Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2025

ΠΕΡΝΑΕΙ Ο ΣΤΡΑΤΟΣ 

Η μαζική αποφυγή της εκπλήρωσης των στρατιωτικών υποχρεώσεων σε όλη την Ευρώπη από τη δεκαετία του '80 και μετά οδήγησε όλες σχεδόν τις δυτικές χώρες -με την εξαίρεση της Ελλάδας, της Κύπρου κι άλλων τεσσάρων χωρών- να καταργήσουν τη στρατιωτική θητεία.

Στη χώρα μας η άρνηση αυτή πήρε κατά κύριο λόγο τη μορφή  του «τρελόχαρτου» και του «ανυπότακτου εξωτερικού».

Κι ενώ η Δύση ετοιμάζεται για μια μακρά κι αβέβαιης έκβασης αντιπαράθεση με την Κίνα -τη Ρωσία πλέον ως δορυφόρο της Κίνας πρέπει να τη θεωρούμε- σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου κι αυξάνει κατακόρυφα τις πολεμικές της δαπάνες, ο Νίκος Δένδιας, μ' ένα θηριώδες, σε αριθμό άρθρων, νομοσχέδιο, φιλοδοξεί ν' αντιμετωπίσει τη «μάστιγα του τρελόχαρτου».

Η ιδεολογία της στρατιωτικής θητείας

Από την εποχή που ο Ζαν-Ζακ Ρουσώ, διατύπωσε, στο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ την άποψη ότι η υπηρεσία στο στρατό είναι ένα σημαντικό καθήκον του πολίτη η υποχρεωτική στρατιωτική θητεία εξελίχθηκε σε ιδεολογικό πυλώνα του κινήματος του φιλελευθερισμού για περισσότερα από 150 χρόνια. 

Η επιμονή στην αναγκαιότητα της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας βασίζονταν στην -όχι στερούμενη βάσης  για να πούμε την αλήθεια- παραδοχή, ότι ένας στρατός ελεύθερων πολιτών είναι αποτελεσματικότερος ενός στρατού μισθοφόρων, διότι οι μεν ελεύθεροι πολίτες πολεμούν για την προάσπιση της ατομικής και συλλογικής τους ελευθερίας από εξωτερικές επιβουλές, οι δε μισθοφόροι για τα χρήματα, πράγμα που καθιστά τους πρώτους περισσότερο αποφασισμένους να θέσουν τη ζωή τους σε κίνδυνο.

Όμως η παραδοχή αυτή δε λαμβάνει υπ 'οψιν ότι ο ίδιος ο στρατός για να υπάρξει έχει ανάγκη από μια αυστηρή ιεραρχία, από την εκτέλεση χωρίς συζήτηση των εντολών των ανωτέρων ιεραρχικά και την προσφυγή στη βία ως μοναδικό μέσο των διαφορών. Ακόμα, απαιτεί να συνθλιβεί η ατομικότητα του κάθε στρατιώτη υπέρ  της συλλογικότητας, αλλιώς ο στρατιώτης δε θα μπορέσει να εκτελέσει τις απαραίτητες για τη νικηφόρα εξέλιξη μιας μάχης αποστολές αυτοκτονίας.

Δε λαμβάνει επίσης υπ' όψιν της ότι  από τη στιγμή της εισόδου του πολίτη στο στρατόπεδο  και τη μετατροπή του σε στρατιώτη, επιβάλλεται, για την εξυπηρέτηση των αναγκών του στρατού -είναι απαραίτητο για το στρατό ο στρατιώτης να μην έχει τον παραμικρό ενδοιασμό να σκοτώσει τον «εχθρό», αλλιώς θα σκοτωθεί στην πρώτη συμπλοκή- να υποστεί μια καθημερινή πλύση εγκεφάλου για την «ηθική και πολιτισμική ανωτερότητα του έθνους» -όσοι διαφωνείτε με την άποψη αυτή κάντε έναν κόπο να ρίξετε μια ματιά στα στρατιωτικά εμβατήρια και μετά ξανασυζητάμε αυτό το θέμα-.

Ακόμα περισσότερο δε λαμβάνει υπ' όψιν τον εθισμό του πολίτη  σε όλες τις παραπάνω συμπεριφορές και τη μεταφορά τους στην καθημερινή του ζωή, με αποτέλεσμα την ανοχή του στην κρατική αυθαιρεσία, την άρνηση του διαλόγου υπέρ της επιβολής του δικαίου του ισχυροτέρου με δυο λόγια την ανεπαίσθητη απώλεια της ίδιας του της Ελευθερίας.

Η στρατιωτική θητεία κι η Αριστερά

Φούμαρα μας πουλούν οι βασιλιάδες
Ειρήνη ανάμεσά μας, πόλεμος στους Τυράννους
ας κηρύξουμε απεργία στο Στράτο
ας πετάξουμε τα όπλα κι ας λύσουμε ζυγούς
Κι αν επιμένουν οι κανίβαλοι αυτοί να μας κάνουν ήρωες
σύντομα θα μάθουν ότι τις σφαίρες μας 
τις φυλάμε για τους στρατηγούς μας.

Η πέμπτη στροφή της Διεθνούς -η ελληνική μετάφρασή της από τον Κώστα Βάρναλη  περιορίζεται αυστηρά στις δυο πρώτες στροφές, στις οποίες προστίθεται μια τρίτη, δικής του έμπνευσης, που προσπαθεί να συνοψίσει τις επόμενες τέσσερις- για την καθόλου ποιητική μετάφραση της οποίας σας ζητώ ταπεινά συγγνώμη αγαπητές αναγνώστριες κι αγαπητοί αναγνώστες, συνοψίζει την αρχική στάση της Αριστεράς απέναντι στο στρατό, μισθοφορικό ή αποτελούμενο από εφέδρους.

Μια στάση που έμελλε ν' αλλάξει ριζικά μετά από την Οκτωβριανή επανάσταση στη Ρωσία και την εξέγερση στη Γερμανία το 1918, θρυαλλίδα των οποίων αποτέλεσαν οι εξεγέρσεις των εξουθενωμένων από τον μακροχρόνιο πόλεμο φαντάρων.

Έκτοτε η Αριστερά νομιμοποίησε τη στρατιωτική θητεία με δυο ιδεολογήματα: 1) Οι φαντάροι που υπηρετούν τη θητεία τους είναι εφικτό να αρνηθούν να χτυπήσουν τους εξεγερμένους εργάτες και να προκαλέσουν την αποτυχία ενός πραξικοπήματος, οι μισθοφόροι όχι. 2) Μέσα από τη στρατιωτική θητεία μαθαίνουμε τη χρήση των όπλων που θα μας είναι πολύτιμη την ώρα της επανάστασης.

Η Ιστορία έχει αποδείξει πως αμφότερα είναι κενά περιεχομένου. Ως προς το πρώτο και παρά το γεγονός ότι έχουν κατ' επανάληψη, σε περιπτώσεις λαϊκών εξεγέρσεων, υπάρξει περισσότερα ή λιγότερα μεμονομένα περιστατικά κατά οποία στρατιώτες αρνήθηκαν να πυροβολήσουν το πλήθος, ουδέποτε αυτά δεν υπήρξαν τόσο σημαντικά για ν' αποτρέψουν την αιματηρή καταστολή άοπλων εξεγερμένων ή ένα στρατιωτικό πραξικόπημα. Ως προς το δεύτερο, ουδέποτε σοσιαλιστική επανάσταση -ανεξαρτήτως του σε τι κατέληξε- δεν επικράτησε χάρη σε μια «επαναστατική πρωτοπορία» με άρτια γνώση της τέχνης του πολέμου. Η λαϊκή απελπισία της έδωσε τη νίκη.

Νεοφιλελευθερισμός και στρατιωτική θητεία

Ο ακραίος ατομικισμός κι η ακραία απέχθεια σε οτιδήποτε το συλλογικό, αμφότερα πυλώνες της ιδεολογίας του νεοφιλελευθερισμού, δε μπορούσε να αφήσει αλώβητο και το θεσμό της στρατιωτικής θητείας. 

Σε συνδυασμό δε με το ιδεολόγημα ότι τα σύγχρονα οπλικά συστήματα απαιτούν μακρόχρονη εκπαίδευση που δε μπορεί να γίνει στο ασφυκτικό πλαίσιο μιας στρατιωτικής θητείας -το οποίο σε σημαντικό βαθμό καταρρίπτει το ελβετικό μοντέλο στρατιωτικής θητείας- από τις αρχές της δεκαετίας του '90 σταδιακά η συντριπτική πλειονότητα των δυτικών χωρών κατάργησε ή ανέστειλε την εφαρμογή του θεσμού της στρατιωτικής θητείας.

Η «μάστιγα του τρελόχαρτου»

Το τρελόχαρτο ως μέθοδος αποφυγής της στράτευσης ήταν μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '80 στην Ελλάδα μια απόφαση υψηλού ρίσκου -διαδοχικές εξαντλητικές εξετάσεις από στρατιωτικούς ψυχιάτρους μέχρι να πάρει κανείς το πολυπόθητο Ι5- και με πολύ βαριές συνέπειες στη μετέπειτα ζωή του «τρελού» καθώς δεν είχε δικαίωμα σε άδεια οδήγησης ακόμα και για πατίνι, δεν είχε δικαίωμα να ανοίξει δική του επιχείρηση κι αν άνοιγε μέσω παρένθετου προσώπου ήταν πάντα στο έλεος του τοπικού αστυνομικού διοικητή.

Με την εμφάνιση των πρώτων αντιρρησιών συνείδησης για ιδεολογικούς λόγους, ο προπαγανδιστικός μηχανισμός του στρατιωτικοεκκλησιαστικού κατεστημένου συνέδεσε τα τρελόχαρτα με τη διεκδίκηση για αναγνώριση του δικαιώματος στην άρνηση στράτευσης. Εμβληματικό επ' αυτού ήταν το άρθρο του Πέτρου Ευθυμίου -μετέπειτα υπουργού Παιδείας στη δεύτερη κυβέρνηση Σημίτη- «Οι αντιρρησίες συνείδησης κι ο πονηρός Βαλκάνιος» στο οποίο έμπαιναν αριστοτεχνικά στον κουβά της «λούφας και παραλλαγής» τα τρελόχαρτα, οι ανυπότακτοι του εξωτερικού κι οι αντιρρησίες συνείδησης.

Ταυτόχρονα και με σκοπό να διατηρηθεί σε όσο το δυνατόν περιθωριακά επίπεδα ο αριθμός των αρνητών στράτευσης για ιδεολογικούς λόγους, διευκολύνθηκε  η απόκτηση ενός Ι5 για ψυχολογικούς λόγους και εξαλείφθηκαν οι συνέπειες στη μετέπειτα ζωή του «τρελού».

Στην Ελλάδα της κυρίαρχης ιδεολογίας που συνοψίζεται στις φράσεις «ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε, κι ό,τι αρπάξει ο κώλος μας» και «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια»  η τακτική αυτή του στρατιωτικοπολιτικού κατεστημένου στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία. Αν εξαιρέσει κανείς τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, ο αριθμός των οποίων είναι σταθερός (100-200 άνθρωποι ετησίως) και των οποίων οι αιτήσεις  για εναλλακτική κοινωνική υπηρεσία γίνονται αμέσως δεκτές οι αιτήσεις για εναλλακτική κοινωνική θητεία για ιδεολογικούς λόγους είναι μόλις 4-5  το χρόνο και οι ολικοί αρνητές στράτευσης ποτέ δεν ξεπερνούν τους 10-15.

Η καταπολέμηση της «μάστιγας του τρελόχαρτου»

Κι αφού όλα πήγαιναν μέλι-γάλα κι όλοι -ή σχεδόν όλοι τέλος πάντων- ήταν ευχαριστημένοι τι μύγα τσίμπησε το Δένδια και θέλει να φέρει τα πάνω κάτω;

Την απάντηση στο ερώτημα αυτό δίνει ο πόλεμος στην Ουκρανία, ο οποίος απέδειξε πως  όσο γκαγκάν τεχνολογία κι αν υπάρχει πρωταρχικό ρόλο στην έκβαση ενός πολέμου παίζει ο διαθέσιμος κιμάς για κανόνια.

Για το λόγο αυτό πανικόβλητες οι Δυτικές χώρες, που συνειδητοποιούν ότι βρίσκονται ενώπιον μιας μακράς διάρκειας και αβέβαιης ως προς την έκβαση  σύγκρουσης με την Κίνα σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη, επαναφέρουν μαζικά το θεσμό της στρατιωτικής θητείας, προετοιμάζουν -ήδη στη Δανία έχει θεσπιστεί- την υποχρεωτική στράτευση των γυναικών και μεθοδεύουν το δραστικό περιορισμό των δυνατοτήτων αποφυγής της στράτευσης. Σε αυτό το ευρύτερο πλαίσιο εντάσσεται το νομοσχέδιο του υπουργείου άμυνας που θα τεθεί σε δημόσια διαβούλευση τις επόμενες ημέρες.

Ακριβώς  όμως λόγω της κυριαρχίας της ιδιόμορφης ελληνικής νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας που συνοψίζεται στις δυο φράσεις που προανέφερα παραπάνω, είναι αμφίβολη η επιτυχία του στόχου της «καταπολέμησης της μάστιγας των τρελόχαρτων». Το μόνο βέβαιο είναι ότι θα ανέβουν οι ταρίφες των ψυχολόγων, ψυχιάτρων και άλλων ειδικών. Θα αυξηθούν επίσης οι στρατευμένοι που -με το αζημίωτο κάποιων φυσικά- θα δοκιμάζονται σκληρά στα «δύσκολα σύνορα Χολαργού - Παπάγου».

Επίσης για τον ίδιο λόγο είναι αμφίβολο να υπάρξει σημαντική αύξηση των αρνητών στράτευσης για ιδεολογικούς λόγους. Αντιθέτως, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος το ούτως ή άλλως πολλαπλά τιμωρητικό πλαίσιο της εναλλακτικής κοινωνικής υπηρεσίας να γίνει επαχθέστερο. Όπως υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να γίνουν πολύ βαρύτερες οι ποινικές κυρώσεις για ολικούς αρνητές στράτευσης και ανυπότακτους.

Γιάννης Χρυσοβέργης




Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2025

ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ: Ο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ ΤΡΑΓΟΥΔΟΠΟΙΟΣ... ΜΕ ΟΡΟΥΣ ΜΑΡΚΕΤΙΝΓΚ ΦΥΣΙΚΑ 



Ενώ η Ελλάδα αποχαιρετάει το Διονύση Σαββόπουλο, τα ΜΜΕ κατακλύζονται, όπως είναι φυσικό, από βιογραφικά άρθρα κι αποσπάσματα από παλαιότερες συνεντεύξεις του που διαπνέονται, στην πλειονότητά τους, από ένα αγιογραφικό πνεύμα.
Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι ο Διονύσης Σαββόπουλος υπήρξε ένας προικισμένος, ιδιοφυής θα έλεγα, τραγουδοποιός κι ένας από τους κύριους εκφραστές των εξεγερμένων νέων των δεκαετιών του '60 και του '70.
Δεν υπάρχει επίσης η παραμικρή αμφιβολία ότι εμβληματικοί καλλιτέχνες που συνεργάστηκαν μαζί του τον αγάπησαν βαθιά.
Υπήρξε επίσης αναμφίβολα ένας πολύ καλός γνώστης των κανόνων του μάρκετινγκ και συνάμα απίστευτα διορατικός, σε σημείο που προέβλεπε την εξέλιξη του κοινού του πριν αυτή να γίνει ορατή δια γυμνού οφθαλμού.
Και θα ήταν πολύ άδικο αν δεν του πιστώναμε μερικά διαμαντάκια της ελληνικής δισκογραφίας. Όμως...

                            Ο δικός μου Σαββόπουλος

...Ο πατέρας μου ο Μπάτης,
ήρθε απ' τη Σμύρνη το '22,
κι έζησε πενήντα χρόνια
σ' ένα κατώι μυστικό...
...Σ' αυτόν τον τόπο όσοι αγαπούνε
τρώνε βρώμικο ψωμί
κι οι πόθοι τους ακολουθούνε
υπόγεια διαδρομή...

Όταν το 1975 πρωτάκουσα αυτούς τους στίχους  από το ΖΕΪΜΠΕΚΙΚΟ τραγουδισμένο από τη Σωτηρία Μπέλου με χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα. Ήρθαν αμέσως στο νου μου τα κατεδαφισμένα Κουντουριώτικα, όπου μεγάλωσε η μητέρα μου και στα σοκάκια των οποίων έπαιζα με τους φίλους της πρώιμης παιδικής ηλικίας κι όλοι εκείνοι οι γέροι χωρίς ηλικία που αναπολούσαν τη Μικρασία. 

Λάτρεψα αυτό το τραγούδι, όπως λάτρεψα και  τη θανάσιμη μοναξιά του Αλέξη Ασλάνη και το μακρύ ζεϊμπέκικο για το Νίκο που έμελλε να κυκλοφορήσει το 1979 στη ΡΕΖΕΡΒΑ, και με συγκλόνισαν η Δημοσθένους λέξις και η Θητεία από την υπέροχη ταινία του Παντελή Βούλγαρη Happy Day .

Αγάπησα τους Δεκαπέντε, τη συγκέντρωση της ΕΦΕΕ,  το Βιετνάμ γιε-γιε, την Παράγκα και το σαν τον Καραγκιόζη και τραγούδησα πολλές φορές  το ΚΙΛΕΛΕΡ, τον Άγγελο Εξάγγελο, το τι έπαιξα στο Λαύριο αλλά και τη  Συννεφούλα, τα κορίτσια που πηγαίνουν δυο-δυο και τόσα άλλα.

Τα χρόνια του κονφορμισμού και του συντηρητισμού

Ο Σαββόπουλος που εγώ αγάπησα τελείωσε με τη ΡΕΖΕΡΒΑ. Λίγα χρόνια αργότερα κυκλοφόρησαν τα «Τραπεζάκια έξω» που σηματοδοτούν τη στροφή του προς τον κονφορμισμό. Ο στίχος κι η μουσική στα τραγούδια αυτά, αλλά και σ' όλα όσα έγραψε από τότε και μετά, μου θύμιζε αυτό που λίγα χρόνια αργότερα ο αξέχαστος Λουκιανός Κηλαϊδόνης θα περιέγραφε στις οδηγίες προς νέον συνθέτη.

Πρώτα βρίσκουμε τα λόγια

με μεγάλη προσοχή

αφού κι άλλοι γράφουν χρόνια

κι ίσως τα 'χουνε πει...

Όμως η στροφή αυτή μόνο τυχαία δεν ήταν. Είχε δει έγκαιρα ότι το μεγαλύτερο μέρος του πολυπληθούς του ακροατηρίου είχε αρχίσει να «τακτοποιείται», να κάνει οικογένεια, να «βρίσκει μια δουλίτσα».

Έπειτα ήρθε η στροφή προς τη θρησκεία και η αγάπη του για το πολυτονικό σύστημα γραφής, την εποχή ακριβώς που κάποιοι διανοούμενοι -ου μην αλλά και αδιανόητοι- της Αριστεράς -ή τουλάχιστον ως τέτοιοι μας πλασάρονταν- ανακάλυπταν την «απελευθέρωση» που προσφέρει η Ορθοδοξία.

Ακολούθησαν οι «Κωλοέλληνες» στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του '80, ακριβώς την εποχή που το ίδιο ακριβώς μέρος του ακροατηρίου του είχε αρχίσει να σιχαίνεται «τους πλεμπαίους του ΠΑΣΟΚ» -οι οποίοι, σημειωτέον,  είχαν πάψει πλέον να είναι πλεμπαίοι και ξενυχτούσαν καθημερινά στα σκυλάδικα πολυτελείας- προσπερνώντας όμως το γεγονός ότι αν λίγδωσε το άντερό του οφείλονταν σε αυτούς ακριβώς τους «πλεμπαίους».

Την ίδια εποχή  κυκλοφορεί και το «Κούρεμα» για να μας πει πόσο περήφανος ήταν που ο γιος του πήγε φαντάρος -αυτός που υπήρξε ο πρώτος διδάξας του τρελόχαρτου για την αποφυγή της στράτευσης- . Είναι ακριβώς η εποχή που κάποιοι άλλοι -ο Μιχάλης Μαραγκάκης κι ο Θανάσης Μακρής- έκαναν πολυήμερες απεργίες πείνας για την αναγνώριση του δικαιώματος στην άρνηση στράτευσης για λόγους συνείδησης. Έτσι συνέχισε η πορεία του Διονύση Σαββόπουλου μέχρι το τέλος της ζωής του και πήγε χέρι-χέρι με την πολιτική του συντηρητικοποίηση. 

Εδώ οφείλω μια διευκρίνιση. Ποτέ δε με ενόχλησε η πολιτική μετατόπιση των ανθρώπων προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση. Είχα την τύχη να γνωρίσω ανθρώπους που μετατοπίστηκαν από την Αριστερά προς συντηρητικές θέσεις σεβόμενοι όμως πάντα το παρελθόν τους και καθιστώντας σαφές πως το «τώρα» τους το όφειλαν σε αυτό που υπήρξαν κάποτε.

Εκείνο που πάντα με ενοχλούσε ήταν οι οβιδιακές μεταμορφώσεις των ανθρώπων, οι οποίοι δεν αισθάνονται την παραμικρή ανάγκη να εξηγήσουν πώς από τη μια θέση έφτασαν να υποστηρίζουν το εντελώς αντίθετο.

Κι ο Σαββόπουλος υπήρξε ένας από τους μαιτρ των οβιδιακών μεταμορφώσεων με αποκορύφωμα, κάποια στιγμή στη δεκαετία του '90, να αποκηρύξει το άλμπουμ «10 χρόνια Κομμάτια», να αλλοιώσει το στίχο των «δεκαπέντε» και να απαγορέψει την αναπαραγωγή της αρχικής έκδοσης. Ευτυχώς η απαγόρευση αυτή κράτησε πολύ λίγο κι ελάχιστοι πλέον τη θυμούνται μιας και, ως άριστος γνώστης των κανόνων του μάρκετινγκ που ήταν, συνειδητοποίησε ότι δεν υπήρχε λόγος να απεμπολήσει εκείνο το μέρος του κοινού του που δεν είχε υποκύψει στις σειρήνες της κονφορμιστικής συντηρητικοποίησης.

Ο Σαββόπουλος κι η λογοκλοπή

Όπως πολλοί άλλοι τραγουδοποιοί, ο Διονύσης Σαββόπουλος κατηγορήθηκε κατ' επανάληψη για λογοκλοπή.

Η πρώτη φορά ήταν στη διάρκεια της Χούντας όταν τελεσίδικη απόφαση Δικαστηρίου έκρινε ότι οι στίχοι της εμπορικής του επιτυχία «Ντιρλαντά» δεν ήταν  δημοτικό τραγούδι, όπως αυτός ισχυρίζονταν, αλλά είχαν συγκεκριμένο δημιουργό, έναν Καλύμνιο ψαρά.

Βέβαια η απόφαση ήταν σολομώντεια, καθώς δεν του καταλόγιζε πρόθεση κι επίσης είχαμε δικτατορία κι ο Σαββόπουλος ήταν ο εκπρόσωπος των «γιεγιέδων» των νέων με τα μακριά μαλλιά και τα τζιν παντελόνια, τους οποίους η χούντα, αλλά και το σύνολο σχεδόν της κοινωνίας, αντιπαθούσαν σφόδρα, πολύ δε περισσότερο οι, ούτως ή άλλως υπερσυντηρητικοί, δικαστές.

Η επόμενη φορά που κατηγορήθηκε για λογοκλοπή ήταν όταν κυκλοφόρησε το «Άγγελος Εξάγγελος», του οποίου η μουσική κι οι στίχοι ήταν του Μπομπ Ντύλαν. Το θέμα που τακτοποιήθηκε σχετικά σύντομα, καθώς επίσημα ο Σαββόπουλος διεκδίκησε μονάχα την ελληνική διασκευή του στίχου.

Κατηγορήθηκε επίσης για λογοκλοπή στο τραγούδι του «η συννεφούλα». Επ' αυτού ουδείς μπορεί να του δώσει άδικο καθώς  η συλλογή «το Φορτηγό» του Σαββόπουλου κυκλοφόρησε το 1966, ενώ η ιταλική ταινία Il corsaro Nero, με μουσική των αδελφών Ντε Άντζελις, γυρίστηκε δέκα χρόνια αργότερα.


Γιάννης Χρυσοβέργης




Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου 2025

Ο BANKSY, Η ΡΕΖΕΡΒΑ ΚΙ Ο ATAHUALPA YUPANQUI


...Έτσι αφού σκεφτήκανε βρήκαν το πιο σωστό
το BANKSY να τσακώσουνε σα μούτρο αναρχικό
βγήκε λοιπόν σεργιάνι το χαφιεδότσουρμο
αυτοί που αποτελούνε του έθνους τον κορμό

Αχ καϋμένε BANKSY μου την έχεις πια βαμμένη
του έθνους τα λαγωνικά στην έχουνε στημένη*...

Ένα κοινό χαρακτηριστικό όλων των εξουσιών, «δημοκρατικών» -σχήμα οξύμωρο, καθώς η εξουσία απαιτεί υπακοή, ενώ στη Δημοκρατία ο Δήμος, ο λαός δηλαδή, ανταλλάσσει απόψεις χωρίς περιορισμούς- τε και απολυταρχικών είναι η  βαθιά απέχθειά τους προς τη σάτιρα και το χιούμορ κι αυτή είναι η κόκκινη γραμμή που συνδέει τον BANKSY με τη ΡΕΖΕΡΒΑ του Διονύση Σαββόπουλου και τον μεγάλο τραγουδοποιό από την Αργεντινή Αταουάλπα Γιουπάνκι.

Ο BANKSY ΚΙ Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

Το πλέον πρόσφατο έργο του Banksy στους τοίχους των δικαστηρίων του Λονδίνου, που απεικονίζει έναν δικαστή ο οποίος, φορώντας τη στολή του δολοφονεί με το σφυρί του έναν διαδηλωτή, προκάλεσε την ιερή οργή των δικαστών της βρετανικής πρωτεύουσας.

Το έργο ήρθε ως απάντηση στις επανειλημμένες μαζικές συλλήψεις εκατοντάδων, κάθε φορά, διαδηλωτών υπέρ της Παλαιστίνης, πάντα κατόπιν δικαστικής παραγγελίας που απαγόρευε τις συγκεκριμένες διαδηλώσεις, και το μήνυμά του είναι τόσο σαφές, που η όποια ερμηνεία περιττεύει.

Παραπέμπει δε στον «Άνθρωπο του Διαβόλου» (1897) του Τζωρτζ Μπέρναρντ Σω, θεατρικό έργο στο οποίο ο δικαστής λέει απευθυνόμενος στον επαναστάτη: «Θα σας δικάσουμε αμερόληπτα και θα σας εκτελέσουμε την αυγή».

Παραπέμπει επίσης στις «Περιπέτειες της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων» (1865) του Λιούις Κάρολ, όπου, κατά τη διάρκεια της δίκης του βαλέ, με την κατηγορία ότι έκλεψε τα μπουρεκάκια της Βασίλισσας (ντάμα καρώ αν θυμάμαι καλά) ο δικαστής ρωτάει: «Θα γίνει πρώτα η δίκη και μετά η εκτέλεση, ή πρώτα η εκτέλεση και μετά η δίκη;». Και τότε πετιέται η βασίλισσα και φωνάζει ωρυόμενη: «Όχι, όχι, πρώτα η εκτέλεση και μετά η δίκη!»**. 

Πέρα από την κάλυψη του έργου, με το πρόσχημα της φθοράς διατηρητέου κτηρίου, η αστυνομία ξεκίνησε άμεσα έρευνες για την αποκάλυψη της ταυτότητας του BANKSY, προκειμένου να συλληφθεί και να οδηγηθεί στη «Δικαιοσύνη». Μάλιστα, πηγές της Αστυνομίας διέρρεαν, σύμφωνα με κάποια δημοσιεύματα, ότι «ο BANKSY διέπραξε κάποια λάθη που πιθανότατα θα οδηγήσουν στην αποκάλυψη της ταυτότητάς του» (κάτι σας θυμίζει αυτό, έτσι δεν είναι;)

Ο ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΚΡΥ ΖΕΪΜΠΕΚΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΝΙΚΟ

Πέντε χρόνια μετά το φονικό στη ΝΕΡΑΪΔΑ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ, αρχές του 1973, όπου ο Νίκος Κοεμτζής έσφαξε τρία άτομα (έναν αστυφύλακα, ένα χωροφύλακα κι έναν φίλο τους) και τραυμάτισε άλλα έξι, ο Διονύσης Σαββόπουλος κυκλοφόρησε το άλμπουμ ΡΕΖΕΡΒΑ, στο οποίο περιέχονταν μια δεκαπεντάλεπτη μπαλάντα, ΤΟ ΜΑΚΡΥ ΖΕΪΜΠΕΚΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΝΙΚΟ, μέσα από την οποία αφηγούνταν τη ζωή του Νίκου Κοεμτζή.

Ως ιδέα δεν ήταν πρωτότυπη, εντάσσονταν στην πάγια τακτική του Σαββόπουλου εκείνη την εποχή να μιμείται τις ιδέες του Μπομπ Ντύλαν -όταν φυσικά δεν έκλεβε τους στίχους του-, ο οποίος, τρία χρόνια νωρίτερα είχε γράψει τη μπαλάντα HURRYCANE, με αφορμή την καταδίκη του Αφροαμερικανού πυγμάχου Ρούμπιν Κάρτερ, με εμφανώς παραποιημένα στοιχεία και ψευδείς μαρτυρίες, για μια τριπλή δολοφονία, το 1966.

Εντούτοις ο στίχος ήταν εξαιρετικός κι αναδείκνυε με μοναδικό τρόπο τα μονοπάτια της απελπισίας των ηττημένων του Εμφυλίου, πράγμα αρκετά δυσκολοχώνευτο. Εκεί όμως που η «Δικαιοσύνη» κατελήφθη από «ιερή οργή» κι απαγόρεψε την κυκλοφορία του άλμπουμ ήταν ο στίχος «οι δικαστές ήτανε μέσα, μα η Δικαιοσύνη ήταν απ' έξω».

Ο δίσκος κυκλοφόρησε τελικά χωρίς τον επίμαχο στίχο και, προς τιμήν του, ο Σαββόπουλος, στη θέση του λογοκριμένου στίχου επέβαλε ν' ακούγεται το στρίγκλισμα της βελόνας του πικάπ όταν σέρνεται πάνω στο βινύλιο.

Ο ATAHUALPA YUPANQUI ΚΙ ΟΙ ΠΕΡΙ ΘΕΟΥ ΑΠΟΡΙΕΣ ΤΟΥ

Στο τραγούδι του preguntitas sobre Dios (ερωτήματα περί Θεού), της υπέρτατης αρχής απονομής Δικαιοσύνης για όλες ανεξαιρέτως τις θρησκείες, το 1974, ο μεγάλος Αργεντινός τραγουδοποιός Αταουάλπα Γιουπάνκι αναρωτιέται:

«Νοιάζεται ο Θεός για τους φτωχούς;
ίσως ναι, ίσως κι όχι.
Όμως είναι σίγουρο πως τρώει
στο τραπέζι του αφέντη.»

Για τις απορίες του αυτές και για το γεγονός ότι επί πολλά χρόνια υπήρξε μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Αργεντινής φυλακίστηκε αρκετές φορές. Σε μια από τις «συνήθεις» ανακρίσεις, οι ανακριτές του σακάτεψαν το δεξί χέρι για να μη μπορέσει να ξαναπιάσει την κιθάρα του. Όπως αφηγούνταν όμως ο ίδιος «δεν είχαν προσέξει πως είμαι αριστερόχειρας».

Γιάννης Χρυσοβέργης

*Ελπίζω ότι ο εξαίρετος τραγουδοποιός Θανάσης Παπακωνσταντίνου, που έγραψε τους στίχους του ΜΑΥΡΟΥ ΓΑΤΟΥ (ερμηνεία Βασίλη Παπακωνσταντίνου), δε θα μου θυμώσει αν μάθει ότι στη θέση του μαύρου γάτου έβαλα τον BANKSY. 
Ως προς το πώς και το τραγούδι αυτό δεν είχε τη μοίρα του ΜΑΚΡΙΟΥ ΖΕΪΜΠΕΚΙΚΟΥ ΓΙΑΑ ΤΟ ΝΙΚΟ, η απάντηση είναι πως το 1984 ήταν ακόμα «το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση κι ο Λαός στην Εξουσία» και, μολονότι το σύνθημα δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα, τα πρώτα 2-3 χρόνια της διακυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ υπήρξαν πολύ πυκνά σε ρηξικέλευθες μεταρρυθμίσεις τις οποίες για να ξηλώσει εντελώς η μαφιοκρατία -όρος ευρύτερος από τον εύστοχο(;) «λούμπεν μεγαλοαστική τάξη» (ΛΜΑΤ) της μακαρίτισσας  17 ΝΟΕΜΒΡΗ, καθώς περιλαμβάνει και τα πολυπληθή μεσοαστικά δουλικά της- χρειάστηκε σαράντα(40) ολόκληρα χρόνια. 
Και βεβαίως γνωρίζω πως η άποψή μου αυτή προκαλεί ιερή φρίκη σε διάφορους παροικούντες στο ΚΚΕ εσ. της εποχής εκείνης, όμως τα σημεία επαφής τους με την ελληνική κοινωνία ήταν -και δυστυχώς είναι ακόμα- τόσα όσα αυτά της Λωζάνης με την Κοζάνη. Άσε που οι πιο έντιμοι από αυτούς είτε έχουν πάει σπίτι τους είτε περιφέρονται σε διάφορα οικολογικά γκρουπούσκουλα ενώ οι υπόλοιποι έχουν γίνει σφογγοκωλάριοι του Κυριακούλη.

** Η περιγραφή βασίζεται στην ελληνική μετάφραση που διάβασα όταν ήμουν μαθητής της Α' Δημοτικού. Κι ο «διάλογος» της βασίλισσας με το δικαστή - βοήθησε και το γεγονός ότι ήταν μέρες της Αποστασίας κι η Ελλάδα δονούνταν από αντιμοναρχικά συνθήματα, μαζί κι η οικογένειά μου- μου έμεινε ανεξίτηλα χαραγμένος στη μνήμη. Ελπίζω να ήταν καλή η μετάφραση.

Σάββατο 1 Μαρτίου 2025

ΟΙ ΛΑΪΚΕΣ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ, ΟΙ «ΠΡΟΒΟΚΑΤΣΙΕΣ» ΚΙ Η ΒΙΑ

Η αδιαμφισβήτητη δράση μικρής ομάδας μπαχαλάκηδων και οργανωμένων προβοκατόρων -υπάρχει πλήθος σχετικών μαρτυριών- στο ξεκίνημα των επεισοδίων στις σημερινές μεγαλειώδεις αντικυβερνητικές διαδηλώσεις για τα Τέμπη δεν αρκούν από μόνες τους για να εξηγήσουν την έκταση και τη διάρκεια των συγκρούσεων διαδηλωτών και αστυνομίας.


 Δεν έχει υπάρξει διαδήλωση στα τελευταία 50 χρόνια στη διάρκεια της οποίας -ή και μετά το τέλος της- να μην ξέσπασαν επεισόδια, άλλοτε περιορισμένα κι άλλοτε εκτεταμένα,  μεταξύ της Αστυνομίας και μέρους των διαδηλωτών. 
Κάθε φορά τα κόμματα και τα ΜΜΕ της Αριστεράς καταγγέλλουν μονότονα -στις περιπτώσεις που η αστυνομική βία δεν υπήρξε απρόκλητη- τη δράση οργανωμένων προβοκατόρων. Έχουν όμως πάντα έτσι τα πράγματα; 

ΤΟ ΔΙΔΥΜΟ ΠΡΟΒΟΚΑΤΟΡΩΝ ΚΙ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗΣ

Η δράση οργανωμένων προβοκατόρων της Αστυνομίας είναι παγκοσμίως ένας απαραίτητος μηχανισμός ηθικής απονομιμοποίησης των όποιων διαδηλωτών και νομιμοποίησης της βίαιης αστυνομικής καταστολής τους. Προϋπόθεση της επιτυχίας του εγχειρήματος είναι η ύπαρξη ηλιθίων ή (και) πρόθυμων ή (και) αργυρώνητων δημοσιογράφων οι οποίοι θα αναπαραγάγουν την κρατική προπαγάνδα και θα τρομοκρατήσουν τους κάθε λογής «έντιμους ανθρώπους κυρ-Παντελήδες».

Ειδικά στην Ελλάδα η προσφυγή της Αστυνομίας στις «υπηρεσίες» των «οργισμένων διαδηλωτών» -μπαχαλάκηδες συνηθίζουμε να τους αποκαλούμε- έχει σπάσει όλα τα ρεκόρ, καθώς δεν υπάρχει διαδήλωση που να μην τους έχει χρησιμοποιήσει.

Σήμερα, για παράδειγμα, υπάρχει πλήθος βίντεο που δείχνουν ομάδες  μασκοφορεμένων να σπάνε μάρμαρα στο Σύνταγμα υπό το απαθές βλέμμα των ανδρών των ΜΑΤ ένα ολόκληρο εικοσάλεπτο πριν αρχίσουν τα πρώτα επεισόδια. Ακόμα πιο ακραίο όμως ήταν το περιστατικό που κατέγραψε η κάμερα του MEGA το 2008, όταν ξεχείλιζε η οργή της νεολαίας για τη δολοφονία του 15χρονου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Ομάδα ανδρών με καλυμμένα χαρακτηριστικά και κράνη διασταυρώνεται με διμοιρία των ΜΑΤ. Ο πρώτος από αυτούς δείχνει μια ταυτότητα στο διοικητή της διμοιρίας, τα ΜΑΤ τους αφήνουν να περάσουν και στη συνέχεια αυτοί αρχίζουν να επιδίδονται σε λεηλασίες καταστημάτων.

ΟΙ «ΜΠΑΧΑΛΑΚΗΔΕΣ»

Δίπλα στους οργανωμένους προβοκάτορες υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει πάντα μια μικρή ομάδα νέων ανθρώπων για τους οποίους, το να συγκρουστούν με την Αστυνομία συνιστά λόγο ύπαρξης. Οι διαφορές στη συμπεριφορά τους και στη σκέψη τους από τους χουλιγκάνους των ομάδων είναι εξαιρετικά δυσδιάκριτες. Ο τρόπος δράσης τους είναι επίσης συγκεκριμένος: πάντα, προς το τέλος της διαδήλωσης, θα πετάξουν μερικές βόμβες μολότοφ στους αστυνομικούς, και θα παίξουν μαζί τους ένα κυνηγητό διάρκειας μιας-δυο -το πολύ- ωρών, που θα ολοκληρωθεί στα Εξάρχεια, όπου και θα λάβει τέλος η «σεμνή τελετή». Ο απολογισμός είναι κι αυτός δεδομένος: πέντε-έξι κάδοι σκουπιδιών καμένοι, ευρεία κατανάλωση από πλευράς αστυνομίας χημικών και χειροβομβίδων κρότου-λάμψης -να ανανεώνεται το στοκ και να πέφτουν οι μίζες στους προμηθευτές-, άντε και τέσσερις-πέντε συλλήψεις.

Κι όλοι μένουν ευχαριστημένοι: τα καλόπαιδα επειδή έκαναν την επανάσταση κατά του μπαμπά τους, οι αστυνομικοί που «ξεμούδιασαν» κι οι εμπλεκόμενοι στις προμήθειες υλικού καταστολής διαδηλώσεων για τις προμήθειές τους.

ΕΙΝΑΙ ΟΜΩΣ ΜΟΝΟ ΑΥΤΟ;

Η έκταση και η διάρκεια των σημερινών επεισοδίων δε μπορεί να εξηγηθεί ούτε από τις ολιγάριθμες καλά οργανωμένες ομάδες προβοκατόρων, ούτε από τους 100-150 μπαχαλάκηδες. Ναι μεν οι συγκεκριμένοι έδωσαν το εναρκτήριο λάκτισμα  των επεισοδίων, όμως οι άνθρωποι που στη συνέχεια επέλεξαν τη σύγκρουση με την Αστυνομία αντί της φυγής ήταν πολύ περισσότεροι. Ανέρχονταν σε κάποιες χιλιάδες άτομα.

Δεν έχω μπορέσει να κατανοήσω με βεβαιότητα αν αυτή η εμμονή όλα αυτά τα χρόνια του μεγαλύτερου μέρους -για να μη χρησιμοποιήσω τον προβοκατόρικο όρο «της νομιμόφρονος»- Αριστεράς και του συνόλου των λίγων αντιπολιτευόμενων ΜΜΕ στις ιστορίες με προβοκάτορες οφείλεται στη δυσφορία της που ένα μέρος των διαδηλωτών της χάλασε το αφήγημα -και, κατά συνέπεια, στην προσφυγή της στο ίδιο προπαγανδιστικό εργαλείο που χρησιμοποιούν οι κυβερνώντες για την απονομιμοποίηση των ατάκτων- ή αν οφείλεται στην αδυναμία της να επικοινωνήσει με την κοινωνία και να κατανοήσει πώς αυτή αντιδρά.

Σε κάθε περίπτωση,  η έκταση των σημερινών επεισοδίων -από τα Προπύλαια ως τις Στήλες του Ολυμπίου Διός και ως την πλατεία Κολωνακίου και τον Ευαγγελισμό- και η διάρκειά τους -πάνω από δυο ώρες- υποδηλώνει πως ένας σημαντικός αριθμός διαδηλωτών ήταν αποφασισμένοι αν χτυπήσει η Αστυνομία να αντισταθούν.

Γι αυτό και οι αναφορές ΜΜΕ και κομμάτων της Αριστεράς σε «αλήτες που αμαύρωσαν την εικόνα» των διαδηλώσεων αν δεν είναι υποκριτικές αποδεικνύουν αδυναμία κατανόησης των αντιδράσεων μέρους της κοινωνίας.

Τα όσα συνέβησαν σήμερα έχουν ξανασυμβεί. Συνέβησαν το 2021, μεσούσης της καραντίνας λόγω κορωνοϊού, όταν 15.000 άνθρωποι, εξοργισμένοι από την κακοποίηση μιας μωρομάνας από αστυνομικούς στη Νέα Σμύρνη, συγκρούονταν επί ώρες με την Αστυνομία. Συνέβησαν το Φλέβάρη του 2012, τη νύχτα που η Βουλή ψήφιζε το δεύτερο μνημόνιο κι η Αστυνομία χτύπησε απρόκλητα τη διαδήλωση διαμαρτυρίας πριν καν αυτή αρχίσει. Συνέβη και διήρκεσε σχεδόν ένα μήνα, όταν δολοφονήθηκε ο Αλέξης Γρηγορόπουλος, για ν' αναφερθούμε μονάχα στα πιο πρόσφατα περιστατικά μαζικής αντιπαράθεσης πολιτών με την Αστυνομία.

ΓΙΑΤΙ ΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ ΤΗ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ;

Πολλές απαντήσεις μπορεί να δώσει κανείς στο ερώτημα αυτό. Προσωπικά θα προτιμήσω να εστιάσω σε δυο παράγοντες που λειτουργούν συμπληρωματικά.

Ο πρώτος, πέραν πάσης αμφιβολίας, είναι η εδραιωμένη πεποίθηση στην κοινωνία ότι η Δικαιοσύνη εργάζεται συνειδητά για τη συγκάλυψη των ευθυνών των υπαιτίων του εγκλήματος των Τεμπών. Κι αν πρέπει να αναζητηθούν οι υπαίτιοι της δημιουργίας αυτής της πεποίθησης αυτοί είναι η Εισαγγελέας και η Πρόεδρος του Αρείου Πάγου καθώς κι ο αρμόδιος ανακριτής. Όπως επισήμαινα και στο άρθρο Η ΘΕΣΜΙΚΗ ΕΚΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ* είναι η πρώτη φορά από τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη που η ηγεσία της Δικαιοσύνης παρεμβαίνει τόσο απροσχημάτιστα υπέρ της συγκάλυψης των ευθυνών των υπαιτίων του εγκλήματος. Και με τη στάση τους αυτή λένε στους πολίτες πως ο μόνος δρόμος για να βρουν το δίκιο τους είναι η αυτοδικία.

Ο δεύτερος είναι η πρωτοφανής αδυναμία των πολιτικών κομμάτων της αντιπολίτευσης και, κυρίως, της Αριστεράς να προσφέρουν στους πολίτες μια προοπτική αποτελεσματικής μη βίαιης αντίστασης στην κρατική βία. Κι αυτό που είναι ακόμα χειρότερο είναι η άρνησή τους να αναγνωρίσουν αυτή τους την αδυναμία και να προσπαθήσουν να βρουν λύσεις. Κι επειδή αρνούνται να αναγνωρίσουν το πρόβλημα η θεοποίηση των προβοκατόρων γίνεται γι αυτούς μια κάποια λύση.

Επ' αυτού πάντως θα ήταν λάθος να μην αναγνωρίσουμε και τη γέννηση από τα κάτω μιας κουλτούρας μη βίαιης αντίστασης. Για πρώτη φορά, μετά την έναρξη των επεισοδίων, διαδηλωτές που ήδη είχαν αποχωρήσει από τη διαδήλωση επέστρεψαν στην πλατεία Συντάγματος με τα χέρια ψηλά και παρέμειναν εκεί για ώρες . Κι όταν τα ΜΑΤ τους έδιωξαν βίαια αυτοί επέστρεψαν, κι όταν τους ξαναέδιωξαν αυτοί επέστρεψαν και πάλι και παρέμειναν στο Σύνταγμα αξιώνοντας την παραίτηση της κυβέρνησης κι αποκαλώντας το Μητσοτάκη δολοφόνο ως τις 07.00 μ.μ.

Γιάννης Χρυσοβέργης

Υ.Γ. Δεν θέλησα να γράψω για τις πολιτικές συνέπειες των μεγαλειωδών σημερινών διαδηλώσεων για πολλούς λόγους. Ο πρώτος είναι ότι οι αναλύσεις που ως τώρα διάβασα μου φάνηκαν επαρκείς. Ο δεύτερος είναι ότι ποτέ δε μου άρεσε να κομίζω γλαύκα εις Αθήνας. Ο λόγος μου άτακτος είναι κι ασχολείται με θέματα που τους άλλους δεν απασχολούν.





Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2025

Η ΘΕΣΜΙΚΗ ΕΚΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ* 

«...Μα πώς να αποδώσεις Δικαιοσύνη όταν δεν ξέρεις τι θέλουν (οι ταγοί της εξουσίας)...»

Μπέρτολτ Μπρεχτ, Τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ

Η σκηνή του απελπισμένου δικαστή που, είτε απαλλάξει, είτε καταδικάσει την επόμενη μέρα έναν Εβραίο θα κληθεί να δώσει  εξηγήσεις σε κάποια -διαφορετικά κατά περίπτωση- υψηλόβαθμα στελέχη του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος της Γερμανίας, από την εκπληκτική παράσταση που, στα μέσα της δεκαετίας του '70 είχε ανεβάσει το Θέατρο Τέχνης, μου ήρθε και πάλι στο μυαλό καθώς διάβαζα, αφ' ενός τις αντιδράσεις της Προέδρου του Αρείου Πάγου, κυρίας Κλάπα σε μια τεκμηριωμένη κριτική της Κυρίας (με κεφαλαίο Κ) Καρυστιανού προς τον ανακριτή της υπόθεσης Σωτήρη Μπακαΐμη και, αφ' ετέρου, την ακόμα πιο προκλητική παραγγελία της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου για διενέργεια κατεπείγουσας προκαταρκτικής εξέτασης, για το ενδεχόμενο να έχουν τελεστεί αυτεπαγγέλτως διωκόμενα αδικήματα στο πλαίσιο αναρτήσεων στις οποίες επικρίνεται ο ανακριτής.

Απαντώντας, χωρίς φυσικά να την αναφέρει ονομαστικά, στην ανάρτηση της Κυρίας Καρυστιανού με τίτλο κ. ΑΝΑΚΡΙΤΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΤΕ ΝΑ ΜΠΑΖΩΝΕΤΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΤΩΝ ΤΕΜΠΩΝ  η πρόεδρος του Αρείου Πάγου τονίζει ότι «...η διαφωνία όμως σε νομική προσέγγιση και ερμηνεία δε μπορεί να εκφραστεί από οποιονδήποτε και οποιονδήποτε λόγο με λοιδορία, υποτιμητικές εκφράσεις, προσβολή και καθύβριση, των θεσμών και των κανόνων...».

