Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου 2024

Ο ΑΛΛΙΕΝΤΕ, Η ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ... ΚΑΙ Η ΜΗ ΒΙΑ

Τι σχέση έχει ο Σαλβαδόρ Αλλιέντε με τη σοσιαλδημοκρατία, την επανάσταση και τη μη βία; Και τι μύγα με τσίμπησε να τ' ανακατέψω όλα μαζί;

Για το πρώτο ερώτημα πολλά μπορούν να γραφτούν. Το δεύτερο όμως ερώτημα έχει ονοματεπώνυμο: είναι ο παιδικός και πολύ αγαπητός μου φίλος Γεράσιμος Αραβαντινός ο οποίος σχολίασε το επετειακό (;) άρθρο μου για το ΣΑΛΒΑΔΟΡ ΑΛΛΙΕΝΤΕ στις 11 Σεπτεμβρίου. Και, αφ' ενός με τσίγκλησε να του απαντήσω, αφ' ετέρου μου έδωσε την ευκαιρία να μοιραστώ μαζί σας κάποιες σκέψεις για την «επανάσταση», την «επαναστατική βία» και τη «μη βία». Γιατί όπως θα καταλάβετε με το Γεράσιμο, σε θέματα πολιτικής, διαφωνούμε στα πάντα: αυτός στηρίζει το ΚΚΕ.  Εγώ είμαι... αυτό που είμαι τέλος πάντων.

Το σχόλιο του Γεράσιμου

«Η περίπτωση της Χιλής απέδειξε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι όσο καλές προθέσεις κι αν έχει ο ηγέτης (κι ο Αλλιέντε είχε τις καλύτερες των προθέσεων), χωρίς την ένοπλη ρήξη με τους μηχανισμούς του καπιταλιστικού συστήματος (την επανάσταση με λίγα λόγια) δεν υπάρχει νικηφόρο αποτέλεσμα για το λαό.
Όταν ο Κάστρο παραμονές του πραξικοπήματος της Χιλής, χάρισε στον Αλλιέντε το αυτόματο όπλο, δεν εννοούσε να το χρησιμοποιήσει ο ίδιος για να αμυνθεί μέσα στο προεδρικό μέγαρο. Προφανώς του έλεγε "δώσε όπλα στο λαό να αμυνθεί". Αλλά ο Αλλιέντε (όπως άλλωστε και όλοι οι σοσιαλδημοκράτες απανταχού) θέλουν να εξανθρωπίσουν το καπιταλιστικό σύστημα κι όχι να φέρουν σοσιαλισμό.
Αυτό όμως δεν είναι εφικτό. Και η μεγαλύτερη συνεισφορά του Αλλιέντε είναι ακριβώς αυτή. Ότι δηλαδή απέδειξε ότι ο καπιταλισμός δεν εξανθρωπίζεται. Μόνο ανατρέπεται».

Ο Αλλιέντε και η σοσιαλδημοκρατία

Θα συμφωνήσω ανεπιφύλακτα με το Γεράσιμο ότι η η σοσιαλδημοκρατία των αρχών της δεκαετίας του '70 προσπαθούσε να κάνει αυτό που της καταλογίζει: «να εξανθρωπίσει τον καπιταλισμό». Εξυπακούεται ότι σοσιαλδημοκράτες με τις  απόψεις και, κυρίως, τις πολιτικές των Βίλλυ Μπράντ, Ούλοφ Πάλμε, Μπρούνο Κράισκυ και Χάρολντ Ουίλσον σήμερα θα αντιμετωπίζονταν ως «επικίνδυνοι λαϊκιστές», «αντισημίτες», «ύποπτοι για σχέσεις με την τρομοκρατία» και δε συμμαζεύεται. Εξυπακούεται επίσης ότι, με τη φωτεινή εξαίρεση των σοσιαλιστών της Ιβηρικής χερσονήσου και του Κόμματος των Εργαζομένων στη Βραζιλία, η σημερινή σοσιαλδημοκρατία είναι... θατσερισμός με μητσοτακικό (του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη) χαμόγελο.

Όμως στα χρόνια της διακυβέρνησης της ΛΑΪΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ όλες οι καίριας σημασίας για την οικονομία της χώρας βιομηχανίες είχαν εθνικοποιηθεί και διευθύνονταν από εργατικά συμβούλια. Το ίδιο και οι τράπεζες. Έγινε δραστικός αναδασμός με διανομή γαιών στους ακτήμονες που με τη σειρά τους ίδρυσαν γεωργικούς συνεταιρισμούς για την αποτελεσματικότερη καλλιέργειά της.  Και δίπλα φυσικά λειτουργούσε μια πλειάδα μικρών και μεσαίων ιδιωτικών επιχειρήσεων. Όλα αυτά, στα οποία είχαν συμφωνήσει σοσιαλιστές, κομμουνιστές, αριστεροί καθολικοί και είχαν και την υποστήριξη του, εκτός νόμου μέχρι την εκλογή του Αλλιέντε, Κινήματος της Επαναστατικής Αριστεράς (MIR), ήταν πολύ πιο ριζοσπαστικά από τις, θαρραλέες εκείνη την εποχή, μεταρρυθμίσεις που προωθούσε η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία. Πολύ δε περισσότερο που οι εθνικοποιήσεις έγιναν χωρίς να καταβληθούν αποζημιώσεις στους προηγούμενους ιδιοκτήτες.

Η άρνηση του Αλλιέντε να δώσει όπλα στο λαό

Είναι γεγονός ότι μετά την καταστολή της απόπειρας πραξικοπήματος του Ιουνίου του 1973 ο στρατηγός Κάρλος Πρατς πρότεινε στον Αλλιέντε να μοιράσει όπλα στο λαό κι ο Αλλιέντε απέρριψε την πρόταση. Προσωπικά δεν είμαι βέβαιος αν απέρριψε την πρόταση επειδή ήταν κατά της βίας ή αν θεωρούσε ότι οι πραξικοπηματίες είχαν ξεδοντιαστεί κι επομένως η διανομή όπλων δεν χρειάζονταν. Το βέβαιο είναι ότι κανένας από τους υπόλοιπους ηγέτες των κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού δεν αντέδρασε τότε, η δε κριτική σε αυτή την απόφαση του Αλλιέντε άρχισε να διατυπώνεται ένα με δυο χρόνια μετά το πραξικόπημα του Πινοτσέτ.

Ενδέχεται πάντως ο Αλλιέντε να ήταν όντως κατά της βίας αν λάβουμε υπ' όψιν δυο περιστατικά. Το πρώτο είναι η απάντησή του στον Πρατς. «Δε θέλω να χυθεί το αίμα ούτε ενός ανθρώπου». Το δεύτερο είναι η αφιέρωση με την οποία ο Φιντέλ Κάστρο είχε συνοδεύσει το αυτόματο όπλο που του είχε κάνει δώρο. Στον φίλο μου Αλλιέντε που επιδιώκει τον ίδιο σκοπό με άλλα μέσα».

Σε κάθε περίπτωση η άποψη του Αλλιέντε και των υπόλοιπων ηγετών της ΛΑΪΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ δεν είχε την ομόφωνη αποδοχή της βάσης των κομμάτων τους. Τόσο στη σοσιαλιστική και κομμουνιστική νεολαία όσο και ανάμεσα στους συνδικαλιστές των δυο κομμάτων -το MIR ήταν ούτως ή άλλως υπέρ της ένοπλης πάλης γι' αυτό και είχε τεθεί εκτός νόμου από την προηγούμενη κυβέρνηση- υπήρχαν ομάδες -και δεν ήταν τόσο μειοψηφικές- που προσπαθούσαν να προμηθευτούν όπλα και να μάθουν να τα χρησιμοποιούν.

Ένοπλη επανάσταση ή προσήλωση στη μη βία;

Ο πολιτικός αυτός διάλογος ουδέποτε έγινε στην Ελλάδα. Στο μυαλό των Ελλήνων Αριστερών  η αναφορά στη μη βία σημαίνει ένα και μόνο πράγμα: την κοινοβουλευτική οδό.

Όταν όμως η ινδική αντίσταση υπό την ηγεσία του Μαχάτμα Γκάντι επέλεξε τη μη βία ως βασικό εργαλείο του αγώνα για την ανεξαρτησία από την βρετανική αποικιοκρατία αυτό δεν περιελάμβανε συμμετοχή σε κοινοβουλευτικές διαδικασίες.

Ούτε η μη βίαιη αντίσταση των Ινδιάνων του Τσιάπας, χάρη στην οποία πέτυχαν καθεστώς αυτονομίας των κοινοτήτων τους στο Μεξικό, το οποίο  η κεντρική εξουσία και οι ντόπιοι ολιγάρχες συχνά παραβιάζουν είναι αλήθεια, περιελάμβανε συμμετοχή σε κοινοβουλευτικές διαδικασίες.

Παρ' όλα αυτά η ταύτιση που κάνει ο Γεράσιμος της επανάστασης με την ένοπλη βία δεν είναι προσωπική προσέγγιση. Είναι προσέγγιση του συνόλου της ελληνικής Αριστεράς, «μετριοπαθούς» κι «επαναστατικής».

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα παραδείγματα επιτυχών μη βίαιων εξεγέρσεων είναι δυο όλα κι όλα και τα ανέφερα παραπάνω. Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι «επιτυχημένες» ένοπλες επαναστάσεις των τελευταίων 120 χρόνων είναι πολύ περισσότερες.

Όμως το αμείλικτο ερώτημα που τίθεται είναι το ακόλουθο: η ένοπλη βία είναι εργαλείο που το αφήνεις στην πάντα μόλις επιτελέσει το έργο του ή  μετατρέπεται με γοργούς ρυθμούς σε αυτοσκοπό; 

Μια ματιά στα καθεστώτα που αναπτύχθηκαν στις χώρες στις οποίες έγιναν «νικηφόρες» σοσιαλιστικές επαναστάσεις είναι αποκαρδιωτική. Αρκεί να ρίξουμε μια ματιά στο συρφετό των εκλεγμένων και μη δεσποτών που κυβερνούν τις πρώην «σοσιαλιστικές» χώρες της Ευρώπης.  Οι άνθρωποι αυτοί, όσοι από αυτούς τουλάχιστον είναι 60 ετών και άνω, οι οποίοι σε μια νύχτα «απετάξαντο τον κομμουνισμόν και τας μιαράς αυτού παραφυάδας» και καταδυναστεύουν τις χώρες τους  είτε ως «δυτικοί δημοκράτες μεταρρυθμιστές» είτε ως «ανατολίτες δεσπότες» , δεν είναι κάποιοι «εμιγκρέδες που έβαλε τοποτηρητές  ο διεθνής ιμπεριαλισμός». Είναι ΟΛΟΙ ΤΟΥΣ παιδιά του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Το ότι κάποιοι κομμουνιστές που ονειρεύτηκαν να αλλάξουν τον κόσμο και βρέθηκαν στην εξουσία με τη δύναμη των όπλων γέννησαν ΠΑΝΤΟΥ μια τόσο απάνθρωπη εξουσία τα υψηλόβαθμα στελέχη της οποίας  χρησιμοποίησαν τις θέσεις τους για εκτός ελέγχου προσωπικό πλουτισμό είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ταύτιση των εννοιών της «επανάστασης» και της «ένοπλης βίας».

Όσες και όσοι λοιπόν ονειρευόμαστε μια σοσιαλιστική ή μια κομμουνιστική ή όπως αλλιώς θέλουμε να την ονομάσουμε κοινωνία είμαστε υποχρεωμένοι να ονειρευτούμε τρόπους δράσης πέρα από τη βία, η οποία είναι το κύριο χαρακτηριστικό του συστήματος που θέλουμε να ανατρέψουμε. Είμαστε υποχρεωμένοι να ονειρευτούμε τη μαζική πολιτική ανυπακοή ως κύριο εργαλείο ανατροπής του συστήματος, πράγμα που προϋποθέτει μια πολύ πιο κοπιαστική δουλειά πειθούς της κοινωνίας για την ανάγκη της αλλαγής.

Τα όρια της μη βίας

Όμως και η μη βίαιη πολιτική ανυπακοή έχει όρια ανυπέρβλητα. Στα δυο επιτυχημένα παραδείγματα  που προανέφερα κοινός παρονομαστής είναι η οικονομική εκμετάλλευση των ντόπιων πληθυσμών. Η δύναμη της επιτυχίας τους ήταν το ότι κατόρθωσαν να κάνουν την κρατική - στο Μεξικό- και την αποικιακή -στην Ινδία- καταστολή ακριβότερη από τα κέρδη που μπορούσαν να αποκομίσουν οι ντόπιοι ολιγάρχες και οι αποικιοκράτες.

Τι γίνεται όμως όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με «τελικές λύσεις»;  

Ποια άλλη επιλογή, πλην του να πέσουν μέχρις ενός με το όπλο στο χέρι είχαν οι Εβραίοι του γκέτο της Βαρσοβίας; 

Ποια άλλη επιλογή πλην της ένοπλης αντίστασης είχαν στα τέλη της δεκαετίας του '70 οι Ινδιάνοι της Γουατεμάλα,  όταν το καθεστώς του δικτάτορα Εφραίμ Ρίος Μοντ αποφάσισε να τους εξολοθρεύσει -πάνω από το 50% του πληθυσμού της χώρας δηλαδή- γιατί ήταν «τεμπέληδες»; Για την ιστορία το καθεστώς του Ρίος Μοντ επιθυμούσε να τους αντικαταστήσει με μετανάστες από την Άπω Ανατολή.

Ποια άλλη επιλογή έχουν πλην της ένοπλης αντίστασης οι Παλαιστίνιοι αφ'  ης στιγμής μοναδικός διακηρυγμένος στόχος του ισραηλινού απαρτχάιντ είναι να διαλέξουν μεταξύ της προσφυγιάς και της παραμονής σε μια χώρα στην οποία δε θα έχουν κανένα απολύτως δικαίωμα; 

Ποια άλλη επιλογή είχε η Αριστερά στη Χιλή και στην Αργεντινή, όπου διακηρυγμένος στόχος των στρατιωτικών δικτατοριών ήταν η φυσική εξόντωση ΚΑΘΕ ΑΡΙΣΤΕΡΟΥ;

Το ερώτημα των επιλογών που έχουμε όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με «τελικές λύσεις» δεν έχει βρει ως τώρα κάποια εύλογη απάντηση και πολύ φοβούμαι ότι δε θα βρει ποτέ.

Οπότε καλούμαστε -ως πρόσωπα και ως πολιτικές συλλογικότητες- κάθε φορά να αξιολογούμε την κατάσταση χωρίς εμμονές, να κάνουμε την επιλογή που μας φαίνεται είτε καλύτερη είτε λιγότερο κακή, κι όπου βγει.

Γιάννης Χρυσοβέργης 

Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2024

 11 ΤΟΥ ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ: ¡COMPAÑERO ALLENDE! ¡PRESENTE!

Στις 11 του Σεπτέμβρη του 1973 ένα στρατιωτικό πραξικόπημα έβαλε αιματηρό τέλος στη διακυβέρνηση της Χιλής από τη Λαϊκή Ενότητα (Unidad Popular) -μια συμμαχία σοσιαλιστών, κομμουνιστών και λοιπών ριζοσπαστικών αριστερών δυνάμεων-. 

Ο σοσιαλιστής πρόεδρος της χώρας Σαλβαδόρ Αλλιέντε, αρνήθηκε την πρόταση των πραξικοπηματιών να εγκαταλείψει με ασφάλεια τη χώρα και πέθανε μαχόμενος εναντίον τους μέσα στο προεδρικό μέγαρο.

Μισό και πλέον αιώνα μετά, συγκρίνοντας τη στάση του Σαλβαδόρ Αλλιέντε με την πολιτική ανεπάρκεια και, κυρίως, την έλλειψη λεβεντιάς μεταξύ των στελεχών της ευρωπαϊκής Αριστεράς αντιλαμβάνεται κανείς τη διαφορά ανάμεσα σε Ανθρώπους και ανθρωπάκια.

Έχουν περάσει πάνω από 50 χρόνια από την 4η Σεπτεμβρίου του 1970, όταν ο εκπρόσωπος της Λαϊκής Ενότητας, ο σοσιαλιστής Σαλβαδόρ Αλλιέντε αναδείχθηκε πρώτος στις προεδρικές εκλογές με ποσοστό 36,3%, με δεύτερο τον ακροδεξιό Αλεσάντρι 34,9% και τρίτο τον Χριστιανοδημοκράτη Τόμιτς (27,8%). Με βάση το σύνταγμα της χώρας, αφού κανείς υποψήφιος δεν είχε υπερβεί το 50% ο πρόεδρος θα εκλέγονταν από το Κογκρέσο (στο οποίο τα κόμματα της Αριστεράς διέθεταν σχετική πλειοψηφία) μεταξύ των δυο πρώτων υποψηφίων σε ψήφους.

Η εκλογή του Αλλιέντε επικυρώθηκε από το Κογκρέσο στις 24 Οκτωβρίου και άρχισε αυτό που ο ίδιος ο Αλλιέντε είχε αποκαλέσει «δημοκρατικός δρόμος για το σοσιαλισμό». Το τραπεζικό σύστημα,  και όλες οι καίριας σημασίας για την οικονομία βιομηχανίες, ανάμεσά τους οι εξορυκτικές επιχειρήσεις που ανήκαν σε αμερικανικές πολυεθνικές εταιρείες, εθνικοποιήθηκαν, ενώ δρομολογήθηκε άμεσα μια αγροτική μεταρρύθμιση που αποσκοπούσε στη διανομή γης στους ακτήμονες. Στις εθνικοποιημένες επιχειρήσεις εφαρμόστηκαν, αλλού με σχετική επιτυχία κι αλλού με καταστροφικά αποτελέσματα, μοντέλα αυτοδιαχείρισης.

Η αντίδραση των ΗΠΑ, που βίωσαν την εκλογή του Αλλιέντε ως επέκταση της σοβιετικής επιρροής, ήταν να θέσουν άμεσα ένα σχέδιο αποσταθεροποίησης της χώρας με στόχο την κατάρρευση της κυβέρνησης της Λαϊκής Ενότητας. Ο χρονικός ορίζοντας του σχεδίου ήταν οι βουλευτικές εκλογές του Ιούνη του 1973, οπότε και η Αριστερά έπρεπε να πάρει λιγότερο από το 33%, γεγονός που θα επέτρεπε στο Κογκρέσο να καθαιρέσει τον Αλλιέντε, η θητεία του οποίου ήταν εξαετής.

Ταυτόχρονα χιλιάδες επιχειρηματίες έκλεισαν τις επιχειρήσεις τους και έφυγαν μαζί με τα χρήματά τους στο εξωτερικό -κάτι ανάλογο, αλλά σε πολύ μικρότερη έκταση, συνέβη και στην Ελλάδα το 1982 μετά την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ-.

Επί τρία ολόκληρα χρόνια δρομολογήθηκε η έλλειψη πλήθους βασικών αγαθών στις πόλεις, μέσα από πολύμηνες επαναλαμβανόμενες απεργίες των οδηγών των φορτηγών -στη Χιλή με σχεδόν 10.000 χιλιόμετρα μήκος και, σε πολλά σημεία, λιγότερα από 100 χιλιόμετρα πλάτος η διακίνηση των αγαθών γίνεται αποκλειστικά με φορτηγά- οι οποίοι εισέπρατταν στο ακέραιο τους μισθούς τους υπό τον όρο ότι θα απεργούσαν. Ταυτόχρονα η αντιπολίτευση διοργάνωνε σε καθημερινή βάση αντικυβερνητικές διαδηλώσεις.

Όμως στις βουλευτικές εκλογές του Ιούνη του 1973 το αποτέλεσμα δεν ήταν αυτό που ανέμεναν οι ΗΠΑ και η οικονομική ελίτ της χώρας: τα κόμματα της Λαϊκής Ενότητας συγκέντρωσαν το 44,5% των ψήφων, διατηρώντας στο ακέραιο τις δυνάμεις τους.

Από τη στιγμή εκείνη τέθηκε σε εφαρμογή το εναλλακτικό σχέδιο που δεν ήταν άλλο από την ανατροπή του ολοένα και πιο δημοφιλούς προέδρου με πραξικόπημα. Μετά από δυο ανεπιτυχείς απόπειρες, που κατέστειλε ο δημοκρατικός στρατηγός Πρατς  -δολοφονήθηκε από πράκτορες της Χούντας του Πινοτσέτ το 1976 στην Αργεντινή όπου ζούσε εξόριστος, λίγο πριν από την επιβολή στη χώρα αυτή της πλέον αιμοσταγούς δικτατορίας που έχει γνωρίσει ο δυτικός κόσμος- και τα πλήθη που διαδήλωναν στου δρόμους κατά των επίδοξων πραξικοπηματιών ήρθε το πραξικόπημα της 11ης Σεπτεμβρίου, πολύ καλύτερα προετοιμασμένο, που δεν άφησε σοβαρά περιθώρια αντίδρασης.

Ο αιματηρός απολογισμός της καταστολής δείχνει και τη λύσσα των πραξικοπηματιών και των «ιδιοκτητών της χώρας» (την ακούσαμε και στην Ελλάδα αυτή τη φράση από το Γιάννη Αλαφούζο): 8.000-10.000 δολοφονημένοι ή εξαφανισμένοι, δεκάδες χιλιάδες συλληφθέντες που κρατήθηκαν για χρόνια χωρίς δίκη σε στρατόπεδα συγκέντρωσης όπου και βασανίζονταν συστηματικά.

Απολογισμός του πειράματος του «δημοκρατικού δρόμου προς το σοσιαλισμό» δε μπορεί να γίνει, καθώς το πείραμα της Λαϊκής Ενότητας διακόπηκε πρόωρα και βίαια. Στα χρόνια που ακολούθησαν οι ανά τον κόσμο σταλινικοί και «επαναστάτες» το χλεύασαν. Όσο για τους σοσιαλδημοκράτες, οι οποίοι ήδη αισθάνονταν πιο άνετα στις δεξιώσεις των μελών των οικονομικών ελίτ παρά στις φτωχογειτονιές που ζούσαν οι ψηφοφόροι τους, ούτε κι αυτοί μπορούσαν να κρύψουν την ανακούφισή τους.

Στα χρόνια που ακολούθησαν η Χιλή έγινε το εργαστήριο στο οποίο εφαρμόστηκαν και πήραν σάρκα και οστά όλες οι νεοφιλελεύθερες οικονομικές πολιτικές, που έμελλε, χρόνια αργότερα, να εισαγάγουν στη Δύση οι Μάργκαρετ Θάτσερ και Ρόναλντ Ρέηγκαν.

Όμως αυτό που μένει και κανείς δε θα μπορέσει να σβήσει είναι η λεβεντιά του Σαλβαδόρ Αλλιέντε. Ο οποίος, μαζί με τις δεκάδες χιλιάδες των αγωνιστών της Χιλιανής Αριστεράς που πλήρωσαν βαρύ φόρο αίματος, παραμένει παράδειγμα γιατί τόλμησε να ονειρευτεί κάτι που ασύμβατο τόσο με τη στρατιωτική λογική περί σοσιαλισμού της ΕΣΣΔ -που οδήγησε εκεί που οδήγησε- όσο και με την έλλειψη οράματος της Δυτικοευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας -που κι αυτή μας οδήγησε στους θατσερικούς πολιτικούς με σοσιαλδημοκρατικό προσωπείο-.

Παραθετω το το τελευταίο του ραδιοφωνικό διάγγελμα προς το λαό της Χιλής ενώ οι πραξικοπηματίες επιτίθονταν ήδη στο προεδρικό μέγαρο΅

«Ίσως αυτή είναι η τελευταία μου ευκαιρία να σας μιλήσω.

Η Αεροπορία βομβάρδισε τους πύργους αναμετάδοσης του Ράδιο Πορτάλες και του Ράδιο Κορπορασιόν. Τα λόγια μου δεν εκφράζουν πίκρα αλλά απογοήτευση. Ας αποτελέσουν την ηθική καταδίκη για αυτούς που καταπάτησαν τον όρκο τους. Είναι στρατιώτες της Χιλής. Ηγήτορες. Ο Ναύαρχος Μερίνο, αυτοδιορισμένος Διοικητής των Ενόπλων Δυνάμεων και ο κύριος Μεντόζα,αυτοδιορισμένος Γενικός Διευθυντής της Αστυνομίας, ένας κόλακας ο οποίος μέχρι χθες υποκρινόταν πίστη και αφοσίωση στην κυβέρνηση.

Αντιμετωπίζοντας αυτά τα γεγονότα, δηλώνω στους εργάτες. Δεν θα παραιτηθώ!

Είναι μια ιστορική στιγμή και θα πληρώσω με τη ζωή μου για την αφοσίωση του λαού μου. Είμαι βέβαιος πως οι σπόροι που φυτεύθηκαν στις αξίες συνείδησης εκατομμυρίων Χιλιανών, θα καρπίσουν. Αυτοί έχουν την εξουσία, αυτοί είναι οι κατακτητές.

Όμως ούτε το έγκλημα, ούτε η βία μπορούν να διακόψουν την κοινωνική εξέλιξη. Η ιστορία είναι δική μας, η ιστορία γράφεται από τους λαούς. Εργάτες της πατρίδας μου, επιθυμώ να σας ευχαριστήσω για την διαρκή σας αφοσίωση για την εμπιστοσύνη σας σε έναν άνθρωπο που απλώς εξέφρασε τη μακρόχρονη αναμονή σας για δικαιοσύνη.

Αυτην την καθοριστική στιγμή, με αυτά τα τελευταία μου λόγια, σας καλώ να διδαχθείτε από αυτό το μάθημα. Το ξένο κεφάλαιο, η ιμπεριαλιστική εξουσία, μαζί με τη ντόπια αντίδραση, καλλιέργησαν το κατάλληλο κλίμα που επέτρεψε στις Ένοπλες Δυνάμεις να διαρρήξουν την παράδοση που δίδαξε ο Στρατηγός Σνάιτερ και συνέχισε ο διοικητής Αράγια, θύματα και οι δύο του ίδιου τμήματος της κοινωνίας που σήμερα περιμένει την ξένη χείρα βοηθείας να το οδηγήσει στην εξουσία και στην υπεράσπιση του πλούτου και των προνομίων του.

Απευθύνομαι ξεχωριστά στις ταπεινές γυναίκες της πατρίδας μας, στους αγρότες που μας πίστεψαν. Στους εργάτες που δούλεψαν παραπάνω, στις μητέρες που αισθάνθηκαν το ενδιαφέρον μας για τα παιδιά τους.

Στους επαγγελματίες πατριώτες, αυτούς που παρανομούσαν με την υποστήριξη των επαγγελματικών ενώσεων, των ταξικών ενώσεων, για να επωφεληθούν από τα προνόμια που παρέχει η καπιταλιστική κοινωνία.

Απευθύνομαι στους νέους της Χιλής, σε αυτούς που τραγουδούσαν, που μετέφεραν την χαρά τους και το αγωνιστικό πνεύμα. Μιλάω στους ανθρώπους, στους εργάτες, στους αγρότες, στους διανοούμενους.

Σε αυτούς που πρόκειται να διωχθούν, γιατί ο φασισμός εδώ και λίγες ώρες είναι παρών με τρομοκρατικές επιθέσεις, ανατινάζοντας γέφυρες, κόβοντας τις σιδηροδρομικές γραμμές, καταστρέφοντας αγωγούς πετρελαίου και αερίου, μπροστά στα μάτια αυτών που είχαν το καθήκον να επέμβουν, αλλά αποδείχθηκαν συνεργοί σιωπώντας.

Η ιστορία θα τους κρίνει. Ο Ραδιοσταθμός του Ράδιο Μαγκαλιάες θα σιγήσει, η ήρεμη φωνή μου δεν θα φτάνει στα αυτιά σας.

Δεν πειράζει, θα εξακολουθείτε να με ακούτε. Θα εξακολουθώ να βρίσκομαι κοντά σας, τουλάχιστον η ανάμνηση μου. Θα με θυμάστε ως έναν άξιο άνδρα, αφοσιωμένο στο έθνος του. Ο λαός πρέπει να αμυνθεί όχι να θυσιαστεί. Να αρνηθεί την υποταγή, την ταπείνωση, την απώλεια των ηθικών αξιών.

Εργάτες της πατρίδας μου. Πιστεύω στην Χιλή και το πεπρωμένο της. Ότι θα ξεπεράσουμε αυτές τις πικρές, γκρίζες ώρες της προδοσίας. Ότι όπως γνωρίζετε, αργά η γρήγορα οι μεγάλες λεωφόροι θα ξανανοίξουν και ο ελεύθερος άνθρωπος θα τις διαβεί για να χτίσει μια καλύτερη κοινωνία.

Ζήτω η Χιλή! Ζήτω ο Λαός! Ζήτω οι εργάτες!

Αυτά είναι τα τελευταία μου λόγια. Είμαι σίγουρος πως η θυσία μου δεν είναι μάταια. Έχω την βεβαιότητα πως θα αποτελέσει τουλάχιστον ένα ηθικό μάθημα για την καταδίκη των κακούργων, των προδοτών, των επιόρκων.»

Κλείνω την αναφορά μου στο μεγάλο αυτό οραματιστή της Αριστεράς με τον ύμνο της ΛΑΪΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ τραγουδισμένο από τους Inti-Ilimani VENCEREMOS

Γιάννης Χρυσοβέργης