Ακολουθώντας τον προβληματισμό του Γιάννη, να καταθέσω κι'εγώ κάποιες σκέψεις.
Μήλος, Ιούνιος 1996. Η «Βαρυτίνη», γνωστή μεταλλευτική εταιρία που δραστηριοποιείται στο νησί, οργανώνει μια ημερίδα ξενάγησης του κοινού στις εγκαταστάσεις της. Και προς το τέλος της ημερίδας, μέσα σε μια μεγάλη αίθουσα, ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου παρουσιάζει με υπερηφάνεια τις δραστηριότητες της επιχείρησης και κυρίως τις εγκαταστάσεις της κάπου στη Δυτική Ευρώπη, όπου γίνεται η τελική επεξεργασία του βιομηχανικού ορυκτού (περλίτης) και παραδίδεται αυτό στις συνεργαζόμενες βιομηχανίες.
Κάποιος από το ακροατήριο διατυπώνει την ερώτηση: «και γιατί να μη γίνεται η τελική επεξεργασία στη Μήλο, όπου εξορύσσεται και η πρώτη ύλη, ώστε να μένει στην Ελλάδα η προστιθέμενη αξία;». Και η απάντηση του προέδρου: «Στη Δυτική Ευρώπη βρίσκονται οι βιομηχανίες με τις οποίες συνεργαζόμαστε, υπάρχει έτοιμο το σιδηροδρομικό δίκτυο που μας συνδέει με αυτές, σε λίγο χρόνο και με χαμηλό κόστος μεταφοράς, οπότε μας συνέφερε να εγκαταστήσουμε εκεί την τελική μονάδα επεξεργασίας».
Με αφορμή τα όλα όσα γράφτηκαν πρόσφατα για τη Γερμανία με τα εμπορικά πλεονάσματα και τη Νότια Ευρώπη με τα ελλείμματα, βρίσκω αυτήν την ιστορία ιδιαίτερα διδακτική. Βασική αιτία που οι Έλληνες «δεν παράγουν» είναι ότι λόγοι που έχουν να κάνουν με τη λειτουργικότητα και με την ανθρωπογεωγραφία της βιομηχανικής παραγωγής επιβάλλουν τη συγκέντρωση των βιομηχανικών μονάδων στον τόπο που αναπτύχθηκαν ιστορικά (Δυτική και Κεντρική Ευρώπη). Και βέβαια, στα πλαίσια μιας εθνικής βιομηχανικής πολιτικής που θα προωθούσε την εκβιομηχάνιση με κρατική παρέμβαση και με προστατευτικά μέτρα, θα μπορούσε να είχε φτιαχτεί η μεταποιητική μονάδα στη Μήλο. Στα πλαίσια όμως μιας ελεύθερης και ανοιχτής οικονομίας χωρίς περιορισμούς στη διακίνηση κεφαλαίου, έτσι όπως λειτουργεί η ΕΕ, η βιομηχανική παραγωγή θα επικεντρωθεί στον τόπο όπου συμφέρει το κεφάλαιο και όχι τους πολίτες των εθνικών κρατών ή τις τοπικές ιθύνουσες τάξεις.
Αν είναι έτσι τα πράγματα, δυο είναι τα πολιτικά συμπεράσματα: α) Εμπορικά πλεονάσματα σε κάποιες χώρες και ελλείμματα σε κάποιες άλλες είναι εν πολλοίς αναπόφευκτο να υπάρχουν, χωρίς να οφείλονται στην υποτιθέμενη «εργατικότητα» των Γερμανών, ή στην «τεμπελιά» των νοτιοευρωπαίων, ή στη «διαφθορά» του ελληνικού κρατικού μηχανισμού. β) Ως εκ τούτου, η βιωσιμότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης προϋποθέτει τη μεταφορά πλούτου από εκεί που πλεονάζει προς εκεί που υπολείπεται. Και σε αυτό το σημείο τίθεται το ζήτημα της πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης, που εδώ και χρόνια έχει παραμεληθεί, καθώς οι επαϊοντες κάνουν πως δεν αντιλαμβάνονται τις αντιφάσεις της λογικής της ανταγωνιστικότητας των επί μέρους εθνικών οικονομιών. Ως πότε άραγε;
Γιώργος Αιμ. Σκιάνης
Σάββατο 27 Μαρτίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου