Άσχημα νέα επεφύλλασσε για τη γερμανική οικονομία η ομοσπανδιακή στατιστική υπηρεσία. Οι εξαγωγές της χώρας τον Ιανουάριο μειώθηκαν κατά 6,3%, περιορίζοντας πλεόνασμα του εμπορικού ισοζυγίου στα 8,7 δισεκατομμύρια ευρώ. Πρόκειται, σύμφωνα με την ομοσπονδιακή στατιστική υπηρεσία πάντα, για τη χειρότερη επίδοση των γερμανικών εξαγωγών από τον Ιανουάριο του 2009. Το γεγονός αποδόθηκε - από τη γερμανική κυβέρνηση και όχι από τη στατιστική υπηρεσία όπως θα μπορούσε να είχε συμβεί στην Ελλάδα - στην κακοκαιρία, η οποία επηρέασε τις μεταφορές.
Σίγουρα φταίει όμως «ο κακός τους ο καιρός»; Προσωπικά δεν είμαι βέβαιος. Τα τελευταία 30 χρόνια οι γερμανικές εξαγωγές απευθύνονται, όλο και περισσότερο, στα Κράτη -μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχοντας επιτύχει η Γερμανία, στις προηγούμενες δεκαετίες, να καταστήσει το Made in Germany ισοδύναμο του ποιοτικού προϊόντος δεν είχε καμιά καμιά δυσκολία, επωφελούμενη της ελευθερίας διακίνησης προϊόντων, να κυριαρχήσει στις ευρωπαϊκές αγορές, ιδίως σε αυτές της Νότιας Ευρώπης, όπου οι κοινωνίες , από τα μέσα της δεκαετίας του '70 και μετά, διψούσαν για καταναλωτικά αγαθά και, επιπλέον, δεν υπήρχαν ανταγωνιστικές εγχώριες βιομηχανίες. Κι αυτό ίσχυε πολύ περισσότερο για την ατμομηχανή της γερμανικής οικονομίας, την αυτοκινητοβιομηχανία.
Ήδη, όταν στις αρχές της δεκαετίας του '90 άρχισαν να τίθενται οι αρχές που έμελλε να διέπουν την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το κοινό νόμισμα, ο κύριος όγκος των γερμανικών εξαγωγών είχε προορισμό τα άλλα Κράτη -μέλη της ΕΕ. Αυτός ήταν και ο λόγος που υπαγόρευσε στη γερμανική κυβέρνηση να απαιτήσει, και να επιβάλει, το «σκληρό ευρώ», που εξασφάλιζε πρώτες ύλες σε χαμηλές τιμές και πωλήσεις των προϊόντων σε σταθερό νόμισμα. Αντιθέτως, τα προϊόντα του Ευρωπαϊκού Νότου, που απευθύνονταν σε αγορές εκτός Ευρώπης, και τα οποία ούτως ή άλλως αντιμετώπιζαν προβλήματα ανταγωνιστικότητας, έγιναν ακόμα λιγότερο ελκυστικά, με αποτέλεσμα να διευρύνονται τα ελλείμματα του Ευρωπαϊκού Νότου επιβαρύνοντας κι άλλο το δημόσιο χρέος.
Όσο βαστούσε η περίοδος των παχιών αγελάδων, ουδείς ενοχλούνταν από όλα αυτά. Ήρθε όμως η κρίση και μαζί της η γκρίνια. Και ξαφνικά, η γερμανική κυβέρνηση, οι γερμανικές τράπεζες και οι όμιλοι των ΜΜΕ που εξαρτώνται από αυτές διαπίστωσαν ότι «οι τεμπέληδες Έλληνες», αλλά και οι «άλλοι τεμπέληδες του Νότου ξοδεύουν αλόγιστα αντί να εργάζονται». Και διακήρυξαν ότι «ήρθε η ώρα να σταματήσουμε να πληρώνουμε για τους τεμπέληδες».
Δεν είναι στις προθέσεις μου να επεκταθώ στην αξιολόγηση όλων των παραπάνω στερεοτύπων που, ειρήσθω εν παρόδω, δε στερούνται και απολύτως αλήθειας. απλώς διαπιστώνω ότι, όλως συμπτωματικά, της μείωσης των γερμανικών εξαγωγών είχαν προηγηθεί -ή απλώς ανακοινωθεί -τα πρώτα σκληρά μέτρα, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά στο σύνολο των χωρών του Ευρωπαϊκού Νότου. Κι έτσι, πολλοί επίδοξοι αγοραστές γερμανικών αυτοκινήτων ανέστειλαν τις αγορές τους.
Φταίει λοιπόν ο «κακός καιρός ή κάτι άλλο»; It's elementary my dear Watson!
Γιάννης Χρυσοβέργης
Σίγουρα φταίει όμως «ο κακός τους ο καιρός»; Προσωπικά δεν είμαι βέβαιος. Τα τελευταία 30 χρόνια οι γερμανικές εξαγωγές απευθύνονται, όλο και περισσότερο, στα Κράτη -μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχοντας επιτύχει η Γερμανία, στις προηγούμενες δεκαετίες, να καταστήσει το Made in Germany ισοδύναμο του ποιοτικού προϊόντος δεν είχε καμιά καμιά δυσκολία, επωφελούμενη της ελευθερίας διακίνησης προϊόντων, να κυριαρχήσει στις ευρωπαϊκές αγορές, ιδίως σε αυτές της Νότιας Ευρώπης, όπου οι κοινωνίες , από τα μέσα της δεκαετίας του '70 και μετά, διψούσαν για καταναλωτικά αγαθά και, επιπλέον, δεν υπήρχαν ανταγωνιστικές εγχώριες βιομηχανίες. Κι αυτό ίσχυε πολύ περισσότερο για την ατμομηχανή της γερμανικής οικονομίας, την αυτοκινητοβιομηχανία.
Ήδη, όταν στις αρχές της δεκαετίας του '90 άρχισαν να τίθενται οι αρχές που έμελλε να διέπουν την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το κοινό νόμισμα, ο κύριος όγκος των γερμανικών εξαγωγών είχε προορισμό τα άλλα Κράτη -μέλη της ΕΕ. Αυτός ήταν και ο λόγος που υπαγόρευσε στη γερμανική κυβέρνηση να απαιτήσει, και να επιβάλει, το «σκληρό ευρώ», που εξασφάλιζε πρώτες ύλες σε χαμηλές τιμές και πωλήσεις των προϊόντων σε σταθερό νόμισμα. Αντιθέτως, τα προϊόντα του Ευρωπαϊκού Νότου, που απευθύνονταν σε αγορές εκτός Ευρώπης, και τα οποία ούτως ή άλλως αντιμετώπιζαν προβλήματα ανταγωνιστικότητας, έγιναν ακόμα λιγότερο ελκυστικά, με αποτέλεσμα να διευρύνονται τα ελλείμματα του Ευρωπαϊκού Νότου επιβαρύνοντας κι άλλο το δημόσιο χρέος.
Όσο βαστούσε η περίοδος των παχιών αγελάδων, ουδείς ενοχλούνταν από όλα αυτά. Ήρθε όμως η κρίση και μαζί της η γκρίνια. Και ξαφνικά, η γερμανική κυβέρνηση, οι γερμανικές τράπεζες και οι όμιλοι των ΜΜΕ που εξαρτώνται από αυτές διαπίστωσαν ότι «οι τεμπέληδες Έλληνες», αλλά και οι «άλλοι τεμπέληδες του Νότου ξοδεύουν αλόγιστα αντί να εργάζονται». Και διακήρυξαν ότι «ήρθε η ώρα να σταματήσουμε να πληρώνουμε για τους τεμπέληδες».
Δεν είναι στις προθέσεις μου να επεκταθώ στην αξιολόγηση όλων των παραπάνω στερεοτύπων που, ειρήσθω εν παρόδω, δε στερούνται και απολύτως αλήθειας. απλώς διαπιστώνω ότι, όλως συμπτωματικά, της μείωσης των γερμανικών εξαγωγών είχαν προηγηθεί -ή απλώς ανακοινωθεί -τα πρώτα σκληρά μέτρα, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά στο σύνολο των χωρών του Ευρωπαϊκού Νότου. Κι έτσι, πολλοί επίδοξοι αγοραστές γερμανικών αυτοκινήτων ανέστειλαν τις αγορές τους.
Φταίει λοιπόν ο «κακός καιρός ή κάτι άλλο»; It's elementary my dear Watson!
Γιάννης Χρυσοβέργης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου