του Δελφικού Μαντείου τον χρησμό.
«Τα εβδομήντα τρία χρόνια να φοβάται.»
Είχε καιρόν ακόμη να χαρεί.
....
Aυτά ο Νέρων. Και στην Ισπανία ο Γάλβας
κρυφά το στράτευμά του συναθροίζει και το ασκεί,
ο γέροντας ο εβδομήντα τριώ χρονώ.
Στους στίχους αυτούς του Κωνσταντίνου Καβάφη παραπέμπει εδώ και ένα χρόνο η συνεχής στοχοποίηση του ΣΥΡΙΖΙΚΟΥ καφενείου από το ΠΑΣΟΚ και την κυβέρνηση για τα διαρκώς αυξανόμενα περιστατικά πολιτικής βίας.
Είναι γεγονός ότι οι συστηματικές επιθέσεις εναντίον βουλευτών, κυρίως του ΠΑΣΟΚ, αλλά και όχι μόνο, είναι ένα φαινόμενο πρωτοφανές στην Ευρώπη μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο (αν εξαιρέσουμε φυσικά την περίοδο του άτυπου εμφυλίου που έζησε η Ιταλία στη δεκαετία του '70).
Είναι επίσης γεγονός ότι οι επιθέσεις αυτές είναι ολοένα πιο συχνές, ολοένα πιο βίαιες. Όπως επίσης γεγονός είναι ότι τις επιθέσεις αυτές υπερασπίζονται δημόσια διάφορα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Όμως εξ ίσου γεγονός είναι ότι οι άνθρωποι αυτοί ουδέποτε έχουν βγει από τα κομματικά τους γραφεία και οι απόψεις τους αυτές δημοσιεύονται σε έντυπα και ιστοτόπους που, κανείς πλην των κομματικών τους μελών - και αυτών όχι όλων - δεν αντέχει να διαβάσει.
Ταυτόχρονα, ανεπαισθήτως, αναπτύσσεται ένα μαζικό ακροδεξιό κίνημα, που δεν ταυτίζεται, προς το παρόν τουλάχιστον, με την ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ και τις υπόλοιπες γνωστές ακροδεξιές οργανώσεις. Εκδηλώνεται μέσω των χιλιάδων αναρτήσεων εθνικού, φυλετικού και αντικοινοβουλευτικού μίσους στη μπλογκόσφαιρα, μέσω της μαζικής συμμετοχής στις συνάξεις γραφικών, μέχρι πρόσφατα, φυσιογνωμιών, όπως ο Δημήτρης Κολλάτος και ο Μίκης Θεοδωράκης, μέσω της συμμετοχής στις διαδηλώσεις των ΑΓΑΝΑΚΤΙΣΜΕΝΩΝ στο πάνω μέρος της Πλατείας Συντάγματος.
Το κίνημα αυτό, αμφισβητεί ανοιχτά τους κανόνες του κοινοβουλευτισμού και τα θεσμικά όργανα της Δημοκρατίας απαξιώνοντας τους πάντες και τα πάντα, ευαγγελίζεται μια φαντασιακή εξωθεσμική εθνική ανάταση, και, το κυριότερο, πρωτοστατεί σε πράξεις πολιτικής βίας.
Η άρνηση της κυβέρνησης και του ΠΑΣΟΚ να δουν τα πράγματα όπως έχουν και να παραδεχτούν μια επικίνδυνη πραγματικότητα, η οποία απαιτεί δράση, δεν είναι αποτέλεσμα φτηνιάρικων τρικ πολιτικής επικοινωνίας. Αντιθέτως, είναι αποτέλεσμα προχωρημένου πολιτικού αυτισμού και πλήρους απώλειας της επαφής με την ελληνική κοινωνία.
Δε θα άξιζε να ανησυχεί κανείς γι αυτό, αν το ραγδαία εξελισσόμενο ακροδεξιό κίνημα δεν απειλούσε, ανοιχτά πλέον, το σύνολο των δημοκρατικών κατακτήσεων της κοινωνίας από τη Μεταπολίτευση και μετά. Δυο είναι οι κοινωνικές προελεύσεις της μάζας - διότι περί μάζας πρόκειται - των υποστηρικτών αυτού του κινήματος.
Η πρώτη είναι νέοι κάτω των 30 ετών, καταδικασμένοι σε μακρόχρονη ανεργία, χωρίς καμιά ελπίδα - ή τουλάχιστον έτσι νομίζουν - να ζήσουν ξανά τις περιόδους ευημερίας στις οποίες μεγάλωσαν. Κι επειδή όλη τους η εκπαίδευση, από το Δημοτικό ως το Πανεπιστήμιο, βασίστηκε στην παπαγαλία, έχουν γίνει ανίκανοι να σκεφτούν μόνοι τους και επομένως είναι ανίκανοι να ονειρευτούν ένα μέλλον δικό τους. Τους αρκεί η αναζήτηση κάποιων «φταιχτών», που είναι «υπεύθυνοι για όλα τα δεινά που τους συμβαίνουν» και ο απλουστευτικός αφοριστικός λόγος των «ανησυχούντων για το μέλλον του έθνους», που ταυτοχρόνως υπόσχονται τη «μαγική σωτηρία» ευθύς μόλις κλείσουν τα σύνορα, είναι γι αυτούς βάλσαμο. Και απαιτούν την κατεδάφιση όλων των πολιτικών και κοινωνικών κατακτήσεων της Μεταπολίτευσης, στο όνομα της καταδίκης του «σάπιου πολιτικού συστήματος» (Επ' αυτού δεν είναι επιτρέπεται να μην αναρωτηθούμε πώς, ως γονείς, εκθρέψαμε μια γενιά αδιόρθωτων φασιστών).
Η δεύτερη είναι άνθρωποι της γενιάς των γονέων των πρώτων. Ηλικίας 45 - 60 ετών, βλέπουν την ευημερία στην οποία είχαν συνηθίσει να καταρρέει σα χάρτινος πύργος, βλέπουν το φάσμα της φτώχειας να υψώνεται απειλητικό εμπρός τους και να τους ξυπνάει τους εφιάλτες της πείνας και της ανέχειας των γονέων τους. Και εξοργίζονται με το «χρεοκοπκημένο πολιτικό σύστημα» χωρίς να τους απασχολεί η προσωπική τους συμβολή σε αυτή τη χρεοκοπία, μέσω της εκλογικής πριμοδότησης του κάθε Μαυρογυαλούρου και της συστηματικής περιθωριοποίησης κάθε έντιμης φωνής.
Οι ιδεολογικές ρίζες αυτής της νέας ελληνικής ακροδεξιάς ανάγονται, όσο κι αν αυτό φαίνετααι περίεργο, στην ίδρυση του ΕΑΜ. Στα χρόνια που ακολούθησαν την απελευθέρωση, έχοντας η Αριστερά να αντιμετωπίσει την προπαγάνδα των δωσιλόγων της Κατοχής που την κατηγορούσαν για «εθνική μειοδοσία», ξέχασε γρήγορα ότι εκτός από «λεύτερη την πατρίδα» ήθελε και «πανανθρώπινη τη Λευτεριά». Στη δεκαετία του '50 η ακροδεξιά ΕΟΚΑ βρήκε έναν απίστευτο σύμμαχο στην ΕΔΑ και στο ΚΚΕ, που με περίσσεια ευκολία ξέχασαν πως, στον κατάλογο των θυμάτων της, οι Κύπριοι κομμουνιστές ήταν πολλαπλάσιοι των Άγγλων και των υπαλλήλων της βρετανικής αποικιοκρατίας.
Στη μεταπολίτευση ο ακραία εθνικιστικός, αντιευρωπαϊκός αυτός λόγος εκφράστηκε, στη μεν ελαφρολαϊκή εκδοχή του, από το ΚΚΕ και, κυρίως, από το ΠΑΣΟΚ - τον χρησιμοποίησε ως μέσο εκλογικής διεμβόλισης της Αριστεράς - στη δε σκληροπυρηνική εκδοχή του από τη 17 ΝΟΕΜΒΡΗ, η οποία, ας μην το ξεχνάμε, τύγχανε ευρύτατης λαϊκής αποδοχής.
Ο εθνικισμός αυτός κατέστη κυρίαρχη κοινωνική ιδεολογία στη δεκαετία του '80 και γιγαντώθηκε με τα συλλαλητήρια για τη «Μακεδονία μας», στα οποία, ας μην το ξεχνάμε και πάλι, είχε πρωτοστατήσει το ΠΑΣΟΚ, για να μπει λίγο στο ψυγείο μετά το φιάσκο των Ιμίων, αλλά για να φουντώσει ξανά με τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004.
Η χρεοκοπία της χώρας το 2009 και η διαχείρισή της από την κυβέρνηση που εξελέγη, ενώ γνώριζε την κατάσταση, με το σύνθημα «λεφτά υπάρχουν», έδωσε σε αυτό το έρπον ακροδεξιό ρεύμα τη δυνατότητα να βγει στο προσκήνιο.
Άμυνες απέναντί του δεν υπάρχουν , ούτε μπορούν να υπάρξουν, ούτε από την Κυβέρνηση, ούτε από την Αριστερά. Η πρώτη, ψευδόμενη ασύστολα προεκλογικά και καταρρακώνοντας κάθε έννοια Κράτους Δικαίου, σε όλα ανεξαιρέτως τα νομοθετήματα που έχει ψηφίσει τους τελευταίους 14 μήνες, περιέβαλε την ακροδεξιά με την τήβενο της «αντίστασης»
Η δεύτερη, έχοντας χαϊδέψει τα αυτιά, όλων αυτών των ανθρώπων για τρεις ολόκληρες δεκαετίες, έχοντας αρνηθεί, για ψηφοθηρικούς λόγους, να στηλιτεύσει τη μικρολαμογιά των «έντιμων ανθρώπων κυρ- Παντελήδων» και - ελλείψει πολιτικών θέσεων για την αντιμετώπιση της κρίσης - έχοντας επενδύσει όλη της την αντιπολιτευτική δράση σε έναν υστερικά καταγγελτικό λόγο, έχει καταστεί θλιβερή ουρά της Ακροδεξιάς, σε ένα δρόμο που με βεβαιότητα θα οδηγήσει στη φυσική της εξόντωση.
Στο μεταξύ, Κυβέρνηση κι Αριστερά, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα, μη διανοούμενοι να αλλάξουν, έστω στο παρά ένα, μήπως και κάτι περισωθεί, εκ βάθρων την πολιτική τους αντίληψη, σκιαμαχούν περί πολιτικής βίας.
Γιάννης Χρυσοβέργης
Η πρώτη είναι νέοι κάτω των 30 ετών, καταδικασμένοι σε μακρόχρονη ανεργία, χωρίς καμιά ελπίδα - ή τουλάχιστον έτσι νομίζουν - να ζήσουν ξανά τις περιόδους ευημερίας στις οποίες μεγάλωσαν. Κι επειδή όλη τους η εκπαίδευση, από το Δημοτικό ως το Πανεπιστήμιο, βασίστηκε στην παπαγαλία, έχουν γίνει ανίκανοι να σκεφτούν μόνοι τους και επομένως είναι ανίκανοι να ονειρευτούν ένα μέλλον δικό τους. Τους αρκεί η αναζήτηση κάποιων «φταιχτών», που είναι «υπεύθυνοι για όλα τα δεινά που τους συμβαίνουν» και ο απλουστευτικός αφοριστικός λόγος των «ανησυχούντων για το μέλλον του έθνους», που ταυτοχρόνως υπόσχονται τη «μαγική σωτηρία» ευθύς μόλις κλείσουν τα σύνορα, είναι γι αυτούς βάλσαμο. Και απαιτούν την κατεδάφιση όλων των πολιτικών και κοινωνικών κατακτήσεων της Μεταπολίτευσης, στο όνομα της καταδίκης του «σάπιου πολιτικού συστήματος» (Επ' αυτού δεν είναι επιτρέπεται να μην αναρωτηθούμε πώς, ως γονείς, εκθρέψαμε μια γενιά αδιόρθωτων φασιστών).
Η δεύτερη είναι άνθρωποι της γενιάς των γονέων των πρώτων. Ηλικίας 45 - 60 ετών, βλέπουν την ευημερία στην οποία είχαν συνηθίσει να καταρρέει σα χάρτινος πύργος, βλέπουν το φάσμα της φτώχειας να υψώνεται απειλητικό εμπρός τους και να τους ξυπνάει τους εφιάλτες της πείνας και της ανέχειας των γονέων τους. Και εξοργίζονται με το «χρεοκοπκημένο πολιτικό σύστημα» χωρίς να τους απασχολεί η προσωπική τους συμβολή σε αυτή τη χρεοκοπία, μέσω της εκλογικής πριμοδότησης του κάθε Μαυρογυαλούρου και της συστηματικής περιθωριοποίησης κάθε έντιμης φωνής.
