Πάνε τώρα κάπου δέκα με δεκαπέντε χρόνια. Ήταν μεσημέρι και καθόμουνα στο Σκάρλετ, εκεί στην πλατεία των Παναθηναίων. Κάποια στιγμή περνάει απ’εξω ο Νίκος Κοεμτζής, που προχθές μας άφησε χρόνους. Ένας από τους θαμώνες της καφετέριας, χωρίς να τον γνωρίζει προσωπικά, τον φωνάζει με το μικρο του όνομα και τον καλεί να καθίσει μαζί μας.
Ο Κοεμτζής έρχεται προς το μέρος μας. Είναι καλοντυμένος και κάπως αμήχανος. Είναι όμως ζήτημα λίγων λεπτών, στη συζήτηση που ακολουθεί με αυτόν που τον κάλεσε, να πάρει το επάνω χέρι και να κινηθεί με άνεση στο άγνωστο, γι’αυτόν, περιβάλλον.
Δε θυμάμαι τί ειπώθηκε στη συζήτηση και εξάλλου δεν έχει σημασία. Μετά από λίγο ο Κοεμτζής έφυγε και κάποιοι από την καφετέρια εξφρασαν τη δυσφορία τους που υποχρεώθηκαν να συνυπάρξουν με έναν εγκληματία. Εμένα ωστόσο, δυο πράγματα μου έκαναν καλή εντύπωση: ο δυναμισμός που έβγαλε πάνω στη συζήτηση, έτσι όπως την έφερε στα μέτρα του, και το σπινθηροβόλο, «τσαμπουκαλίδικο» βλέμμα του που ακόμα το θυμάμαι.
Ένα τέτοιο βλέμμα, το έχω δει και σε έφηβους που προσπαθούν να επιβληθούν ως κουτσαβάκια στο περιβάλλον τους, ποντάροντας στην ανοχή των άλλων και, ενδεχομένως, στις πλάτες των πατεράδων τους. Με τον Κοεμτζή όμως είναι αλλιώς. Το να διατηρεί κάποιος στα εξήντα του το ίδιο παληκαρίσιο, έστω και κάπως επιθετικό βλέμμα, έχοντας περάσει από μακρόχρονη φυλάκιση και έχοντας φάει το ξύλο της χρονιάς του, νομίζω πως είναι αρετή.
Ο άνθρωπος αυτός δε μπορεί να είναι τυχαίος. Γνώρισε την κοινωνική περιθωριοποίηση, το κυνηγητό από την αστυνομία και το μακρόχρονο εγκλεισμό στη φυλακή. Οδηγήθηκε στο έγκλημα ως αποτέλεσμα της ασφυκτικής πίεσης που ένιωθε από το περιβάλλον και ωθούμενος από τον ιδιότυπο κώδικα αξιών που κουβαλούσε. Και αυτές τις αξίες προσπάθησε να τις διατηρήσει σε πολύ δυσμενείς γι'αυτόν συνθήκες, όταν πολλοί άλλοι θα συνθηκολογούσαν.
Έχω καιρό να ακούσω το "μακρύ ζεϊμπεκικο για το Νίκο", γι’αυτό και το αναρτώ.
Γιώργος Αιμ. Σκιάνης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου