Αναδημοσιεύω από το Protagon.gr μια εξαιρετική ανάλυση του καθηγητή του Πανεπιστημίου Μακεδονίας Νίκου Μαραντζίδη για την κυρίαρχη πολιτική ιδεολογία της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Δεν μπορώ ωστόσο να συμφωνήσω και με την διαπίστωσή του για «χρεοκοπία του εθνολαϊκισμού».
Και μόνο το πλήθος των ελληνικών σημαιών και οι πύρινοι εθνικοπατριωτικοί λόγοι που καταχειροκροτούνται από το κοινό πολυπληθών συγκεντρώσεων θα έπρεπε να είχε κλονήσει τις βεβαιότητες του κ. καθηγητή. Ο οποίος βλέπει, δικαίως, τους οπαδούς της μετατροπής της χώρας σε Βόρειο Κορέα, οι οποίοι, σημειωτέον, σήμερα ανέλαβαν την προστασία του Κοινοβουλίου για λογαριασμό της Αστυνομίας, αδυνατεί όμως να δει το πολύ πιο σοβαρό κίνδυνο - καθόσον είναι πλέον πλειοψηφικό ρεύμα στην ελληνική κοινωνία - του ολοκληρωτισμού της Ελλλάδος Ελλήνων Χριστιανών με σφραγισμένα σύνορα και γελωτοποιούς κυβερνήτες.
Κι όλα αυτά με την υποστήριξη όλων αυτών που δεν έχουν να πληρώσουν το λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος, που δεν έχουν χρήματα να πληρώσουν το ενοίκιο των €250, που δεν έχουν χρήματα ν' αγοράσουν ένα κιλό φασόλια. Και οι οποίοι μέρα με τη μέρα αυξάνονται.
Γιάννης Χρυσοβέργης
Η μεταπολίτευση χαρακτηρίστηκε από πολλούς, ως η πλέον ευτυχής περίοδος της σύγχρονης ελληνικής πολιτικής ιστορίας. Από πολλές απόψεις μπορεί να συμφωνήσει κανείς. Καταρχήν υπήρξε μια περίοδος ειρηνική. Για σκεφθείτε το: ο 20ος αιώνας επιφύλαξε στη χώρα δύο παγκόσμιους πολέμους, δύο βαλκανικές συρράξεις, δύο πολέμους με την Τουρκία και δύο φορές το αιματηρό βίωμα του εμφύλιου διχασμού. Καθόλου άσχημα! Αν έπρεπε να κάνουμε τη διαίρεση θα έβγαινε μία τουλάχιστον ένοπλη σύρραξη κάθε δέκα χρόνια. Μπορούμε με ανακούφιση να σκεφτούμε, πως από τον τελευταίο πόλεμο του ελληνισμού, πέρασαν τριάντα επτά χρόνια. Μία ολόκληρη γενιά δεν έχει καμιά μνήμη πολέμου• ευτυχώς!
Πέραν αυτών, η μεταπολίτευση υπήρξε μια περίοδος δημοκρατικής ομαλότητας. Μας αρέσει ή όχι, ο δικομματισμός που απέτυχε παταγωδώς σε πολλά άλλα, πέτυχε για τρεις δεκαετίες να διατηρήσει ένα επίπεδο πολιτικής και κοινωνικής σταθερότητας. Ενσωματώνοντας αιτήματα και κοινωνικές δυνάμεις μέσα στους δημοκρατικούς πολιτικούς θεσμούς, και λειτουργώντας με κεντρομόλο τρόπο, ο δικομματισμός κατάφερε να περιορίσει τις επικίνδυνες συγκρούσεις. Απλώς αυτό έγινε με λάθος τρόπο.
Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, πως, παρά τις όποιες θετικές συνεισφορές του, το σύστημα που γέννησε και εξέθρεψε η μεταπολίτευση χρεοκόπησε. Πρόκειται, όμως, όχι απλά για την κατάρρευση ενός κομματικού συστήματος, αλλά για την κατάρρευση της κυρίαρχης πολιτικής ιδεολογίας της μεταπολίτευσης: του εθνολαϊκισμού.
Ο εθνολαϊκισμός ως πολιτική ιδεολογία, τόσο στην αριστερόστροφη εκδοχή του, όσο και στη δεξιόστροφη, όπως αυτός μεταλλάχθηκε μετά τη δεκαετία του 1990 και 2000, θεμελιώθηκε σε μια αφήγηση του παρελθόντος, πλαισιώθηκε από μια κοινωνιολογική ανάγνωση του παρόντος και υποστηρίχτηκε από μια μιντιακού υπόβαθρου μαζική κουλτούρα και κοινωνική ψυχολογία.
Κατασκευάζοντας ένα αφηγηματικό κολλάζ από ασύνδετες στιγμές της ελληνικής ιστορίας, ο εθνολαϊκισμός, πέτυχε να δημιουργήσει μια συνεκτική ιστορική αφήγηση: του ανάδελφου και αιώνια αδικημένου ελληνικού λαού, θύματος των επιδιώξεων των μεγάλων δυνάμεων. Για το χάλι μας λοιπόν έφταιγαν πρωτίστως οι ξένοι.
Κοινωνιολογικά, ο εθνολαϊκισμός, ανέδειξε τη διάκριση μεταξύ προνομιούχων και μη προνομιούχων. Συσπείρωσε έτσι φαντασιακά το 90% των Ελλήνων σε μια ανύπαρκτη αλλά πολύ βολική κοινωνική κατηγορία. Όλοι αισθάνονταν πως ήταν από την πλευρά των αδικημένων.
Ψυχολογικά, στηρίχτηκε στην εύκολη συγκίνηση και τον εύπεπτο συναισθηματισμό. Η τηλεόραση συνέβαλε τα μέγιστα σε αυτό. Λέξεις κλειδιά: πάθος, οργή και αγανάκτηση. Το κοινό στοιχείο των πλαστικών σημαιών που ανέμιζαν τα εκατομμύρια των οπαδών μερικά χρόνια νωρίτερα με τις αμέτρητες μούντζες που πέφτουν τώρα με κατεύθυνση τη βουλή; ο ανορθολογισμός.
Θεμελιώδες στον εθνολαϊκισμό υπήρξε το πρόταγμα του εξισωτισμού, στοιχείο απαραίτητο της κοινωνίας της επαγγελίας των απανταχού λαϊκιστών. Όλοι, λοιπόν, έπρεπε να είναι ίσοι• όχι όμως απέναντι στο νόμο αλλά απέναντι στις επιδιώξεις τους. Όλοι, για παράδειγμα, θα έπρεπε να χτίζουν όπου θέλουν, να παρκάρουν όπου βρουν, να μπουν στο πανεπιστήμιο και βέβαια όλοι να το τελειώσουν.
Επειδή όμως, ο εθνολαϊκισμός είχε ως πρότυπό του την κοινωνία της αφθονίας και όχι αυτήν της αυτάρκειας (έτσι όπως εμφανιζόταν για παράδειγμα στις κομμουνιστικές χώρες) ο εξισωτισμός απόκτησε χυδαία χαρακτηριστικά. Ο νεοπλουτισμός έγινε όχι απλώς τρόπος αλλά στόχος ζωής. Κατά συνέπεια, αυτό που έγινε αντιληπτό ως κοινωνικό κράτος ήταν ένας συνδυασμός κορπορατιστικού κρατισμού και ξεχειλωμένου κεϋνσιανισμού. Με απλά λόγια, κοινωνικό κράτος για τον εθνολαϊκισμό σήμαινε, «Τσοβόλα δώστα όλα», ή «όλα τα λεφτά, όλα τα κιλά».
Μέσα από αυτό το πρίσμα μπορούμε επίσης να κατανοήσουμε γιατί η περίοδος διακυβέρνησης του Μητσοτάκη ή αυτή του Σημίτη υπήρξαν εντελώς παράταιρες και αταίριαστες με το κλίμα της μεταπολίτευσης, και λιθοβολήθηκαν εκ των υστέρων από σημαντικά τμήματα της κοινωνίας. Αν και οι δύο διακυβερνήσεις είχαν διαφορετικά χαρακτηριστικά, στυλ και άλλες προτεραιότητες, είχαν αναμφίβολα ένα κοινό στοιχείο: τον σαφή προσανατολισμό των ηγετών τους σε αντίθετη πορεία σε σχέση με τον κυρίαρχο εθνολαϊκισμό.
Σήμερα ο εθνολαϊκισμός της μεταπολίτευσης βρίσκεται σε παράκρουση. Χρειαζόμαστε άμεσα ένα μέτωπο λογικής, όχι για να στηρίξουμε την κυβέρνηση αλλά για να οικοδομήσουμε ένα υγιές δημοκρατικό αύριο. Παρατηρώ τις αποκρουστικές εκδηλώσεις βίας, τις άθλιες καταλήψεις δημοσίων κτιρίων, την ακόμη πιο άθλια ρητορική των δυνάμεων του εθνολαϊκισμού, που εκτός από τις κραυγές του τύπου «δεν βγαίνουν τα νούμερα», δεν ακούω κάτι συγκεκριμένο (με εξαίρεση βέβαια τις δυνάμεις του ολοκληρωτισμού που έχουν ως όραμα τη Βόρειο Κορέα). Κατανοώ πως ο εθνολαϊκισμός όχι μόνο δεν έχει να προτείνει τίποτε για να βγούμε από την κατάσταση που αυτός μας έβαλε αλλά είναι σαν να μας λέει: αποθανέτω η ψυχή μου μετά των αλλοφύλων. Ας μην του κάνουμε το χατίρι ως κοινωνία να τον ακολουθήσουμε στο γκρεμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου