Σάββατο 13 Μαρτίου 2010

Πεθαίνοντας στα τριάντα

Τρίτη βράδυ, περνάω έξω από ένα προπατζίδικο στη γειτονιά. Βλέπω μέσα έναν παλιό φίλο. Τον χαιρετάω από μακριά κουνώντας το χέρι, χωρίς να σταματήσω. Όμως αυτός πετάγεται έξω και είναι φανερό πως θέλει να μου μιλήσει. Με το που έρχεται κοντά μου φαίνεται καθαρά πως είναι σουρωμένος. Δεν είναι η πρώτη φορά εξ άλλου.
Με αγκαλιάζει κάπως άγαρμπα και με καλεί να πιούμε «βιολογικό κρασί». Αρνούμαι καθότι δεν έχω όρεξη για τέτοια φάση. Ωστόσο πιάνουμε την κουβέντα και κάποια στιγμή μου λέει: «ξέρεις σήμερα είναι η επέτειος που η αδερφή μου...».
Δεν χρειαζόταν να ακούσω τη συνέχεια. Θυμήθηκα το προ εικοσαετίας περιστατικό, που είχα πολλά χρόνια να ανασύρω στη μνήμη μου. Τη συνομίληκη περίπου με μένα κοπέλλα, κοντά στα τριάντα τότε, που αν και δεν τη γνώριζα και τόσο καλά ήξερα ότι περνάει από διάφορα λούκια. Την τελευταία νύχτα της σε σπίτι φίλων όπου έβαζε ξανά και ξανά να παίζει στην κασέτα εκείνο το τραγούδι του Μητροπάνου με το στίχο «αλλοίμονο σ’αυτούς που δεν αγάπησαν», ίσως εν είδει πνευματικής παρακαταθήκης για εμάς που θα μέναμε ζωντανοί. Και τέλος το απονενοημένο διάβημα στο διαμέρισμά της, για το οποίο κάτι είχαν γράψει στα ψιλά οι εφημερίδες.
Το «πεθαίνοντας στα τριάντα» είναι ο τίτλος μιας γαλλικής ταινίας που παιζόταν εκείνα τα χρόνια στους κινηματογράφους και μιλούσε για τα αδιέξοδα της γενιάς του’68, που εκεί, γύρω στο τέλος της δεκαετίας του’70, κάποιοι από αυτούς επέλεγαν να αποχωρήσουν από το μάταιο τούτο κόσμο.
Οι δυο περιπτώσεις διαφέρουν, νομίζω όμως πως έχουν κάτι κοινό: τα τριάντα είναι η ηλικία που ναι μεν παραμένει κανείς βιολογικά νέος, ωστόσο κλείνει η φάση των σπουδών, της ζωής χωρίς επαγγελματικές και οικογενειακές υποχρεώσεις και ξεκινάει μια νέα φάση όπου θα πρέπει να ενταχτεί κανείς στην παραγωγή και στους ρυθμούς της ενήλικης ζωής, χωρίς οικογενειακές καβάτζες και χωρίς το άλλοθι της πρώτης νεότητας. No direction home, like a rolling stone κατά Μπομπ Ντύλαν. Τον τρόπο ζωής των πατεράδων μας και των μεγαλύτερων ξαδέρφων μας, που μάλλον μας απωθούσε ως πιτσιρικάδες, τώρα πια βλέπουμε ότι θα πρέπει να τον ακολουθήσουμε κι’εμείς.
Με αυτήν την έννοια, νομίζω πως γύρω στα τριάντα κάτι «πεθαίνει» μέσα σε όλους μας. Στο εξής, όσο περνούν τα χρόνια, παθιαζόμαστε όλο και πιο δύσκολα και τα ενδιαφέροντά μας και οι αναζητήσεις μας, για όσους από εμάς εξακολουθούμε να έχουμε, γίνονται όλο και πιο προβλέψιμες και σύμφωνες με τη ρότα που ακολουθούμε. Κρατώντας ίσως σαν παρακαταθήκη πράγματα που μας διαμόρφωσαν στη νεότητά μας, όπως ο τρόπος σκέψης στον οποίο μπήκαμε όταν σπουδάζαμε φυσική, τα ισπανικά που τότε φαινόταν να μας ανοίγουν μια καινούργια πόρτα αλλά τώρα πια είναι μόνο μια ξένη γλώσσα που ακόμα τη μιλάμε καλά, και ακόμα τα τραγούδια του Μητροπάνου που πάντα θέλουμε να τα ακούμε...

Γιώργος Αιμ. Σκιάνης

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Γιώργο θυμάμαι την κοπέλα... και το περιστατικό επίσης.
Ακραία περίπτωση θα έλεγα...
Όμως κατά τα άλλα έχεις δίκιο... όμορφα τα γράφεις...
Κώστας

Άτακτος Λόγος είπε...

Έχεις δίκιο Γιώργο. Στους πολλούς, στα 30 «κάτι πεθαίνει». Αλλά ταυτόχρονα και κάτι άλλο γεννιέται. Είναι αυτό που πατάει στις παρακαταθήκες της νιότης. Γιατι, ναι μεν γινόμαστε πιο προβλέψιμοι στις αντιδράσεις μας, ναι μεν ανεπαισθήτως, όπως θά'λεγε κι ο Καβάφης, η σωφροσύνη καταλμβάνει τη θέση της αποκοτιάς, όμως το ζητούμενο για εμένα είναι άλλο: αν η σημερινή μας σωφροσύνη είναι μετεξέλιξη της χθεσινής αποκοτιάς, όπως η πεταλούδα είναι μετεξέλιξη μιας κάμπιας ή αν είναι «παρθενογένεση». Γι αυτό νομίζω ότι κρινόμαστε τελικά.

Γιάννης Χρυσοβέργης