοδήματος, περιφρονεί τη δημόσια εκπαίδευση και τη δημόσια υγεία, περιφρονεί κάθε έννοια Κράτους Δικαίου αναζητώντας την επίλυση των προβλημάτων μέσω «κάποιου κονέ» και απαιτεί από το Κράτος σκληρή αστυνόμευση αυτών που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα.
Στον αντίποδα της ιδεολογίας αυτής η σοσιαλδημοκρατική προσέγγιση των πραγμάτων θέλει όλοι να φορολογούνται για τα εισοδήματά τους - το πόσο θα φορολογούνται εί θέμα προς συζήτηση - και σε αντάλλαγμα να λαμβάνουν δωρεάν παροχές Παιδείας, Υγείας και ισονομίας.
Με την έννοια αυτή τα μέτρα που, εξ αιτίας της χρεοκοπίας επιβλήθηκαν μάλλον «σοσιαλίζουν»
Γιάννης Χρυσοβέργης
Δημοσίευση σχολίου