Ακόμα πιο επιθετική η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου στην παραγγελία της για διενέργεια κατεπείγουσας προκαταρκτικής εξέτασης κάνει λόγο για αυτόκλητους «υποκριτές προστάτες των θεσμών, που δεν ορρωδούν προ ουδενός, προκειμένου να υπηρετήσουν ταπεινά παντός είδους συμφέροντα...Καθυβρίζουν και λοιδορούν τους θεσμούς και όσους τους εκπροσωπούν, στοχοποιώντας τους τελευταίους με αναρτήσεις σαν την ακόλουθη, που κατ’ ελάχιστο διεγείρουν μέσω του διαδικτύου σε διάπραξη εγκλημάτων, βιαιοπραγιών κλπ κατά των ανωτέρω προσώπων και επιχειρούν με τον τρόπο αυτό γενικότερα αθέμιτη επιρροή σε δικαστικούς λειτουργούς, κατά παράβαση του Ποινικού Νόμου». (το πλήρες κείμενο της ανακοίνωσης της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου μπορείτε να το διαβάσετε στο News247.gr )

Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΥΠΗΡΕΤΗΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ

Βεβαίως η αφορμή -ή μήπως το πρόσχημα;- για την παρέμβαση αυτή της κυρίας Αδειλίνη ήταν μια όντως υβριστική ανάρτηση στα κοινωνικά δίκτυα για τον ανακριτή του εγκλήματος των Τεμπών. 

Το γεγονός όμως ότι τόσο η Πρόεδρος όσο και η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου αποφάσισαν να ενδιαφερθούν για τις εκκλήσεις σε αυτοδικία μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης -θαρρείς και η επίμαχη ανάρτηση για την οποία ζητήθηκε κατεπείγουσα προκαταρκτική εξέταση είναι η μόνη ή η πλέον επιθετική στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης-  αμέσως μετά από την αιχμηρή κριτική της Κυρίας Καρυστιανού στον ανακριτή του εγκλήματος των Τεμπών μόνο τυχαίο δεν είναι.

Συνιστά ευθεία απειλή προς τους συγγενείς των θυμάτων ότι αν δεν «συμμορφωθούν προς τα υποδείξεις» -η κυρία Αδειλίνη για παράδειγμα τους έχει προτρέψει να πάνε σε κανένα παππά να τους διαβάσει- «μπορεί να βρουν το μπελά τους».

Όπως δεν είναι τυχαίο ότι λίγες μόλις μέρες πριν, ο αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αχιλλέας Ζήσης, ο οποίος προΐστατο της δικαστικής διερεύνησης του σκανδάλου των τηλεφωνικών υποκλοπών αποφάσισε να θέσει την υπόθεση στο αρχείο, κάνοντας δεκτούς τους ισχυρισμούς του εγκαλούμενου Αιμίλιου Κοσμίδη, προπληρωμένη κάρτα του οποίου χρησιμοποιήθηκε για την αποστολή «μολυσμένων» με το λογισμικό παρακολούθησης Predator μηνύματα σε δεκάδες πολιτών  -αναμεσά τους ο δημοσιογράφος Θανάσης Κουκάκης κι ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ- ότι δήθεν την κάρτα αυτή τη χρησιμοποίησε τρίτο πρόσωπο εν αγνοία του. Κι αυτό παρά την ύπαρξη εγγράφου της ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ σύμφωνα με το οποίο μόνο ο Αιμίλιος Κοσμίδης μπορούσε να ενεργοποιήσει την επίμαχη κάρτα.

Δεδομένου ότι στην Ελλάδα η ηγεσία των ανωτάτων δικαστηρίων επιλέγεται από την εκάστοτε κυβέρνηση, η από μέρους τους στάση ευμενούς ουδετερότητας προς την κυβέρνηση  -παρά το γεγονός ότι παραβιάζει βάναυσα έναν από τους πυλώνες της κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, αυτόν της διάκρισης των εξουσιών- ήταν συνηθισμένη.

Όμως για να βρούμε τόσο απροσχημάτιστη συσστράτευση της ηγεσίας της Δικαιοσύνης με την κυβέρνηση -και για την ακρίβεια με το Παρακράτος- πρέπει να γυρίσουμε 60 ολόκληρα χρόνια πίσω, στην εποχή του διαβόητου Κωνσταντίνου Κόλλια, γνωστού για την απόπειρα κουκουλώματος της δολοφονίας Λαμπράκη και πρώτου πρωθυπουργού της Χούντας.

Σε αυτές λοιπόν τις συνθήκες ο αγώνας για να μη συγκαλυφθεί το έγκλημα των Τεμπών, να δικαστούν και να καταδικαστούν τόσο οι υπαίτιοί του όσο και αυτοί που δυο χρόνια τώρα προσπαθούν να το συγκαλύψουν, γίνεται αγώνας ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ της όποιας κολοβής Δημοκρατίας.

Προσωπικά δεν τρέφω αυταπάτες. Είμαι βέβαιος πως μεγάλος αριθμός δικαστών -πολύ φοβούμαι ότι πρόκειται για την πλειοψηφία- ευχαρίστως θα προσάρμοζαν τις αποφάσεις τους στις βουλές της πολιτικής εξουσίας (αρκεί αυτή να είναι της Δεξιάς του Κυρίου, όπως έλεγε ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, που στη διάρκεια της Χούντας «μελετούσε» και δεν ήξερε ότι παραβιάζονταν ανθρώπινα δικαιώματα).

Όμως μέχρι τώρα αυτό , επίσημα τουλάχιστον, ήταν επίμεμπτο. Και πάντα φρόντιζαν να τηρούν τα προσχήματα. Είναι η πρώτη φορά που η ηγεσία της Δικαιοσύνης, εντελώς απροσχημάτιστα και χωρίς κανένα κόμπλεξ μετατρέπει εαυτήν σε θεραπαινίδα της κυβέρνησης.

Αν επιτρέψουμε να συνεχιστεί αυτός ο κατήφορος η μέρα που και πάλι οι δικαστές θα αναφωνούν «πώς να αποδώσεις δικαιοσύνη όταν δεν ξέρεις τι θέλουν;», δεν είναι μακριά. Όμως τη μέρα εκείνη θα επικρατεί και πάλι ΤΡΟΜΟΣ ΚΑΙ ΑΘΛΙΟΤΗΤΑ.


Γιάννης Χρυσοβέργης

*Το κείμενο αυτό είναι ανάπτυξη μιας ανάρτησης που έκανα σήμερα το πρωί, εν θερμώ, στο  Facebook

Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2025

 Η ΔΙΚΗ ΜΟΥ 25η ΤΟΥ ΓΕΝΑΡΗ 2015


...Ύστερα κύλησε ο καιρός κι η ιστορία,

πέρασε εύκολα απ' τη μνήμη στην καρδιά,

Ο τοίχος έγραφε μοναδική ευκαιρία

εντός πωλούνται πάσης φύσεως υλικά...

(Ο ΔΡΟΜΟΣ, στίχοι Κωστούλα Μητροπούλου, μουσική και ερμηνεία Μάνος Λοΐζος)


ΜΙΑ ΚΡΙΣΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΑΜΝΗΣΙΑΣ

Περίμενα να περάσει μια εβδομάδα από την επέτειο της 25ης του Γενάρη 2015 και όχι τυχαία. Με είχε πιάσει μια τρελή περιέργεια να  δω αν θα θελήσει να θυμηθεί κανείς την επέτειο της εκλογικής νίκης του ΣΥΡΙΖΑ. Και δυστυχώς οι προβλέψεις μου επιβεβαιώθηκαν. Με εξαίρεση μια ενδοκομματική εκδήλωση του ΜΕΡΑ25 και τη διανομή ενός βιβλίου από την ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ με άρθρα ανθρώπων που το Γενάρη του 2015 είχαν ήδη αρχίσει να αποστασιοποιούνται από το ΣΥΡΙΖΑ σιγή ασυρμάτου.

Από την Αριστερά φυσικά -για τους πολιτικούς σχηματισμούς και τα ΜΜΕ της μαφιοκρατίας η απόλυτη σιγή ήταν η επιβεβλημένη συμπεριφορά- , αρχής γενομένης από τον ίδιο το ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα. Θαρρείς και ντρέπονται γιατί τόλμησαν να γεννήσουν ελπίδα στην κοινωνία. Ή γιατί προσπαθούν να γίνουν αρεστοί σε αυτούς που ποτέ δεν θα τους συγχωρήσουν την τοτινή αποκοτιά τους. Ή... δεν ξέρω τι άλλο να πω, δεν το χωράει ο νους μου.

Αλλά και από τις δυνάμεις της Αριστεράς που εξ αρχής ήταν επικριτικές έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, δεν ακούστηκε ούτε μια λέξη για την επέτειο αυτή. Σαν να μην τους αφορούσε αυτή η πολιτική άνοιξη που κράτησε επτά δραματικούς μήνες και κορυφώθηκε με εκείνο το μεγαλειώδες ΟΧΙ στο δημοψήφισμα του Ιουνίου. Ούτε κι αυτό μπορεί να το χωρέσει ο νους μου.

Γιατί για εμένα το επτάμηνο αυτό ήταν μια από τις τρεις πιο πυκνές πολιτικές περιόδους της ζωής μου. Οι άλλες δυο ήταν το πρώτο εξάμηνο της Μεταπολίτευσης κι η πρώτη διετία της διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ (1981-1983).

Και γιατί προσωπικά αισθάνομαι ευγνώμων απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ και στην κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα για την ευκαιρία που μας έδωσαν να πούμε ένα μαζικό ΟΧΙ στους ολιγάρχες εγχώριους και ξένους. Αλλά και γιατί, μετά την αναπόφευκτη ήττα, τη διαχειρίστηκαν προσπαθώντας με συνέπεια να ανακουφίζουν τη φτωχολογιά. Και με κάνουν έξαλλο για το γεγονός ότι δεν διεκδικούν πολιτικά ούτε την προσπάθεια που έκαναν για κάτι καλύτερο, ούτε τον τρόπο που διαχειρίστηκαν το τρίτο Μνημόνιο.

ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΜΟΥ ΚΑΛΑΘΙ

Τα παραπάνω είμαι βέβαιος ότι ξενίζουν πολλούς από τους φίλους και γνωστούς μου, με τους οποίους έχω μοιραστεί στο παρελθόν -ή και μοιράζομαι ακόμα- κοινά οράματα. Είναι όμως που εξ αρχής κρατούσα πολύ μικρό καλάθι εν όψει της επικείμενης εκλογικής νίκης του ΣΥΡΙΖΑ για τρεις, κυρίως, λόγους.

Ο πρώτος ήταν ο συσχετισμός δυνάμεων που, το 2014, ήταν συντριπτικός εναντίον της πλειοψηφίας της κοινωνίας. Αυτό που το 2010 αποτελούσε το μεγάλο διαπραγματευτικό χαρτί της κυβέρνησης Παπανδρέου -το οποίο με προσωπική του ευθύνη ο Γιώργος Παπανδρέου πέταξε στο καλάθι των αχρήστων και καταδικάστηκε, δικαίως, από την κοινωνία σε πολιτική ανυποληψία- η στάση πληρωμών, το 2015  είχε χάσει την ισχύ του. Μια στάση πληρωμών το 2010 θα προκαλούσε κρίση στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα, κατάρρευση των τιμών των μετοχών των τραπεζών που θα συμπαρέσυρε το σύνολο των Χρηματιστηρίων και καταρράκωση της αξιοπιστίας του ευρώ ως διεθνούς νομίσματος. Το 2015 η αθέτηση πληρωμών θα γίνονταν προς άλλα Κράτη-μέλη της ΕΕ και γι' αυτό οι επιπτώσεις στο τραπεζικό σύστημα και στα διεθνή χρηματιστήρια σαφώς μικρότερες. Όμως τις μάχες δεν έχουμε συχνά την πολυτέλεια να αποφασίζουμε πότε και πού θα τις δώσουμε. Τις δίνουμε όταν πρέπει να τις δώσουμε και χαμένες είναι μόνο αυτές τις οποίες φοβηθήκαμε να δώσουμε. Όλες οι άλλες κάποια παρακαταθήκη αφήνουν.

Ο δεύτερος είχε να κάνει με το γεγονός ότι η εκλογική άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν αποτέλεσμα της ανάπτυξης ενός λαϊκού κινήματος. Το αντίθετο ίσχυε. Όσο η κοινωνία ήταν στους δρόμους κι αντιστέκονταν στη βαρβαρότητα των Μνημονίων -από το Μάη του 2010 μέχρι και τη νύχτα της επεισοδιακής κύρωσης του δεύτερου Μνημονίου από τη Βουλή, το Φλεβάρη του 2012- ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν καθηλωμένος στις δημοσκοπήσεις σε ποσοστά μεταξύ του 5% και του 6%. Όταν μετά την κύρωση δεύτερου Μνημονίου η κοινωνική αντίσταση μειώνεται, ο ΣΥΡΙΖΑ εκτοξεύεται σε λιγότερο από τρία χρόνια από το δημοσκοπικό 6% στο εκλογικό 35,5%. Πράγμα που σημαίνει ότι η ραγδαία αυτή εκλογική άνοδος συνοψίζονταν στο εξής απλό μήνυμα της κοινωνίας: «Δεν τα καταφέραμε στους δρόμους , δες τι μπορείς να κάνεις θεσμικά».

Τη σημασία αυτής της εξέλιξης, αμφιβάλλω αν υπήρξε δεύτερος άνθρωπος, πέρα από τον Αλέξη Τσίπρα, που να την κατανόησε. Επίσης, η ραγδαία εκλογική άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ δε συνοδεύτηκε από τη διεύρυνση της λαϊκής βάσης του κόμματος και τη δημιουργία αυτόνομων διαύλων επικοινωνίας του με την κοινωνία. Ο ΣΥΡΙΖΑ παρέμεινε ένα κόμμα διανοούμενων κι αδιανόητων που φιλοκαλούσαν μετ' ευτελείας και φιλοσοφούσαν μετά μαλακίας (οι λέξεις «ευτέλεια» και «μαλακία» αυστηρά με την αρχαιοελληνική τους έννοια)*. Κι αυτό φάνηκε με τρόπο ακραίο στις δημοτικές εκλογές του 2014, όταν το ΠΑΣΟΚ, που αγωνιούσε αν θα εκπροσωπηθεί στην επόμενη Βουλή, εξέλεξε πολλαπλάσιους δημάρχους από το ΣΥΡΙΖΑ, που ήδη στις ευρωεκλογές είχε αναδειχθεί πρώτη πολιτική δύναμη.

Το δε πολιτικό του πρόγραμμα ήταν γεμάτο με μεγαλόστομες γενικολογίες και άδειο από συγκεκριμένα μέτρα για την προστασία των χαμηλών εισοδημάτων, των ανέργων, των συνταξιούχων, των εργαζομένων με μπλοκάκι. Κι όλα αυτά τα είχα επισημάνει λίγο πριν τις Ευρωεκλογές του 2014 στον ΑΤΑΚΤΟ ΛΟΓΟ ( ΤΟ ΠΗΡΑΤΕ ΛΑΘΟΣ ΣΥΝΤΡΟΦΟΙ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ, ΘΑ ΚΑΤΣΕΙ Η ΒΑΡΚΑ ).

Ο τρίτος λόγος ήταν ότι, τόσο ο Αλέξης Τσίπρας, όσο και τα υπόλοιπα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορούσαν να διανοηθούν, πολύ δε περισσότερο να διαχειριστούν, το ενδεχόμενο της αποχώρησης της Ελλάδας από τη ζώνη του ευρώ. Όμως, όταν εκ προοιμίου αποκλείεις το ενδεχόμενο της αποχώρησης από το ευρώ, είσαι ευάλωτος στους εκβιασμούς.

ΟΙ ΕΥΧΑΡΙΣΤΕΣ ΕΚΠΛΗΞΕΙΣ

Για όλους αυτούς τους λόγους ο χρόνος αντίστασης που έδινα στην κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα το Γενάρη του 2015 με το ζόρι ξεπερνούσε τα τέλη του Μάρτη του ίδιου χρόνου. Η πρώτη μεγάλη έκπληξη για εμένα ήταν ότι κατάφερε να αντισταθεί, παρά τα αμέτρητα τακτικά λάθη που διέπραξε,  μέχρι τα μέσα του Ιούλη. 

Η δεύτερη ευχάριστη έκπληξη ήταν το ίδιο το Δημοψήφισμα και το εκπληκτικό 61% του ΟΧΙ, ενάντια στην υστερική προπαγάνδα των Βρυξελλών, των κάθε λογής ευρω-δοσιλόγων (Γερούν, γερά, σπασ' τους τον τσαμπουκά τσίριζαν) και του συνόλου των ΜΜΕ.

ΜΙΑ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΤΡΙΤΟΥ ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ

Η κοινωνία βίωσε, και δικαίως, το τρίτο Μνημόνιο ως ήττα και μάλιστα βαριά. Αν όμως θελήσουμε να το αποτιμήσουμε ουσιαστικά πρέπει να δούμε το σημείο εκκίνησης των αξιώσεων της κάθε πλευράς. Οι μεν Βρυξέλλες αξίωναν για τρία χρόνια ένα ετήσιο πρωτογενές πλεόνασμα 4,5% του ΑΕΠ, το οποίο η κυβέρνηση Σαμαρά είχε αποδεχθεί, η δε κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ αποδέχονταν, δια στόματος Βαρουφάκη, ένα ετήσιο πρωτογενές πλεόνασμα του 0,5%του ΑΕΠ. Σε απόλυτους αριθμούς η απόσταση των δυο πλευρών ήταν οκτώ δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. 

Αν δεχθούμε ότι η μέση λύση θα ήταν ένα πρωτογενές πλεόνασμα του 2,5% του ΑΕΠ ετησίως, οτιδήποτε θα ήταν πάνω από αυτό θα ήταν μια αποτυχία στη διαπραγμάτευση για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Ως γνωστόν το τρίτο Μνημόνιο απαίτησε πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% επί τρία χρόνια και, στη συνέχεια 2% ετησίως ως το 2060.

Ακόμα σημαντικότερη διαπραγματευτική αποτυχία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ήταν το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι δεν πέτυχε μια διευθέτηση του δυσθεώρητου δημοσίου χρέους, πράγμα που θα βρούμε μπροστά μας στα επόμενα χρόνια.

Εντούτοις, ο τρόπος που ο ΣΥΡΙΖΑ διαχειρίστηκε τη βαριά αυτή ήττα ήταν μια τρίτη ευχάριστη έκπληξη για εμένα. Το γεγονός ότι στο τέλος κάθε χρόνου προέκυπτε ένα υπερβάλλον πλεόνασμα που αποδίδονταν σε αδύναμες κοινωνικές ομάδες -κυρίως συνταξιούχους-, πιστώνεται στον Ευκλείδη Τσακαλώτο, έστω κι αν αυτό ούτε μια στιγμή δεν διεκδίκησε αυτή του την επιτυχία, το γεγονός ότι σε αυτές τις συνθήκες το γεγονός ότι δεν κατέρρευσε το Δημόσιο Σύστημα Υγείας οφείλεται -πέρα από τον ηρωισμό του προσωπικού του- και στη διαχείριση του Παύλου Πολάκη, το γεγονός ότι δεν κατέρρευσαν τα Δημόσια σχολεία -πέρα από τον ηρωισμό των εκπαιδευτικών- οφείλεται και στη διαχείριση του Νίκου Φίλη.

ΔΕΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ

Δέκα χρόνια μετά ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα κόμμα άχρωμο, άοσμο και άγευστο κι εισπράττει τα επίχειρα της αυτοκτονικής του πολιτικής από το 2019 και μετά. 

Το ότι δεν διεκδίκησε ούτε μια στιγμή όσα έκανε σωστά κατά την περίοδο της διακυβέρνησής του και τα οποία, παρ' όλα αυτά το 80% των ανθρώπων που τον είχαν τιμήσει με την ψήφο τους το 2015 του τα πίστωσαν και ανανέωσαν την εμπιστοσύνη τους προς αυτόν το 2019.

Το ότι μετά τη δεινή ήττα του 2023 επέτρεψε σ' έναν τυχάρπαστο, που είναι αμφίβολο αν καταστατικά είχε δικαίωμα να διεκδικήσει την ηγεσία, να πάρει το κόμμα, και στη συνέχεια οι ηττημένοι σηκώθηκαν κι έφυγαν χωρίς να κάνουν τον κόπο να εξηγήσουν το γιατί.

Όμως όλα αυτά είναι απλώς Ιστορία. Το σημερινό πρόβλημα είναι πως με αυτά και μ' εκείνα, η μόνη αντιπολίτευση στο μητσοτακικό καθεστώς που αντιλαμβάνεται η κοινωνία έχει ακροδεξιό χρώμα και άρωμα. Κι αυτό θα το πληρώσουμε ακριβά.

Γιάννης Χρυσοβέργης

*Φιλοκαλούμεν τε γαρ μετ' ευτελείας και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας» (Θουκιδίδου Ιστορία 2.40) «Αγαπούμε το ωραίο, αλλά μένομε απλοί και φιλοσοφούμε χωρίς να είμαστε νωθροί» (Μετάφραση Άγγελου Σ. Βλάχου, Βιβλιοπωλείο της ΕΣΤΙΑΣ, 1998, σ.148)





Πέμπτη 9 Ιανουαρίου 2025

ΜΙΑ ΠΟΛΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΣΗΜΙΤΗ

 

Ως πολιτικός χαρακτηρίστηκε από ρεαλισμό σε βαθμό ακρότατου κυνισμού. Από τις 5 του Γενάρη, οπότε και έγινε παρελθόν έχει γραφεί πλήθος αποτιμήσεων του έργου του. 

Από τις πλέον γλιτσιασμένες αγιογραφίες με την υπογραφή γνωστών καλαμαράδων στην υπηρεσία των «ιδιοκτητών αυτής της χώρας» μέχρι τους σκατόψυχους λίβελλους με την υπογραφή των πλέον διαβόητων ακροδεξιών αποβρασμάτων.

Ανάμεσα σ' αυτά τα δυο άκρα οι συγκινητικές αναφορές αυτών που τον αγάπησαν -που, με όλο το σεβασμό που τρέφω για κάποιους από αυτούς, δεν με πείθουν- και οι προσπάθειες μιας ψύχραιμης αποτίμησης του πολιτικού του αποτυπώματος. Μια από αυτές τις τελευταίες φιλοδοξώ να είναι και η δική μου.

Η ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία πως ο Κώστας Σημίτης υπήρξε ο ΜΟΝΟΣ Έλληνας πρωθυπουργός που είχε τα κότσια -δεν γράφω «τα αρχίδια» γιατί η προσωπική μου εμπειρία λέει πως το θάρρος είναι πολύ περισσότερο ίδιον των γυναικών παρά των ανδρών- να συγκρουστεί με την Εκκλησία.

Η κατάργηση της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες των πολιτών στέρησε από την Εκκλησία ένα σημαντικό όπλο εκβιασμού και περιθωριοποίησης των των ετερόδοξων (άθεων, πιστών άλλων δογμάτων ή άλλων θρησκειών).

Στη μάχη αυτή ο Σημίτης υπήρξε απελπιστικά μόνος μέσα στο κόμμα του, καθώς το σύνολο σχεδόν  της κοινοβουλευτικής του ομάδας και του υπουργικού του συμβουλίου όχι απλώς απείχε επιδεικτικά από την υπεράσπιση του μέτρου αλλά, εν μέσω λαοσυνάξεων του Ιερό(Χριστό)δουλου επέμενε να φυλάει κατουρημένες παπαδίστικες ποδιές.

Εκτός του κόμματός του η μοναδική στήριξη ήρθε από το ΣΥΡΙΖΑ, καθώς το ΚΚΕ όχι μόνο προτίμησε μια καιροσκοπική σιωπή, αλλά διέγραψε με συνοπτικές διαδικασίες δυο στελέχη του με σχεδόν 40 χρόνια κομματικής ζωής (τον τ. αντιπρόεδρο της Βουλής και επί δεκαετίες προβεβλημένο συνδικαλιστή Μήτσο Κωστόπουλο και τον τότε Ευρωβουλευτή Γιάννη Θεωνά) καθώς και τον υπεύθυνο τύπου του κόμματος Μάκη Κοψίδη. Το «έγκλημα» των τριών; Είχαν ζητήσει δημόσια να γίνει η Αριστερά μπροστάρης στον αγώνα για το χωρισμό Κράτους-Εκκλησίας -αντίθετα η «θεοσεβούμενη»(;) Λιάνα Κανέλλη ζει και βασιλεύει-.

Το σημαντικότερο όλων όμως είναι ότι η σύγκρουση αυτή του Σημίτη με την Εκκλησία μπορεί να φανάτισε και να συσπείρωσε στο έπακρο την Ακροδεξιά, αλλά είχε ολίγιστο πολιτικό κόστος, όπως αποδείχθηκε από από τις εκλογές που έγιναν τέσσερα χρόνια μετά.

ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ

Η έναρξη της πρωθυπουργίας Σημίτη σηματοδοτήθηκε από την κρίση των Ιμίων, μια κρίση που ξεκίνησε από την κόντρα τοπικών Ελλήνων και Τούρκων ψαράδων για τον έλεγχο των περιοχών αναπαραγωγής της τσιπούρας και, με τη βοήθεια -ή, καλύτερα, την ανευθυνότητα- του τότε Δημάρχου Καλύμνου Διακομιχάλη εξελίχθηκε σε μείζονα ελληνοτουρκική κρίση.

Ο Σημίτης κατηγορήθηκε για εθνική προδοσία από τους «πατριώτες» της Δεξιάς και της Αριστεράς για τον τρόπο που διαχειρίστηκε την κρίση και για τις δημόσιες ευχαριστίες του προς τον Αμερικανό πρόεδρο Κλίντον για τη συμβολή του στην αποκλιμάκωση της κρίσης.

Οι επικριτές του ξεχνούσαν βεβαίως ότι: α) Ο κύριος εκφραστής της φιλοπόλεμης πολιτικής, ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ ναύαρχος Λυμπέρης, είχε σταθεί ανίκανος να αποτρέψει την κατάληψη της νησίδας Μικρή Ίμια από Τούρκους καταδρομείς, παρά το γεγονός ότι είχε συγκεντρώσει εκεί πέρα το μισό και πλέον στόλο. β) Ο ίδιος άνθρωπος είχε υπογράψει ελαφρά τη καρδία τη θανατική καταδίκη των τριών υπαξιωματικών, καθώς έδωσε προσωπική εντολή να απονηωθεί ελικόπτερο χωρίς όργανα νυκτερινής πορείας (το ότι το ελικόπτερο δεν διέθετε τέτοια όργανα επίσης είναι επιβαρυντικό στοιχείο σε βάρος του), μετατρέποντας την αποστολή τους σε αποστολή θανάτου χωρίς το παραμικρό όφελος. Και μόνο το γεγονός ότι ο άνθρωπος αυτός θα είχε την ευθύνη του ελληνικού στρατού σε περίπτωση γενικευμένου πολέμου είναι στα μάτια μου επαρκής λόγος για να δικαιολογήσει απόλυτα τη στάση του Σημίτη σε αυτή την κρίση.

Στη συνέχεια ως πρωθυπουργός ακολούθησε  μια πολιτική βελτίωσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων, η οποία οδήγησε σε δυο δεκαετίες ραγδαίας ανάπτυξης των οικονομικών σχέσεων των δυο χωρών, παρά τις προσπάθειες που έγιναν από την κυβέρνηση Σαμαρά για τον τορπιλισμό του καλού διμερούς κλίματος.

ΤΟ ΠΑΡΤΙ ΤΩΝ ΕΞΟΠΛΙΣΜΩΝ

Παράλληλα όμως η κυβέρνηση Σημίτη βαρύνεται με ένα θηριώδες πρόγραμμα εξοπλιστικών δαπανών που πιθανόν και να άγγιξε το μισό των συνολικών εξοπλιστικών δαπανών της Ελλάδας, από την «αγορά του αιώνα» του Ανδρέα Παπανδρέου στα μέσα της δεκαετίας του '80, μέχρι τη χρεοκοπία της χώρας το 2010 (για μια ανάλυση της συμβολής των εξοπλιστικών προγραμμάτων στη χρεοκοπία της χώρας βλ. -«ΟΥΤΕ ΜΙΑ ΩΡΑ ΣΤΟ ΣΤΡΑΤΟ» -«ΚΙ ΑΝ ΕΡΘΟΥΝ ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ;» ). Όμως η πλειονότητα των επικριτών του Σημίτη καμώνονται πως δεν ξέρουν τίποτα γι' αυτό.

ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ

Από την εποχή της χρεοκοπίας της χώρας και μετά πλήθος δημοσιολογούντων αποδίδουν τη χρεοκοπία της χώρας στη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων για την οποία μέμφονται το Σημίτη. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 ήταν μια σπατάλη η οποία, αν εξαιρέσει κανείς την πλούσια επαγγελματική εμπειρία που αποκομίσαμε όσες και όσοι εργαστήκαμε για την υλοποίησή τους, δεν άφησε κανένα όφελος για τη χώρα.

Όμως αυτοί που αποδίδουν στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 τη χρεοκοπία του 2010 καμώνονται πως δεν γνωρίζουν ότι το συνολικό τους κόστος σε έξι χρόνια ήταν όσο μέσος ετήσιος ο προϋπολογισμός του υπουργείου Εθνικής άμυνας από το 1998 ως το 2010.

Τέλος, η διαδικασία της διεκδίκησης των αγώνων είχε ξεκινήσει το 1995, έναν ολόκληρο χρόνο πριν αναλάβει την πρωθυπουργία ο Σημίτης, εν μέσω αλαλαγμών ενθουσιασμού της κοινωνίας.  Για δε το γεγονός ότι ο τελικός λογαριασμός ήταν περίπου το τετραπλάσιο του αρχικού προϋπολογισμού, αυτό δυστυχώς έχει συμβεί σε όλες ανεξαιρέτως τις ολυμπιακές διοργανώσεις από το 1988 και μετά, οπότε... όχι, γι' αυτό δεν ευθύνεται ο Σημίτης.

Ο «ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ»

Υπήρξε αναμφισβήτητα η μεγαλύτερη πολιτική απάτη της διακυβέρνησης Σημίτη. Σε μια εποχή που οι γεωπολιτικές ανακατατάξεις  και οι ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις απαιτούσαν από όλες τις κοινωνίες να και όλες τις πολιτικές δυνάμεις να επαναπροσδιορίσουν τους στόχους και τις στρατηγικές τους, ο Κώστας Σημίτης συντάχθηκε με εκείνους τους ευρωπαίους σοσιαλδημοκράτες οι οποίοι, με επί κεφαλής τους Τόνυ Μπλαιρ και Γκέρχαρντ Σρέντερ, υπέγραψαν το διαζύγιο της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας με τη φτωχολογιά.

Στο όνομα των μεταρρυθμίσεων και με πλειοψηφία σοσιαλδημοκρατικών κυβερνήσεων στην ΕΕ, αποφασίστηκε η γενικευμένη ιδιωτικοποίηση των κρίσιμης σημασίας υποδομών στις τηλεπικοινωνίες, την ενέργεια, τη δημόσια υγεία.

Με πρόσχημα τον ανταγωνισμό της Κίνας και άλλων «αναδυόμενων» χωρών -στις οποίες μετέφεραν οι ευρωπαϊκές και αμερικανικές επιχειρήσεις την αλυσίδα παραγωγής τους- οι ευρωπαίοι σοσιαλδημοκράτες δρομολόγησαν την περιστολή των εργασιακών δικαιωμάτων.

Με πρόσχημα την περιστολή της σπατάλης του δημόσιου τομέα δρομολόγησαν τη δραστική μείωση των δημόσιων δαπανών για την υγεία, την παιδεία, την κοινωνική αλληλεγγύη, την προστασία του περιβάλλοντος.

Αν σήμερα στην Ευρώπη η ακροδεξιά κάνει σχεδόν παντού πάρτι, οι αιτίες πρέπει να αναζητηθούν στον «εκσυγχρονισμό» που δρομολόγησαν οι σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις εκείνης της εποχής.

Ειδικά σε ό,τι αφορά στη διακυβέρνηση Σημίτη, αν εξαιρέσει κανείς κάποιες χρήσιμες τομές, οι οποίες όμως δεν άφηναν αποτύπωμα στην καθημερινότητα των ανθρώπων, όπως η ίδρυση του ΑΣΕΠ, το οποίο έβαλε μια στοιχειώδη τάξη στις προσλήψεις στο Δημόσιο, ή η ίδρυση του Συνηγόρου του Πολίτη, ο οποίος στην πρώτη δεκαετία της λειτουργίας του ως θεσμός υπήρξε αναμφισβήτητα αντάξιος του ονόματός του, δε έγινε κάποια μεταρρύθμιση προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας.

Δεν προωθήθηκε η ψηφιοποίηση της δημόσιας διοίκησης, δεν χρησιμοποιήθηκαν οι ψηφιακές δυνατότητες για να περιοριστεί το πάρτι των φαρμακευτικών εταιρειών στη δημόσια υγεία, δεν έγινε καν προσπάθεια να επιταχυνθεί η έκδοση των συντάξεων.

ΔΕ ΜΕ ΕΝΟΧΛΕΙ ΠΟΥ ΚΗΔΕΥΕΤΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΑΠΑΝΗ, ΜΕ ΕΝΟΧΛΕΙ ΠΟΥ ΠΛΟΥΤΙΣΕ ΤΟ ΜΙΣΟ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΑΠΑΝΗ

Την παραπάνω φράση την έκλεψα από μια γελοιογραφία στον ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΤΥΠΟ του εκλεκτού συνάδελφου και φίλου Γιάννη Δερμεντζόγλου. Και πιστεύω ότι απηχεί απόλυτα, έστω  κι αν δεχτώ ότι εμπεριέχει κάποια δόση υπερβολής, την αίσθηση του μέσου πολίτη για τη διακυβέρνηση Σημίτη.

Όπως είπα και στην αρχή αυτού του άρθρου ο Κώστας Σημίτης υπήρξε ρεαλιστής σε βαθμό ακραίου κυνισμού. Είχε ένα στόχο και τον ενδιέφερε, σε σημείο εμμονής σχεδόν, η επίτευξή του, αδιαφορώντας για τις παράπλευρες απώλειες -ακόμα κι αν αυτές ήταν σημαντικότερες από τον επιδιωκόμενο στόχο- κι αδιαφορώντας για το ποιόν των συνεργατών του, αρκεί να ήταν «αποτελεσματικοί».

Όμως ο εκάστοτε πρωθυπουργός κρίνεται και για την καθημερινή συμπεριφορά των συνεργατών του και για τον τρόπο που αντιδρά σε μη ανεκτές συμπεριφορές τους. Και στο κεφάλαιο αυτό ο Κώστας Σημίτης πήρε πολύ κάτω από τη βάση.


Γιάννης Χρυσοβέργης



Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου 2024

Ο ΑΛΛΙΕΝΤΕ, Η ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ... ΚΑΙ Η ΜΗ ΒΙΑ

Τι σχέση έχει ο Σαλβαδόρ Αλλιέντε με τη σοσιαλδημοκρατία, την επανάσταση και τη μη βία; Και τι μύγα με τσίμπησε να τ' ανακατέψω όλα μαζί;

Για το πρώτο ερώτημα πολλά μπορούν να γραφτούν. Το δεύτερο όμως ερώτημα έχει ονοματεπώνυμο: είναι ο παιδικός και πολύ αγαπητός μου φίλος Γεράσιμος Αραβαντινός ο οποίος σχολίασε το επετειακό (;) άρθρο μου για το ΣΑΛΒΑΔΟΡ ΑΛΛΙΕΝΤΕ στις 11 Σεπτεμβρίου. Και, αφ' ενός με τσίγκλησε να του απαντήσω, αφ' ετέρου μου έδωσε την ευκαιρία να μοιραστώ μαζί σας κάποιες σκέψεις για την «επανάσταση», την «επαναστατική βία» και τη «μη βία». Γιατί όπως θα καταλάβετε με το Γεράσιμο, σε θέματα πολιτικής, διαφωνούμε στα πάντα: αυτός στηρίζει το ΚΚΕ.  Εγώ είμαι... αυτό που είμαι τέλος πάντων.

Το σχόλιο του Γεράσιμου

«Η περίπτωση της Χιλής απέδειξε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι όσο καλές προθέσεις κι αν έχει ο ηγέτης (κι ο Αλλιέντε είχε τις καλύτερες των προθέσεων), χωρίς την ένοπλη ρήξη με τους μηχανισμούς του καπιταλιστικού συστήματος (την επανάσταση με λίγα λόγια) δεν υπάρχει νικηφόρο αποτέλεσμα για το λαό.
Όταν ο Κάστρο παραμονές του πραξικοπήματος της Χιλής, χάρισε στον Αλλιέντε το αυτόματο όπλο, δεν εννοούσε να το χρησιμοποιήσει ο ίδιος για να αμυνθεί μέσα στο προεδρικό μέγαρο. Προφανώς του έλεγε "δώσε όπλα στο λαό να αμυνθεί". Αλλά ο Αλλιέντε (όπως άλλωστε και όλοι οι σοσιαλδημοκράτες απανταχού) θέλουν να εξανθρωπίσουν το καπιταλιστικό σύστημα κι όχι να φέρουν σοσιαλισμό.
Αυτό όμως δεν είναι εφικτό. Και η μεγαλύτερη συνεισφορά του Αλλιέντε είναι ακριβώς αυτή. Ότι δηλαδή απέδειξε ότι ο καπιταλισμός δεν εξανθρωπίζεται. Μόνο ανατρέπεται».

Ο Αλλιέντε και η σοσιαλδημοκρατία

Θα συμφωνήσω ανεπιφύλακτα με το Γεράσιμο ότι η η σοσιαλδημοκρατία των αρχών της δεκαετίας του '70 προσπαθούσε να κάνει αυτό που της καταλογίζει: «να εξανθρωπίσει τον καπιταλισμό». Εξυπακούεται ότι σοσιαλδημοκράτες με τις  απόψεις και, κυρίως, τις πολιτικές των Βίλλυ Μπράντ, Ούλοφ Πάλμε, Μπρούνο Κράισκυ και Χάρολντ Ουίλσον σήμερα θα αντιμετωπίζονταν ως «επικίνδυνοι λαϊκιστές», «αντισημίτες», «ύποπτοι για σχέσεις με την τρομοκρατία» και δε συμμαζεύεται. Εξυπακούεται επίσης ότι, με τη φωτεινή εξαίρεση των σοσιαλιστών της Ιβηρικής χερσονήσου και του Κόμματος των Εργαζομένων στη Βραζιλία, η σημερινή σοσιαλδημοκρατία είναι... θατσερισμός με μητσοτακικό (του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη) χαμόγελο.

Όμως στα χρόνια της διακυβέρνησης της ΛΑΪΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ όλες οι καίριας σημασίας για την οικονομία της χώρας βιομηχανίες είχαν εθνικοποιηθεί και διευθύνονταν από εργατικά συμβούλια. Το ίδιο και οι τράπεζες. Έγινε δραστικός αναδασμός με διανομή γαιών στους ακτήμονες που με τη σειρά τους ίδρυσαν γεωργικούς συνεταιρισμούς για την αποτελεσματικότερη καλλιέργειά της.  Και δίπλα φυσικά λειτουργούσε μια πλειάδα μικρών και μεσαίων ιδιωτικών επιχειρήσεων. Όλα αυτά, στα οποία είχαν συμφωνήσει σοσιαλιστές, κομμουνιστές, αριστεροί καθολικοί και είχαν και την υποστήριξη του, εκτός νόμου μέχρι την εκλογή του Αλλιέντε, Κινήματος της Επαναστατικής Αριστεράς (MIR), ήταν πολύ πιο ριζοσπαστικά από τις, θαρραλέες εκείνη την εποχή, μεταρρυθμίσεις που προωθούσε η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία. Πολύ δε περισσότερο που οι εθνικοποιήσεις έγιναν χωρίς να καταβληθούν αποζημιώσεις στους προηγούμενους ιδιοκτήτες.

Η άρνηση του Αλλιέντε να δώσει όπλα στο λαό

Είναι γεγονός ότι μετά την καταστολή της απόπειρας πραξικοπήματος του Ιουνίου του 1973 ο στρατηγός Κάρλος Πρατς πρότεινε στον Αλλιέντε να μοιράσει όπλα στο λαό κι ο Αλλιέντε απέρριψε την πρόταση. Προσωπικά δεν είμαι βέβαιος αν απέρριψε την πρόταση επειδή ήταν κατά της βίας ή αν θεωρούσε ότι οι πραξικοπηματίες είχαν ξεδοντιαστεί κι επομένως η διανομή όπλων δεν χρειάζονταν. Το βέβαιο είναι ότι κανένας από τους υπόλοιπους ηγέτες των κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού δεν αντέδρασε τότε, η δε κριτική σε αυτή την απόφαση του Αλλιέντε άρχισε να διατυπώνεται ένα με δυο χρόνια μετά το πραξικόπημα του Πινοτσέτ.

Ενδέχεται πάντως ο Αλλιέντε να ήταν όντως κατά της βίας αν λάβουμε υπ' όψιν δυο περιστατικά. Το πρώτο είναι η απάντησή του στον Πρατς. «Δε θέλω να χυθεί το αίμα ούτε ενός ανθρώπου». Το δεύτερο είναι η αφιέρωση με την οποία ο Φιντέλ Κάστρο είχε συνοδεύσει το αυτόματο όπλο που του είχε κάνει δώρο. Στον φίλο μου Αλλιέντε που επιδιώκει τον ίδιο σκοπό με άλλα μέσα».

Σε κάθε περίπτωση η άποψη του Αλλιέντε και των υπόλοιπων ηγετών της ΛΑΪΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ δεν είχε την ομόφωνη αποδοχή της βάσης των κομμάτων τους. Τόσο στη σοσιαλιστική και κομμουνιστική νεολαία όσο και ανάμεσα στους συνδικαλιστές των δυο κομμάτων -το MIR ήταν ούτως ή άλλως υπέρ της ένοπλης πάλης γι' αυτό και είχε τεθεί εκτός νόμου από την προηγούμενη κυβέρνηση- υπήρχαν ομάδες -και δεν ήταν τόσο μειοψηφικές- που προσπαθούσαν να προμηθευτούν όπλα και να μάθουν να τα χρησιμοποιούν.

Ένοπλη επανάσταση ή προσήλωση στη μη βία;

Ο πολιτικός αυτός διάλογος ουδέποτε έγινε στην Ελλάδα. Στο μυαλό των Ελλήνων Αριστερών  η αναφορά στη μη βία σημαίνει ένα και μόνο πράγμα: την κοινοβουλευτική οδό.

Όταν όμως η ινδική αντίσταση υπό την ηγεσία του Μαχάτμα Γκάντι επέλεξε τη μη βία ως βασικό εργαλείο του αγώνα για την ανεξαρτησία από την βρετανική αποικιοκρατία αυτό δεν περιελάμβανε συμμετοχή σε κοινοβουλευτικές διαδικασίες.

Ούτε η μη βίαιη αντίσταση των Ινδιάνων του Τσιάπας, χάρη στην οποία πέτυχαν καθεστώς αυτονομίας των κοινοτήτων τους στο Μεξικό, το οποίο  η κεντρική εξουσία και οι ντόπιοι ολιγάρχες συχνά παραβιάζουν είναι αλήθεια, περιελάμβανε συμμετοχή σε κοινοβουλευτικές διαδικασίες.

Παρ' όλα αυτά η ταύτιση που κάνει ο Γεράσιμος της επανάστασης με την ένοπλη βία δεν είναι προσωπική προσέγγιση. Είναι προσέγγιση του συνόλου της ελληνικής Αριστεράς, «μετριοπαθούς» κι «επαναστατικής».

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα παραδείγματα επιτυχών μη βίαιων εξεγέρσεων είναι δυο όλα κι όλα και τα ανέφερα παραπάνω. Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι «επιτυχημένες» ένοπλες επαναστάσεις των τελευταίων 120 χρόνων είναι πολύ περισσότερες.

Όμως το αμείλικτο ερώτημα που τίθεται είναι το ακόλουθο: η ένοπλη βία είναι εργαλείο που το αφήνεις στην πάντα μόλις επιτελέσει το έργο του ή  μετατρέπεται με γοργούς ρυθμούς σε αυτοσκοπό; 

Μια ματιά στα καθεστώτα που αναπτύχθηκαν στις χώρες στις οποίες έγιναν «νικηφόρες» σοσιαλιστικές επαναστάσεις είναι αποκαρδιωτική. Αρκεί να ρίξουμε μια ματιά στο συρφετό των εκλεγμένων και μη δεσποτών που κυβερνούν τις πρώην «σοσιαλιστικές» χώρες της Ευρώπης.  Οι άνθρωποι αυτοί, όσοι από αυτούς τουλάχιστον είναι 60 ετών και άνω, οι οποίοι σε μια νύχτα «απετάξαντο τον κομμουνισμόν και τας μιαράς αυτού παραφυάδας» και καταδυναστεύουν τις χώρες τους  είτε ως «δυτικοί δημοκράτες μεταρρυθμιστές» είτε ως «ανατολίτες δεσπότες» , δεν είναι κάποιοι «εμιγκρέδες που έβαλε τοποτηρητές  ο διεθνής ιμπεριαλισμός». Είναι ΟΛΟΙ ΤΟΥΣ παιδιά του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Το ότι κάποιοι κομμουνιστές που ονειρεύτηκαν να αλλάξουν τον κόσμο και βρέθηκαν στην εξουσία με τη δύναμη των όπλων γέννησαν ΠΑΝΤΟΥ μια τόσο απάνθρωπη εξουσία τα υψηλόβαθμα στελέχη της οποίας  χρησιμοποίησαν τις θέσεις τους για εκτός ελέγχου προσωπικό πλουτισμό είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ταύτιση των εννοιών της «επανάστασης» και της «ένοπλης βίας».

Όσες και όσοι λοιπόν ονειρευόμαστε μια σοσιαλιστική ή μια κομμουνιστική ή όπως αλλιώς θέλουμε να την ονομάσουμε κοινωνία είμαστε υποχρεωμένοι να ονειρευτούμε τρόπους δράσης πέρα από τη βία, η οποία είναι το κύριο χαρακτηριστικό του συστήματος που θέλουμε να ανατρέψουμε. Είμαστε υποχρεωμένοι να ονειρευτούμε τη μαζική πολιτική ανυπακοή ως κύριο εργαλείο ανατροπής του συστήματος, πράγμα που προϋποθέτει μια πολύ πιο κοπιαστική δουλειά πειθούς της κοινωνίας για την ανάγκη της αλλαγής.

Τα όρια της μη βίας

Όμως και η μη βίαιη πολιτική ανυπακοή έχει όρια ανυπέρβλητα. Στα δυο επιτυχημένα παραδείγματα  που προανέφερα κοινός παρονομαστής είναι η οικονομική εκμετάλλευση των ντόπιων πληθυσμών. Η δύναμη της επιτυχίας τους ήταν το ότι κατόρθωσαν να κάνουν την κρατική - στο Μεξικό- και την αποικιακή -στην Ινδία- καταστολή ακριβότερη από τα κέρδη που μπορούσαν να αποκομίσουν οι ντόπιοι ολιγάρχες και οι αποικιοκράτες.

Τι γίνεται όμως όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με «τελικές λύσεις»;  

Ποια άλλη επιλογή, πλην του να πέσουν μέχρις ενός με το όπλο στο χέρι είχαν οι Εβραίοι του γκέτο της Βαρσοβίας; 

Ποια άλλη επιλογή πλην της ένοπλης αντίστασης είχαν στα τέλη της δεκαετίας του '70 οι Ινδιάνοι της Γουατεμάλα,  όταν το καθεστώς του δικτάτορα Εφραίμ Ρίος Μοντ αποφάσισε να τους εξολοθρεύσει -πάνω από το 50% του πληθυσμού της χώρας δηλαδή- γιατί ήταν «τεμπέληδες»; Για την ιστορία το καθεστώς του Ρίος Μοντ επιθυμούσε να τους αντικαταστήσει με μετανάστες από την Άπω Ανατολή.

Ποια άλλη επιλογή έχουν πλην της ένοπλης αντίστασης οι Παλαιστίνιοι αφ'  ης στιγμής μοναδικός διακηρυγμένος στόχος του ισραηλινού απαρτχάιντ είναι να διαλέξουν μεταξύ της προσφυγιάς και της παραμονής σε μια χώρα στην οποία δε θα έχουν κανένα απολύτως δικαίωμα; 

Ποια άλλη επιλογή είχε η Αριστερά στη Χιλή και στην Αργεντινή, όπου διακηρυγμένος στόχος των στρατιωτικών δικτατοριών ήταν η φυσική εξόντωση ΚΑΘΕ ΑΡΙΣΤΕΡΟΥ;

Το ερώτημα των επιλογών που έχουμε όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με «τελικές λύσεις» δεν έχει βρει ως τώρα κάποια εύλογη απάντηση και πολύ φοβούμαι ότι δε θα βρει ποτέ.

Οπότε καλούμαστε -ως πρόσωπα και ως πολιτικές συλλογικότητες- κάθε φορά να αξιολογούμε την κατάσταση χωρίς εμμονές, να κάνουμε την επιλογή που μας φαίνεται είτε καλύτερη είτε λιγότερο κακή, κι όπου βγει.

Γιάννης Χρυσοβέργης