Οι ιδεολογικές ρίζες αυτής της νέας ελληνικής ακροδεξιάς ανάγονται, όσο κι αν αυτό φαίνετααι περίεργο, στην ίδρυση του ΕΑΜ. Στα χρόνια που ακολούθησαν την απελευθέρωση, έχοντας η Αριστερά να αντιμετωπίσει την προπαγάνδα των δωσιλόγων της Κατοχής που την κατηγορούσαν για «εθνική μειοδοσία», ξέχασε γρήγορα ότι εκτός από «λεύτερη την πατρίδα» ήθελε και «πανανθρώπινη τη Λευτεριά». Στη δεκαετία του '50 η ακροδεξιά ΕΟΚΑ βρήκε έναν απίστευτο σύμμαχο στην ΕΔΑ και στο ΚΚΕ, που με περίσσεια ευκολία ξέχασαν πως, στον κατάλογο των θυμάτων της, οι Κύπριοι κομμουνιστές ήταν πολλαπλάσιοι των Άγγλων και των υπαλλήλων της βρετανικής αποικιοκρατίας.
Στη μεταπολίτευση ο ακραία εθνικιστικός, αντιευρωπαϊκός αυτός λόγος εκφράστηκε, στη μεν ελαφρολαϊκή εκδοχή του, από το ΚΚΕ και, κυρίως, από το ΠΑΣΟΚ - τον χρησιμοποίησε ως μέσο εκλογικής διεμβόλισης της Αριστεράς - στη δε σκληροπυρηνική εκδοχή του από τη 17 ΝΟΕΜΒΡΗ, η οποία, ας μην το ξεχνάμε, τύγχανε ευρύτατης λαϊκής αποδοχής.
Ο εθνικισμός αυτός κατέστη κυρίαρχη κοινωνική ιδεολογία στη δεκαετία του '80 και γιγαντώθηκε με τα συλλαλητήρια για τη «Μακεδονία μας», στα οποία, ας μην το ξεχνάμε και πάλι, είχε πρωτοστατήσει το ΠΑΣΟΚ, για να μπει λίγο στο ψυγείο μετά το φιάσκο των Ιμίων, αλλά για να φουντώσει ξανά με τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004.
Η χρεοκοπία της χώρας το 2009 και η διαχείρισή της από την κυβέρνηση που εξελέγη, ενώ γνώριζε την κατάσταση, με το σύνθημα «λεφτά υπάρχουν», έδωσε σε αυτό το έρπον ακροδεξιό ρεύμα τη δυνατότητα να βγει στο προσκήνιο.
Άμυνες απέναντί του δεν υπάρχουν , ούτε μπορούν να υπάρξουν, ούτε από την Κυβέρνηση, ούτε από την Αριστερά. Η πρώτη, ψευδόμενη ασύστολα προεκλογικά και καταρρακώνοντας κάθε έννοια Κράτους Δικαίου, σε όλα ανεξαιρέτως τα νομοθετήματα που έχει ψηφίσει τους τελευταίους 14 μήνες, περιέβαλε την ακροδεξιά με την τήβενο της «αντίστασης»
Η δεύτερη, έχοντας χαϊδέψει τα αυτιά, όλων αυτών των ανθρώπων για τρεις ολόκληρες δεκαετίες, έχοντας αρνηθεί, για ψηφοθηρικούς λόγους, να στηλιτεύσει τη μικρολαμογιά των «έντιμων ανθρώπων κυρ- Παντελήδων» και - ελλείψει πολιτικών θέσεων για την αντιμετώπιση της κρίσης - έχοντας επενδύσει όλη της την αντιπολιτευτική δράση σε έναν υστερικά καταγγελτικό λόγο, έχει καταστεί θλιβερή ουρά της Ακροδεξιάς, σε ένα δρόμο που με βεβαιότητα θα οδηγήσει στη φυσική της εξόντωση.
Στο μεταξύ, Κυβέρνηση κι Αριστερά, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα, μη διανοούμενοι να αλλάξουν, έστω στο παρά ένα, μήπως και κάτι περισωθεί, εκ βάθρων την πολιτική τους αντίληψη, σκιαμαχούν περί πολιτικής βίας.
Γιάννης Χρυσοβέργης
3 σχόλια:
Ίσως αυτά τα φαινόμενα αυγατίζουν γιατί η λεγόμενη δημοκρατία είναι βασικά ένα ψέμα. Το να ψηφίζεις κάθε τέσσερα χρόνια είναι απείρως καλύτερο απ'το να υφίστασαι χούντα, αλλά με κανένα τρόπο δεν σημαίνει ότι ο λαός αποφασίζει. Σε μιά πραγματικά αντιπροσωπευτική δημοκρατία ο πολιτικός αντιπροσωπεύει τον πολίτη - πραγματικά ψάχνει τι βούλονται οι αντιπροσωπευόμενοι/ες και γι αυτό αγωνίζεται. Όταν ο πολίτης δεν αντιπροσωπεύεται αλλά αγοράζεται, δωροδοκείται, αγνοείται, σπινάρεται, χειραγωγείται και κυρίως ταπεινώνεται τότε καταφεύγει στην ηθική καθαρότητα του δεξιού η αριστερού φασισμού.
Μιχάλη, νομίζω ότι μπαίνουμε σε μια συζήτηση της μορφής «η κότα έκανε τ' αυγό ή το αυγό την κότα;».
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το καθεστώς της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, συντηρεί και ενθαρρύνει φαινόμενα εξαγοράς της ψήφου, φαινόμενα συναλλαγών πάνω και κάτω από το τραπέζι.
Δεν υπάρχει όμως αμφιβολία επίσης ότι παρέχει στον πολίτη πλήθος μέσων διεκδίκησης των δικαιωμάτων του και όποιος γνωρίζει τα δικαιώματά του μπορεί να τα διεκδικήσει (και συνήθως το πράττει).
Κατά συνέπεια το τι πολιτικοί σχηματισμοί επιβιώνουν, εκπροσωπούνται και ασκούν τη διακυβέρνηση, καθώς και το ήθος των προσώπων που ασκούν τη διακυβέρνηση, δεν είναι άσχετα από τη βούληση των πολιτών.
Και βέβαια οι ίδιοι άνθρωποι που αρνούνται να ασκήσουν τα δικαιώματά τους σε περιόδους κοινοβουλευτικής δημοκρατίας είναι αυτοί που κατακεραυνώνουν τη «διαφθορά» θεσμών και προσώπων και αναζητούν «εθνικές ανατάσεις».
Γιάννης Χρυσοβέργης
Υ.Γ. Δε μπαίνω στη συζήτηση περί άμεσης δημοκρατίας, γιατί κατά τη γνώμη μου, η τελευταία προσκρούει στα μεγέθη. Με δυο λόγια, για την ύπαρξή της υπάρχουν δυο προϋποθέσεις. Η πρώτη είναι το σύνολο των πολιτών να είναι συναφούς μορφωτικού επιπέδου για να υπάρχουν κοινοί κώδικες επικοινωνίας. Η δεύτερη είναι ο χρόνος που απαιτείται για τη λήψη αποφάσεων να είναι τέτοιος που να μην παραλύει το σύνολο της δραστηριότητας.
Ο συνδυασμός των δυο αυτών προϋποθέσεων καθιστά εφικτή την άμεση δημοκρατία μόνο σε μικρές κοινότητες και παραγωγικές μονάδες. Από εκεί και πέρα, οι ανάγκες της επιβίωσης επιβάλλουν μορφές αντιπροσώπευσης.
Αν, ωστόσο,η εφαρμογή της άμεσης δημοκρατίας σεμεγάλη κλίμακα προσκρούει σε ανυπέρβλητα εμπόδια, ο εμβολιασμός της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας με στοιχεία άμεσης δημοκρατίας (διενέργεια τοπικών εθνικών και υπερεθνικών δημοψηφισμάτων για ουσιώδη θέματα) και εφικτός είναι και επιθυμητός.
Γιάννης Χρυσοβέργης
Τα στοιχεία είχαν ήδη δημοσιευτεί όταν αναρτούσα το κείμενο, εγώ όμως δεν τα είχα υπ' όψιν μου.
Δημοσκόπηση που δημοσιεύτηκε στο ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ, δείχνει ότι το 49% του εκλογικού σώματος συμφωνεί με τη βία κατά βουλευτών, το 80% με την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου και 55% με τις απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων.
Θα είχε ενδιαφέρον αν στο καλάθι των ερωτημάτων υπήρχαν ερωτήσεις για την κατάργηση των Ανεξάρτητων Αρχών, για την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, την κατάργηση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας.
Γιάννης Χρυσοβέργης
Δημοσίευση σχολίου